Την αναγκαιότητα να προχωρήσει η ΕΕ στο επόμενο βήμα μεταρρυθμίσεων για να βελτιωθεί η οικονομικής διακυβέρνησης της ευρωζώνης, υπογράμμισε ο διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας επισημαίνοντας πως πρέπει να κινηθούν σε δυο κατευθύνσεις: στον δημοσιονομικό τομέα και στον τομέα της ολοκλήρωσης της Τραπεζικής Ένωσης. Τι πρότεινε.
Μιλώντας στο 22ο Rencontres Économiques, Aix-en-Provence, Γαλλία ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος σημείωσε, όσον αφορά τις δημοσιονομικές πρωτοβουλίες, πως «έχει έρθει ο χρόνος για να αναθεωρήσουμε το δημοσιονομικό πλαίσιο που ενσωματώνεται στο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης» και τόνισε ότι στόχοι ενός νέου δημοσιονομικού πλαισίου πρέπει να είναι:
- Βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους σε εθνικό επίπεδο.
- Αντικυκλικότητα της δημοσιονομικής πολιτικής σε εθνικό επίπεδο, ώστε να μπορούν οι εθνικές αρχές να σταθεροποιούν το ΑΕΠ σε περιόδους ύφεσης και να δημιουργούν επαρκή δημοσιονομικά αποθεματικά σε περιόδους ανάπτυξης, εξασφαλίζοντας έτσι υγιή δημοσιονομική διαχείριση κατά τη διάρκεια του οικονομικού κύκλου.
- Δημιουργία ενός κεντρικού εργαλείου δημοσιονομικής πολιτικής, μετατρέποντας το Ταμείο Ανάπτυξης και Ανθεκτικότητας σε ένα μόνιμο δημοσιονομικό εργαλείο, το οποίο θα χρηματοδοτεί επενδύσεις (δεν θα κάνει μεταβιβάσεις, θα δίνει μόνο δάνεια προς αποφυγή του ηθικού κινδύνου χαλάρωσης των δημοσιονομικών μέτρων σε εθνικό επίπεδο) κυρίως στους τομείς της κλιματικής αλλαγής, της ενέργειας και του ψηφιακού μετασχηματισμού.
Οι βασικοί πυλώνες του νέου δημοσιονομικού πλαισίου, συνέχισε, θα είναι η ενδυνάμωση της βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους σε εθνικό επίπεδο στο πνεύμα του κανονισμού «six pack» και ο μηχανισμός κινήτρων σε εθνικό επίπεδο που θα έχει τα εξής τρία στοιχεία:
α) ένα χωριστό (και όχι οριζόντιο) ποσοστό μείωσης του δημοσίου χρέους για κάθε χώρα-μέλος για την οποία απαιτείται μείωση του δημοσίου χρέους, λαμβάνοντας υπόψη το μέσο επιτόκιο αναχρηματοδότησης του δημοσίου χρέους και τον φυσικό (natural) ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης
β) μία χωριστή (και όχι οριζόντια) ταχύτητα μείωσης του δημοσίου χρέους, προκειμένου να αντιμετωπιστούν φιλοκυκλικές (procyclical) επιπτώσεις της δημοσιονομικής πολιτικής
γ) έναν κανόνα αύξησης των δαπανών, με στόχο την επίτευξη του συγκεκριμένου πρωτογενούς αποτελέσματος για κάθε κράτος-μέλος.
Για το Ταμείο Ανθεκτικότητας και Ανάπτυξης σημείωσε ότι «πρέπει να μετατραπεί σε έναν μόνιμο μηχανισμό που να συνδέει την άσκηση δημοσιονομικής πολιτικής στο κέντρο της ευρωζώνης με κατάλληλους κανόνες, προκειμένου να αποφευχθεί ο ηθικός κίνδυνος χαλάρωσης της δημοσιονομικής σταθερότητας σε εθνικό επίπεδο».
Όσον αφορά την ολοκλήρωση της Τραπεζικής Ένωσης επισήμανε πως είναι καταλυτικής σημασίας για τη δημιουργία μιας πλήρους οικονομικής και νομισματικής ένωσης.
«Διαφορετικά, χρηματοοικονομικά εμπόδια (financial fragmentation) θα παραμένουν ενεργά, εμποδίζοντας την ομαλή μετάδοση της νομισματικής πολιτικής και το ευρώ δεν θα μπορεί να ανταγωνιστεί με ίσους όρους τα άλλα διεθνή αποθεματικά νομίσματα. Η βασική ιδέα εδώ είναι ότι η εποπτεία των τραπεζών, η εξυγίανσή τους (το πλαίσιο διαχείρισης τραπεζικών κρίσεων) και, κυρίως, η δημιουργία ενός πανευρωπαϊκού συστήματος εγγύησης καταθέσεων θα πρέπει να αποκτήσουν πανευρωπαϊκή υπόσταση και να μην στηρίζονται σε εθνικές ιδιαιτερότητες και ρυθμίσεις», πρόσθεσε.
Πρότεινε ακόμα παρεμβάσεις σε επίπεδο εποπτείας, διαχείριση τραπεζικών κινδύνων και καθιέρωση πανευρωπαϊκού συστήματος εγγύησης καταθέσεων
«Ο μεγαλύτερος κίνδυνος που αντιμετωπίζουμε συλλογικά στην ευρωζώνη είναι να κάνουμε πολύ λίγες μεταρρυθμίσεις και με καθυστέρηση. Πρέπει να δράσουμε εγκαίρως και εκ των προτέρων (δηλαδή πριν ξεσπάσει μια νέα μεγάλη κρίση), με αποφασιστικές, ισορροπημένες και καλοσχεδιασμένες μεταρρυθμίσεις στο επίπεδο της ευρωζώνης, στο πλαίσιο όσων ειπώθηκαν προηγουμένως. Οι αλλαγές αυτές θα κάνουν τις οικονομίες μας πιο ανθεκτικές, θα προσδώσουν μεγαλύτερη αποδοχή στο ευρώ ως παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα και θα θέσουν τα θεμέλια για βιώσιμη και διαρκή ευημερία όλων των πολιτών της ευρωζώνης», κατέληξε.