Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι προγραμματισμένο να ανακοινώσει στις 21 Ιουνίου τους δημοσιονομικούς στόχους που θα πρέπει να επιτύχουν οι χώρες της Ευρώπης μέσα στην επόμενη 4ετία.
Είναι ένα ραντεβού που δεν μπορεί να αναβληθεί καθώς βάσει αυτών των στόχων θα πρέπει οι χώρες μέλη να προετοιμάσουν μέσα στο καλοκαίρι και τα δημοσιονομικά σχέδιά τους για την περίοδο 2025-2028 αλλά -φυσικά- και τους εθνικούς προϋπολογισμούς οι οποίοι θα κατατεθούν στα κοινοβούλια τον φθινόπωρο.
Με τις πολιτικές εξελίξεις σε τουλάχιστον δύο ευρωπαϊκές χώρες -Βέλγιο και Γαλλία- να είναι ήδη ραγδαίες αλλά και την πολιτική αβεβαιότητα να «σκεπάζει» και άλλους (πχ Γερμανία) ερχόμαστε πλέον αντιμέτωποι με μια δύσκολη συγκυρία. Με βάση τα στοιχεία που υπάρχουν για τη δημοσιονομική πορεία των ευρωπαϊκών χωρών, πολλές χώρες (και οι Γαλλία και Βέλγιο είναι δύο από αυτές) θα πρέπει να σφίξουν τα λουριά κυρίως όσον αφορά στην αύξηση των κρατικών δαπανών προκειμένου να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους βάσει των όσον απορρέουν από το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας.
Και εδώ αρχίζουν τα σοβαρά ερωτήματα: Γαλλία και Βέλγιο είναι δύο χώρες που έχουν δημόσιο χρέος υψηλότερο του 100% του ΑΕΠ και οφείλουν να λάβουν τα μέτρα εκείνα που θα ρίχνουν αυτή την αναλογία κατά μια ποσοστιαία μονάδα κάθε χρόνο. Οι ίδιες οι προβλέψεις της Κομισιόν δείχνουν ότι με την υπάρχουσα κατάσταση, δεν θα τα καταφέρουν. Αυτό ισχύει και για άλλες χώρες όπως για παράδειγμα για την Ιταλία.
Όταν λοιπόν οι μεγαλύτερες (μετά τη Γερμανία) οικονομίες της Ευρώπης έρχονται αντιμέτωπες με την επιβολή «λιτότητας» εν μέσω πολιτικής αβεβαιότητας, πώς ακριβώς θα υλοποιηθεί η νέα Συμφωνία στην οποία κατέληξαν οι Ευρωπαίοι ηγέτες για την δημοσιονομική σταθερότητα; Η 21η Ιουνίου είναι η ημερομηνία κατά την οποία η Κομισιόν θα ανακοινώσει τα «πλαφόν» όσον αφορά στην ποσοστιαία μεταβολή των καθαρών δαπανών σε όλες τις χώρες μέλη. Προφανώς, στις χώρες που δεν επιτυγχάνονται οι στόχοι θα πρέπει να ζητηθεί το «κάτι παραπάνω». Και εκεί θα αρχίσουν τα προβλήματα.
Πώς τοποθετείται η Ελλάδα σε αυτό το «κάδρο»; Δυσάρεστες εκπλήξεις στη χώρα μας δεν αναμένονται. Οι στόχοι που θα τεθούν θα είναι… μία από τα ίδια με φέτος καθώς με τις επιδόσεις της χώρας δεν υπάρχει απόκλιση από τους στόχους. Παράγονται πρωτογενή πλεονάσματα, οι δαπάνες φέτος αυξάνονται με ρυθμό χαμηλότερο από τον ζητούμενο ενώ ο ρυθμός μείωσης του χρέους ως προς το ΑΕΠ είναι ταχύτερος από ότι αυτόν που επιβάλλουν οι κανόνες. Φυσικά, δεν υπάρχουν περιθώρια για παροχές και μέτρα στήριξης. Και αυτό είναι κάτι που δεν μπορεί παρά να προβληματίζει σε μια χώρα που οι μισθοί είναι οι δεύτεροι χαμηλότεροι στην Ευρώπη εν μέσω ακρίβειας.
Το βασικό ερώτημα είναι αν το μήνυμα της ευρωκάλπης θα γίνει αιτία για αναπροσαρμογές στις ευρωπαϊκές πολιτικές. Οι οποίες προφανώς και επηρεάζουν και την Ελλάδα. Το επόμενο χρονικό διάστημα θα είναι εξαιρετικά κρίσιμο για την Ευρώπη γενικά και για την Ελλάδα ειδικά έστω και εξ’ αντανακλάσεως.