Τα «καμπανάκια» για την οικονομία γίνονται… καμπάνες

Τα «καμπανάκια» για την οικονομία γίνονται… καμπάνες

Του Κωνσταντίνου Μαριόλη

Σε όλες ανεξαιρέτως τις εκθέσεις που έχουν δει το φως της δημοσιότητας στη… μεταμνημονιακή εποχή, οι αναλυτές απονέμουν τα εύσημα στην Ελλάδα για την τεράστια προσπάθεια που έχει καταβάλλει όλα αυτά τα χρόνια και την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων. Παρ' όλα αυτά, οι αναλύσεις μοιάζουν με… παρηγοριά στον άρρωστο, καθώς σε καμία από αυτές δεν εκφράζεται βεβαιότητα για το μέλλον.

Από το οικονομικό κλίμα και την ανάπτυξη, μέχρι τη βιωσιμότητα του χρέους και τις πολιτικές που θα εφαρμοστούν, όλα βρίσκονται στον αέρα. Όλοι επισημαίνουν την πρόοδο που έχει σημειωθεί και εμφανίζονται επιφυλακτικά αισιόδοξοι, με αποτέλεσμα οι όποιες προβλέψεις για τα επόμενα χρόνια να συνοδεύονται με πάρα πολλές προϋποθέσεις: να συνεχιστούν οι μεταρρυθμίσεις, να υπάρξει πολιτική σταθερότητα, να ανακτήσει το ελληνικό δημόσιο πρόσβαση στις αγορές, να μειωθούν τα «κόκκινα» δάνεια κ.ά.

Η πιο «σίγουρη» εκτίμηση, είναι ενδεχομένως αυτή στην οποία προχώρησε την περασμένη Παρασκευή η DBRS και αφορά στις πολιτικές εξελίξεις. Ο καναδικός οίκος αξιολόγησης δεν αναβάθμισε αλλά διατήρησε αμετάβλητη την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας και προέβλεψε ότι με δεδομένο ότι το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας προηγείται στις δημοσκοπήσεις κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες, η πολιτική σταθερότητα στη χώρα θα συνεχιστεί και μετά τις εκλογές.

Ο παράγοντας της πολιτικής σταθερότητας είναι εξαιρετικά κρίσιμος αν και θα έπρεπε να είναι αυτονόητο ότι μία χώρα της Ευρωζώνης διαθέτει σταθερό προσανατολισμό, ωστόσο η Ελλάδα αποτελεί μία διαρκή πηγή αβεβαιότητας για την Ευρώπη στο συγκεκριμένο πεδίο. Μάλιστα, η πολιτική κατάσταση στη χώρα μας ήταν ένα από τα βασικά θέματα που συζητήθηκαν στην Επιτροπή Αξιολογήσεων της DBRS που αποφάσισε να μην αναβαθμιστεί το ελληνικό αξιόχρεο.

Ένα από τα πιο σημαντικά «αν» για την επόμενη ημέρα είναι σύμφωνα με τον οίκο η επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων καθώς το κατά πόσο η Ελλάδα θα συνεχίσει να εμφανίζει καλές επιδόσεις εξαρτάται από τη βιωσιμότητα της οικονομικής ανάκαμψης. Και παρά το γεγονός ότι η DBRS είναι από τους αισιόδοξους σε ότι αφορά την ανάπτυξη, τοποθετώντας τη μεγέθυνση του ΑΕΠ στο 2,5% το 2019, υπογραμμίζει ότι απαιτείται περαιτέρω πρόοδος, ενώ είναι επιτακτική ανάγκη να επιστρέψει κανονικά η Ελλάδα στις αγορές.

Επιπλέον, η DBRS έδωσε θετικό outlook στην αξιολόγηση υπό την παραδοχή ότι θα υπάρξει σταδιακή επιστροφή στις αγορές και ότι η κυβέρνηση δεν θα ξηλώσει μεταρρυθμίσεις αλλά θα συμμορφώνεται με το μεταμνημονιακό «μνημόνιο» που ονομάζεται «Ενισχυμένη Εποπτεία». Αν η κυβέρνηση «παγώσει» ή «ξηλώσει» μεταρρυθμίσεις, προκαλέσει δημοσιονομικό εκτροχιασμό ή εμφανιστούν νέα σημάδια αποσταθεροποίησης στον τραπεζικό κλάδο, τότε θα πρέπει να περιμένουμε υποβάθμιση της αξιολόγησης.

Μετά από τρία μνημόνια η Ελλάδα έχει καταφέρει να βελτιώσει σε εντυπωσιακό βαθμό τη δημοσιονομική της θέση, όμως καλείται να σηκώσει το βάρος του υψηλότερου ποσοστού «κόκκινων» δανείων και ανεργίας στην Ευρώπη.

Προχθές, λοιπόν, ήταν η DBRS ενώ είχαν προηγηθεί οι Moody' s και S&P που προειδοποίησαν ότι η χώρα πρέπει να ακολουθήσει συγκεκριμένο δρόμο για να ξεπεράσει την κρίση και κυρίως να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών. Επιχειρηματικές οργανώσεις όπως ο ΣΕΒ, ο ΣΕΔ και ο ΣΒΒΕ κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για την ανάπτυξη και τις μη φιλικές προς την επιχειρηματικότητα πολιτικές, όμως στην κυβέρνηση επιμένουν ότι η οικονομία πηγαίνει πολύ καλά και γι' αυτό θα κερδίσουν τις εκλογές.

Στο μεταξύ, τα στοιχεία δείχνουν ότι το οικονομικό κλίμα στη χώρα υποχώρησε για τρίτο συνεχόμενο τρίμηνο, ενώ το ίδιο συνέβη με τις επιχειρηματικές προσδοκίες στον δείκτη του Οκτωβρίου. Το Χρηματιστήριο της Αθήνας επιβιώνει με… μηχανική υποστήριξη και η κυβέρνηση είναι έτοιμη να αρχίσει να «ροκανίζει» το κεφαλαιακό απόθεμα με την επιστροφή στις αγορές να αναβάλλεται επ' αόριστο. Και όσο απομακρύνεται η βιώσιμη έξοδος στις αγορές και μειώνεται το «μαξιλάρι» τόσο αυξάνονται οι προφητείες που θέλουν την Ελλάδα να έχει ξανά χρηματοδοτικό πρόβλημα μέσα στα επόμενα χρόνια με αποτέλεσμα να ζητήσει οικονομική βοήθεια.