Ένα πλέγμα κινήτρων που περιλαμβάνει από γενναίες επιχορηγήσεις μέχρι φοροαπαλλαγές και φοροελαφρύνσεις θα κρίνει το mega project μετάβασης της Δυτικής Μακεδονίας και της Μεγαλόπολης στη μεταλιγνιτική εποχή, όπου νέες τεχνολογίες, όχι μόνο σε ΑΠΕ καλούνται να αντικαταστήσουν την παραγωγή από λιγνίτη.
Το χρονοδιάγραμμα για το σβήσιμο των λιγνιτικών φουγάρων της ΔΕΗ δεν έχει αλλάξει. Το αργότερο μέχρι τα τέλη του 2023 θα έχει κλείσει η συντριπτική τους πλειοψηφία. Εκείνο που φαίνεται να αλλάζει στο συγκεκριμένο κεφάλαιο αφορά την επιτάχυνση της μετατροπής σε άλλο καύσιμο της μοναδικής λιγνιτικής μονάδας που επρόκειτο να κρατήσει ζωντανή η ΔΕΗ, δηλαδή της υπό κατασκευή «Πτολεμαίδας 5».
Τη μετατροπή της σε μονάδα που θα λειτουργεί με φυσικό αέριο πολύ νωρίτερα από το 2028, προανήγγειλε πρόσφατα ο επικεφαλής της ΔΕΗ, Γιώργος Στάσσης, από το βήμα του συνεδρίου Power & Gas Supply Forum, ανατρέποντας τον αρχικό σχεδιασμό της επιχείρησης. Αυτός προέβλεπε τη λειτουργία της με λιγνίτη μέχρι το 2028 και στη συνέχεια με νέο καύσιμο, το οποίο, ύστερα από σχετικές μελέτες, η ΔΕΗ κατέληξε ότι θα είναι το φυσικό αέριο.
Τώρα, η αλλαγή καυσίμου για την συγκεκριμένη μονάδα έρχεται νωρίτερα των αρχικών πλάνων, αφενός λόγω της σημαντικής αύξησης του κόστους των CO2 και αφετέρου λόγω της ανάγκης για ευελιξία όσο μεγαλώνει η διείσδυση των ΑΠΕ.
Η τεχνολογία που μπορεί να στηρίξει τη μετάβαση στην εποχή των μηδενικών ρύπων, είναι το αέριο, γιατί μπορεί να καλύψει τις ανάγκες ευελιξίας όσο θα αυξάνονται οι ΑΠΕ.
«Η μετάβαση για ένα ενεργειακό σύστημα χωρίς άνθρακα είναι μονόδρομος, αλλά θέλει προσοχή για την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας», είχε αναφέρει πρόσφατα ο κ. Στάσσης.
Στην πράξη τα παραπάνω σημαίνουν ότι μέσα στα επόμενα τέσσερα -πέντε χρόνια είναι πολύ πιθανό να έχει «σβήσει» και η τελευταία μονάδα που θα καίει λιγνίτη. Εξάλλου, ο στόχος της ΔΕΗ, είναι να περιορίσει τις εκπομπές CO2 από τα 23,1 εκατομμύρια τόνους του 2019, στα 13,9 εκατ. τόνους το 2022, όπως ανέφερε και στην παρουσίαση για το roadshow που είχε προηγηθεί της πρόσφατης έκδοσης του ομολόγου βιωσιμότητας.
Ούτως ή άλλως πάντως, ο αρχικός σχεδιασμός προέβλεπε την απόσυρση λιγνιτικής ισχύος 3,4 GW έως το 2023, δηλαδή της συντριπτικής πλειονότητας των λιγνιτικών της μονάδων. Το 2021, των μονάδων Καρδιά 3&4 (0,56 GW) και της Μεγαλόπολης 3 (0,25 GW), το 2022 των μονάδων Αγ.Δημήτριος 1-4 (1,11GW) και το 2023 των Μεγαλόπολη 4 (0,26 GW) και του Αγ.Δημητρίου 5 (0,34 GW).
Η απόσυρση των παραπάνω μονάδων αποτελεί την αιχμή του προγράμματος απολιγνιτοποίησης που βρίσκεται σε εξέλιξη και με αιχμή το σχέδιο για τη Δίκαιη Αναπτυξιακή Μετάβαση (ΣΔΑΜ) των «γκρίζων» περιοχών της χώρας στην επόμενη ημέρα, προβλέπει επενδύσεις άνω των 3 δισ. ευρώ.
Εξ αυτών, πάνω από το 50% -περίπου 1,7 δισ. ευρώ- θα αφορά στην παραγωγή ενέργειας από ΑΠΕ και ειδικότερα σε φωτοβολταϊκά. Ήδη οι πρώτες επενδύσεις έχουν δρομολογηθεί από τη ΔΕΗ Ανανεώσιμες Πηγές μέσω της ανάπτυξης στην Πτολεμαΐδα φωτοβολταικού πάρκου, ισχύος 230 MW με κόστος 133 εκατ. ευρώ.
Τα φωτοβολταικά στις πρώην λιγνιτικές περιοχές πρόκειται να καλύψουν περίπου 10.000 στρέμματα γης -μια έκταση 1,5 φορά σε σχέση με την έκταση του πρώην αεροδρομίου στο Ελληνικό- και θα αναπτυχθούν κυρίως πάνω στα παλιά πεδία άντλησης λιγνίτη της Δυτ. Μακεδονίας και της Μεγαλόπολης.
Στην πραγματικότητα, η απολιγνιτοποίηση της ΔΕΗ έχει ξεκινήσει καιρό τώρα, τόσο με το «σβήσιμο» της μονάδας του Αμυνταίου, όσο και με την ολοένα και μικρότερη χρήση του λιγνιτικού της δυναμικού, γεγονός που αναμένεται να αποτυπωθεί και στα ετήσια αποτελέσματα της επιχείρησης που αναμένεται να δημοσιοποιηθούν προς τα τέλη Απριλίου.
Αποτελέσματα που αναμένεται να επιβεβαιώσουν την θετική της τροχιά, με τις εκτιμήσεις των αναλυτών να μιλούν για EBITDA της τάξης των 900 εκατ ευρώ.
Κρίνοντας από την εκτόξευση στο εννεάμηνο κατά 618%, από τα 96,9 εκατ. πέρυσι, στα 696 εκατ ευρώ φέτος, η επιχείρηση φιλοδοξεί να δει τα επαναλαμβανόμενα λειτουργικά της κέρδη να διαμορφώνονται σε πολλαπλάσια επίπεδα από εκείνα του 2019. Τότε, τα επαναλαμβανόμενα EBITDA είχαν κλείσει στα 333,6 εκατ. ευρώ, τα δε, αποτελέσματα προ φόρων είχαν επιβαρυνθεί κατά 2,1 δισ. ευρώ, αντανακλώντας τη ζημιογόνο θέση της λιγνιτικής της παραγωγής.
Στο εννεάμηνο ωστόσο και με σύμμαχο την μεγάλη βουτιά στα καύσιμα, στην χονδρική τιμή, αλλά και τον συνεχή περιορισμό λειτουργίας των ζημιογόνων λιγνιτικών μονάδων, η εταιρεία έκανε την μεγάλη στροφή, δείχνοντας ότι ο στόχος για 1 δισ. EBITDA το 2024 μπορεί να επιτευχθεί πολύ νωρίτερα, ακόμη και το 2021.