Μπορεί ο κόσμος να κάνει ένα επιτυχημένο «restart»; Σε αυτό το ερώτημα προσπαθεί να απαντήσει η Goldman Sachs σε νέα έκθεσή της, αναλύοντας τα πρώτα στοιχεία από την επανεκκίνηση των οικονομιών και τις αντιδράσεις των αγορών. Η συνέχιση του ράλι στις αγορές εξαρτάται από το κατά πόσο ο κόσμος θα επανέλθει με επιτυχία σε πιο φυσιολογικά επίπεδα δραστηριότητας χωρίς να αυξηθούν εκ νέου τα κρούσματα του κορονοϊού και να υποχρεωθούν οι χώρες να επιβάλλουν νέα lockdown, σημειώνει η αμερικανική τράπεζα.
Η Goldman επισημαίνει ότι η ταχύτητα και η επιτυχία με την οποία γίνεται η επανεκκίνηση διαφέρει ανά την υφήλιο, με τη Νέα Ζηλανδία, για παράδειγμα, να ανοίγει πολύ ταχύτερα από άλλες χώρες, όπως η Μ. Βρετανία. Τρία είναι τα βασικότερα συμπεράσματα από την προσπάθεια επανεκκίνησης των οικονομιών.
Το πρώτο «μάθημα» είναι ότι οι χώρες που «άνοιξαν» νωρίτερα από άλλες δεν έχουν -μέχρι στιγμής τουλάχιστον – δει σημαντική αύξηση των κρουσμάτων του ιού. Πρόκειται για ένα πολύ ενθαρρυντικό σημάδι, όμως η Goldman τονίζει πως είναι ακόμη νωρίς και δεν θα πρέπει να εξαχθούν πρόωρα συμπεράσματα. Ακόμη, ακριβώς επειδή υπάρχουν αποκλίσεις στις επιπτώσεις του ανοίγματος, ενδέχεται σε κάποιες περιπτώσεις να παρατηρηθεί αύξηση των κρουσμάτων.
Το δεύτερο «μάθημα» είναι ότι οι αγορές ανταμείβουν – αν και με επιφυλακτικότητα – τις χώρες που άνοιξαν νωρίς. Με τις ανησυχίες για τον κορονοϊό να περιορίζονται λόγω της μη αύξησης των κρουσμάτων στις χώρες που άνοιξαν και με τις επιπτώσεις των lockdown να είναι ακόμα αισθητές, οι αγορές έχουν αρχίσει να αντιδρούν θετικά αλλά και διστακτικά σε όσους άνοιξαν νωρίς. Η Goldman χρησιμοποιεί στοιχεία από 100 διαφορετικούς δείκτες από 33 χώρες και ένα οικονομετρικό πλαίσιο που συγκρίνει τις χώρες που άνοιξαν πρώτες με εκείνες που άνοιξαν αργότερα, για να δείξει ότι οι περισσότερες αγορές ανταμείβουν όσες οικονομίες άνοιξαν με υψηλότερες τιμές και καλύτερες χρηματοδοτικές συνθήκες.
Το τρίτο συμπέρασμα ότι πως δεν έχουν το ίδιο αποτέλεσμα όλες οι προσπάθειες επανεκκίνησης. Οι κίνδυνοι της επανεκκίνησης είναι μικρότεροι για τις οικονομίες που εμφανίζουν το μικρότερο αριθμό νέων κρουσμάτων, ενώ οι αγορές δείχνουν να ανταμείβουν περισσότερο τις οικονομίες που επιλέγουν πιο ευρύ άνοιγμα.
Διαβάστε ακόμα: