Η Γερμανία ξεμένει από ταλέντα και καλά μυαλά. Σαν αποτέλεσμα η προσπάθεια της να μετατραπεί σε μια ομοσπονδιακή δημοκρατία των startups, φαίνεται να μην ευδοκιμεί. Κυρίως λόγω της αδυναμίας κάλυψης των θέσεων απασχόλησης υψηλών προδιαγραφών, που προσφέρονται από κατασκευαστές chips και από επιχειρήσεις εξειδικευμένων ψηφιακών εφαρμογών.
Σύμφωνα με το Γερμανικό Οικονομικό Ινστιτούτο, η Γερμανία χρειάζεται επειγόντως περισσότερους από 300 χιλιάδες επαγγελματίες από το χώρο των λεγόμενων STEM, δηλαδή από τον χώρο της επιστήμης, της τεχνολογίας, της μηχανολογίας και των μαθηματικών. Και αυτό συμβαίνει διότι μειώνεται ολοένα και περισσότερο ο αριθμός των νέων φοιτητών που σπουδάζουν στα γερμανικά πανεπιστήμια τα συγκεκριμένα γνωστικά αντικείμενα.
Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα της startup Pixel Photonics, που αναπτύσσει εφαρμογές ανιχνευτών φωτονίων, με σκοπό την έγκαιρη διάγνωση καρκινικών κυττάρων σε ασθενείς. Η εταιρεία έχει χρηματοδοτηθεί ήδη από venture capitals και από ευρωπαϊκά και γερμανικά κρατικά κεφάλαια, αλλά αδυνατεί να αναπτυχθεί καθώς το τμήμα ανθρώπινων πόρων ανεπιτυχώς προσπαθεί να βρει έστω και έναν υποψήφιο εργαζόμενο από τη Γερμανία ή την Ευρωπαϊκή Ένωση για να καλύψει τις θέσεις υψηλής τεχνολογίας και τεχνογνωσίας που έχει ανοίξει. Δεν βρίσκει υποψήφιους με τα αντίστοιχα προσόντα, όχι μόνο σε ανταγωνιστικές εταιρείας, αλλά ούτε και σε πανεπιστήμια ή ερευνητικά κέντρα.
Το πρόβλημα είναι εξαιρετικά σημαντικό. Υπάρχουν διαθέσιμοι επενδυτικοί και χρηματοδοτικοί πόροι για να στηρίξουν τα τεχνολογικά stratups, τα οποία ωστόσο αδυνατούν να αναπτυχθούν χωρίς εξειδικευμένο προσωπικό. Το DTCF, που είναι το κρατικό γερμανικό fund που επενδύει σε επιχειρήσεις «deeptech» και «climate tech», εκτιμά πως διαφαίνεται η ύπαρξη ενός δυσεπίλυτου προβλήματος.
Αρκετές γερμανικές εταιρείες διαφημίζουν αγγελίες προσλήψεων σε χώρες εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως είναι η Ινδία, η Τουρκία και το Ιράν. Ωστόσο, υπάρχουν δυσκολίες στο θέμα της πρόσληψης εργαζομένων εκτός Ε.Ε. Η εξασφάλιση visa εργασίας, η υπογραφή των συμβάσεων απασχόλησης καθώς και μια σειρά από γραφειοκρατικές διαδικασίες καθυστερούν υπέρμετρα με αποτέλεσμα την επιβράδυνση της λειτουργίας των εταιρειών ή ακόμα και τη διακοπή τους.
Ακόμα και η εξασφάλιση της απαραίτητης visa, δεν λύνει το πρόβλημα, αφού η startup, θα πρέπει να εξασφαλίσει στέγη σε μια αγορά ακινήτων που γίνεται ολοένα και πιο δύσπιστη έως ξενοφοβική απέναντι τους αλλοδαπούς. Γενικότερα η υποδοχή αλλοδαπών experts παρουσιάζει και αυτή τα προβλήματα της, ειδικά όταν οι Γερμανοί πολίτες θεωρούν αδιανόητα υψηλές τις αποδοχές των εξειδικευμένων εργαζομένων από την Ινδία ή το Ιράν.
Και εάν τα πράγματα είναι ιδιαίτερα δύσκολα στα startups που βρίσκονται στα αρχικά τους στάδια, όταν φτάνουν στην ωρίμανση τους αδυνατούν να βρουν έμπειρα στελέχη, που να συνδυάζουν τη βαθιά τεχνογνωσία με τις απαραίτητες διοικητικές ικανότητες. Σημαντική αδυναμία εμφανίζεται και στον τομέα της κάλυψης θέσεων που απαιτούν συνδυαστικές γνώσεις από κβαντομηχανική, μηχανολογία και ψηφιακές εφαρμογές.
Σήμερα στη γεωγραφική περιοχή της Ανατολικής Γερμανίας επενδύουν τρεις κολοσσοί του χώρου της κατασκευής ημιαγωγών. Η TSMC από την Ταϊβάν και η αμερικανική GlobalFoundries στη Δρέσδη, καθώς και η Intel στο Μαγδεμβούργο. Οι επενδύσεις αυτές κυμαίνονται ανάμεσα στα $8 δισ. με $30 δισ. Σύμφωνα με τα επιχειρηματικά τους σχέδια, στις μονάδες παραγωγής θα ανοίξουν δεκάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας που θα απορροφήσουν το σύνολο όχι μόνο των διαθέσιμων Γερμανών αλλά και των Ευρωπαίων αντίστοιχων επιστημόνων. Διότι οι νέοι διακρίνουν μέσα σε αυτά τα ισχυρά εταιρικά σχήματα, δυνατότητες ανάπτυξης και ανέλιξης.
Οπότε το οικοσύστημα των γερμανικών startups θα πρέπει να ανταγωνιστεί τα επίπεδα αμοιβών που θα προσφέρει η Intel και η TSMC. Έτσι φιλόδοξα startups όπως είναι για παράδειγμα η Pixel Photonics και η XeedQ θα πρέπει να αυξήσουν κατά τουλάχιστον 25% τους μισθούς που θα προσφέρουν για να είναι ανταγωνιστικοί και ελκυστικοί.
Η πίεση από την έλλειψη «ταλέντων και μυαλών» μεταφέρεται αυτούσια στην Πανεπιστημιακή κοινότητα, η οποία οφείλει να προσαρμόσει τα προγράμματα των σπουδών της, στις νέες ανάγκες της αγοράς εργασίας και στις τάσεις της τεχνολογίας και της οικονομίας.
Τα μαθήματα της Γερμανίας είναι ιδιαίτερα χρήσιμα για τους σχεδιαστές του προγράμματος της εγχώριας «tech visa». Διότι αν προβάλουμε το πρόβλημα της Γερμανίας στην Ελλάδα και στον τρόπο που σκεφτόμαστε και λειτουργούμε, θα μας πιάσει απελπισία από το αδιέξοδο που ορθώνεται μπροστά μας.