Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Μετά από τις ασφυκτικές πιέσεις των δανειστών και κυρίως της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ο Αλέξης Τσίπρας υποχρεώνεται να βάλει την υπογραφή του σε ένα νομοσχέδιο που ουσιαστικά αποτελεί την αρχή του τέλους για το κίνημα που ο ίδιος πυροδότησε όταν βρισκόταν στην αντιπολίτευση.
Οι διατάξεις του νόμου Κατσέλη έληξαν χθες και από σήμερα οι δανειολήπτες θα πρέπει να ενημερωθούν για το νέο πλαίσιο που θα ισχύσει μόνο για ένα χρόνο. Οι βασικοί «κόφτες» είναι οι εξής: Η εκτίμηση της αξίας του ακινήτου θα διενεργείται και για τους δανειολήπτες μόνο από πιστοποιημένο εκτιμητή, ενώ οι τράπεζες θα έχουν τη δυνατότητα να ζητούν άρση τόσο του τραπεζικού όσο και του φορολογικού απορρήτου. Παράλληλα, σε περίπτωση που το δημόσιο ή ο δανειολήπτης δεν πληρώνουν για διάστημα εννέα μηνών τη δόση χάνεται η ρύθμιση και οι δανειολήπτες που έχουν λάβει κατασχετήριο δεν θα μπορούν να ασκήσουν ανακοπή της διαδικασίας πλειστηριασμού με απλή αίτηση δικαστικής προστασίας.
Ο συμβιβασμός όλων των πλευρών ήταν αναγκαίος για να κλείσει η συμφωνία καθώς η κυβέρνηση ήθελε να δείξει ότι μάχεται για τα «λαϊκά σπίτια», οι τράπεζες ζητούσαν εργαλεία για στον εντοπισμό των «στρατηγικών κακοπληρωτών» και οι δανειστές δεν ήθελαν σε καμία περίπτωση ένα νόμο που θα ήταν κεκαλυμμένη συνέχεια του νόμου Κατσέλη.
Με το νέο πλαίσιο για την προστασία της πρώτης κατοικίας, το οποίο θα ενσωματωθεί σύντομα στο πτωχευτικό δίκαιο, εκτιμάται ότι τελειώνει οριστικά μια εποχή… κατεστραμμένης κουλτούρας πληρωμών που προκάλεσε αρχικά η κρίση και ενίσχυσε σε πολύ μεγάλο βαθμό ο ΣΥΡΙΖΑ. Μιας κουλτούρας που έφτασε στο αποκορύφωμά της όταν τα στελέχη της σημερινής κυβέρνησης υπόσχονταν Σεισάχθεια και καλούσαν τον κόσμο να μην πληρώνει φόρους, δάνεια κλπ, αφού και οι ίδιοι αυτό έκαναν.
Αν και μένει να αποδειχθεί κατά πόσο το νέο πλαίσιο θα προστατεύει τους αδύνατους, που είναι και το ζητούμενο, θα ξεσκεπάζει τους «μπαταχτσήδες» και ταυτόχρονα δεν θα απειλεί τους τραπεζικούς ισολογισμούς, οι προσαρμογές που συμφωνήθηκαν είναι, σύμφωνα με πληροφορίες, πολύ κοντά σε όσα ζητούσε η ΕΚΤ. Ο Μεγάλος Επόπτης των τραπεζών ξεκαθάρισε ότι οι δανειολήπτες πρέπει επιτέλους να αποκτήσουν νοοτροπία όχι του πως θα γλιτώσουν την πληρωμή της δόσης αλλά του πως θα είναι ενήμεροι.
Οι «κόφτες» που συμφωνήθηκαν θα διαδραματίσουν κρίσιμο ρόλο, με τις τράπεζες να αποκτούν ενισχυμένη ευελιξία στην προσπάθειά τους να εξακριβώσουν την πραγματική οικονομική κατάσταση του δανειολήπτη.
Τραπεζικές πηγές εκφράζουν την αισιοδοξία τους για την αποτελεσματικότητα του νέου πλαισίου, εκτιμώντας ότι σε μεγάλο βαθμό θα ξεκαθαρίσει το… θολό τοπίο των στεγαστικών, όπου κρύβονται οι περισσότεροι – σε ποσοστό - στρατηγικοί κακοπληρωτές. Τονίζουν, ωστόσο, ότι το τελικό κείμενο της συμφωνίας με την κυβέρνηση απέχει κατά πολύ από το νομοσχέδιο που ήθελε να περάσει η ελληνική πλευρά μετά την πρώτη «συμφωνία» κυβέρνησης-τραπεζών. Γεγονός που δείχνει ότι πρόθεση του πρωθυπουργού ήταν να μην αλλάξει τίποτα ενόψει των εκλογών.
Τα αναπάντητα, όμως, ερωτήματα παραμένουν. Γιατί η κυβέρνηση περίμενε κυριολεκτικά μέχρι την τελευταία στιγμή θέτοντας σε κίνδυνο τις τράπεζες, κάτι που είδαμε όλους τους προηγούμενους μήνες στο χρηματιστήριο; Και πόσο μακριά μπορεί να πάει σε άλλα ζητήματα ενόψει των βουλευτικών εκλογών;
Αν η κυβέρνηση επέμενε στο αρχικό της σχέδιο και πήγαινε την κόντρα με τους Ευρωπαίους μέχρι τέλους, η μη εκταμίευση της δόσης των 750 εκατ. ευρώ θα ήταν το… μικρότερο κακό. Και αυτό γιατί η ύπαρξη ενός πλαισίου όπως αυτό του νόμου Κατσέλη θα έθετε σε σοβαρό κίνδυνο τις πωλήσεις δανείων, στις οποίες είναι αναγκασμένες να στηριχθούν οι τράπεζες τουλάχιστον για το 2019 αν θέλουν να πιάσουν τους αναθεωρημένους στόχους που θα συμφωνήσουν με τον SSM.
Από τα βασικά χαρακτηριστικά του νέου πλαισίου είναι ότι οι τράπεζες θα έχουν τη δυνατότητα να ελέγχουν τόσο τα τραπεζικά όσο και τα φορολογικά στοιχεία των δανειοληπτών που ζητούν να ωφεληθούν από τις ευνοϊκές διατάξεις του, καθώς και ότι θα έχει ισχύ μόλις για ένα χρόνο.
Η εξέλιξη αυτή είναι πάρα πολύ σημαντική και για τις πωλήσεις στεγαστικών οι οποίες εκ φύσεων παρουσιάζουν σοβαρές δυσκολίες, πόσο μάλλον σε μία αγορά όπως η ελληνική. Διότι αυτοί που θα επενδύσουν στα ελληνικά στεγαστικά θα θέλουν να γνωρίζουν ότι μπορούν να στριμώξουν τους περισσότερους από 50.000 δανειολήπτες που σήμερα «κρύβονται» στο νόμο Κατσέλη ενώ έχουν τη δυνατότητα να πληρώσουν.