Τέσσερις κίνδυνοι πάνω από την ελληνική Οικονομία
Shutterstock
Shutterstock

Τέσσερις κίνδυνοι πάνω από την ελληνική Οικονομία

Η ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή σε συνδυασμό με τη συντήρηση του πολέμου στην Ουκρανία, τις αναταράξεις στην ενέργεια και τις εύθραυστες εφοδιαστικές αλυσίδες, συντηρούν ψηλά τον πληθωρισμό και ασκούν πιέσεις στην οικονομία. Και ο στασιμοπληθωρισμός δεν είναι κάτι που πρέπει να αποκλείσουμε.

Γεωπολιτικό σκηνικό, ενεργειακό κόστος, ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης και επίμονος πληθωρισμός, είναι οι τέσσερις βασικοί κίνδυνοι που βλέπει το ΙΟΒΕ πάνω από την ελληνική οικονομία, για την οποία ναι μεν εκτιμά ότι δείχνει ανθεκτικότητα και θα τρέξει με ανάπτυξη 2,4% φέτος, όπως και του χρόνου, (έναντι 3% του υπ. Οικονομικών), ωστόσο ο ελέφαντας στο δωμάτιο είναι η διεθνής επιβράδυνση. Και οι επενδύσεις οι οποίες εκτιμάται ότι θα «τρέξουν» με το εντυπωσιακό 7,8% του χρόνου, εξαρτώνται από το ευρωπαϊκό περιβάλλον, το οποίο ολοένα και επιβραδύνει.

Το μεγάλο στοίχημα είναι αν θα καταφέρουμε να αξιοποιήσουμε εγκαίρως τα κονδύλια από το Ταμείο Ανάκαμψης και το ΕΣΠΑ. Και αν θα καταφέρουμε να εκμεταλλευτούμε «το παράθυρο της επόμενης 2ετίας, πριν η εξυπηρέτηση του χρέους και το δημογραφικό αρχίσουν να μας δημιουργούν ακόμη μεγαλύτερα προβλήματα. Αυτό όμως προϋποθέτει αλλαγή του παραγωγικού υποδείγματος. Μεταρρυθμίσεις παντού. Απελευθέρωση επενδυτικών δυνάμεων που δεν έχουν ακόμη πειστεί για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Απορρόφηση, όχι απλώς εκταμίευση των κοινοτικών πόρων. 

Και ποιο είναι το σενάριο του ΙΟΒΕ για του χρόνου στα βασικά μεγέθη; Είναι πιο απαισιόδοξο απ’ ότι του προϋπολογισμού, με αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης κατά 2,4%, ανεργία να μειώνεται ελαφρώς στο 10,5% (11% φέτος), τις εξαγωγές να υποχωρούν στο 2,6% (από 3,5% φέτος) και τον πληθωρισμό να υποχωρεί στο 2,4% (4,3% φέτος).  Το θέμα είναι ότι η ακρίβεια φρενάρει την κατανάλωση, ο παραδοσιακός αιμοδότης της οικονομίας χωλαίνει, και κινητήριοι πλέον μοχλοί φιλοδοξούν να γίνουν οι επενδύσεις. Μπορεί στο β’ τρίμηνο η κατανάλωση να έτρεξε με αύξηση 2,7%, όμως πλέον έχει επέλθει κόπωση. Το 2024 η εκτίμηση μιλά μόλις για 1,4%. 

Και πως θα πέσει στο μισό η αύξηση του πληθωρισμού; «Με τη μείωση της ζήτησης», όπως ευθαρσώς παραδέχθηκε ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ, Νίκος Βέττας, προσθέτοντας «δεν γίνεται μείωση του πληθωρισμού, χωρίς περισσότερο πόνο, ο οποίος θα φέρει μείωση της κατανάλωσης», όπως είπε. 

Τι θα συμβεί όμως αν επιβεβαιωθούν τα πιο δυσοίωνα σενάρια για τον πόλεμο στη Μ.Ανατολή; Εάν εκτιναχθούν οι τιμές στο πετρέλαιο, το φυσικό αέριο και το ρεύμα και επιβραδύνει κι άλλο η ευρωπαϊκή οικονομία; Τότε, το πιθανότερο είναι ότι μπροστά σε μια αναζωπύρωση του πληθωρισμού, η ΕΚΤ θα αναγκαζόταν να προχωρήσει σε νέες αυξήσεις επιτοκίων, ενώ βρίσκεται πολύ κοντά στην παύση τους.

Επίσης σε ένα τέτοιο σενάριο θα δημιουργούνταν ερωτηματικά για τους στόχους του προϋπολογισμού αναφορικά με τις επενδύσεις, καθώς και τις εξαγωγές. Καθώς οι ελληνικές εξαγωγές είναι προσανατολισμένες σε συγκεκριμένες γεωγραφικές ζώνες, εν προκειμένω στην Ευρώπη, όταν αυτή επιβραδύνει, πλήττονται πολύ περισσότερο απ’ ότι άλλων χωρών με μεγαλύτερη διασπορά. Από τη στιγμή που η Γερμανία, ο σημαντικότερος εμπορικός μας εταίρος επιβραδύνει, βλέπουμε αναπόφευκτα και μια «κούραση» των ελληνικών εξαγωγών. Από αύξηση 3,5% των εξαγωγών που είναι η πρόβλεψη του ΙΟΒΕ για φέτος, για το 2024 δεν βλέπει πάνω από 2,6%. 

Οι προκλήσεις για την Οικονομία

Συνοψίζοντας τις προκλήσεις, αλλά και τις ευκαιρίες που έχει η ελληνική οικονομία μέσα στο 2024, το ΙΟΒΕ επισημαίνει ότι:

  • Οι γεωπολιτικές εντάσεις ενισχύονται, με νέα ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή, συντήρηση του πολέμου στην Ουκρανία, αναζήτηση ευρύτερης κατεύθυνσης παγκόσμιας ισορροπίας.
  • Το διεθνές εμπόριο πιέζεται από τις γεωπολιτικές εξελίξεις, το κόστος χρήματος και η αβεβαιότητα επηρεάζουν τις επενδύσεις και το κέντρο βάρους της οικονομίας μετακινείται εκτός Ευρώπης.
  • Καταγράφεται επιμονή του δομικού πληθωρισμού, διατήρηση υψηλών κεντρικών επιτοκίων στο ορατό μέλλον, έλλειμμα στις παρεμβάσεις στην πλευρά της προσφοράς.
  • Συνεκτιμώντας τις ανάγκες πράσινης μετάβασης και τις δημογραφικές πιέσεις, προκύπτει πως η άνοδος του βιοτικού επιπέδου στην Ευρώπη εξαρτάται από την εφαρμογή αποτελεσματικότερων κανόνων, ενίσχυση των ικανοτήτων των εργαζομένων και ενσωμάτωση καινοτόμων τεχνολογιών στην παραγωγή
  • Η ελληνική οικονομία συνεχίζει να κινείται με θετικό πρόσημο. Ο εγχώριος ρυθμός μεγέθυνσης είναι υψηλότερος από ό,τι στις περισσότερες άλλες ευρωπαϊκές οικονομίες, με σταδιακή αύξηση επενδύσεων και μείωση της ανεργίας.
  • Η σταδιακή ανάκτηση της «επενδυτικής βαθμίδας» του δημοσίου, μετά από 13 έτη, αντανακλά την ενίσχυση της διεθνούς εμπιστοσύνης προς την Ελλάδα. Για τη διαφύλαξή της, δεν αρκεί η βραχυπρόθεσμη δημοσιονομική ισορροπία αλλά είναι σημαντική η ενδυνάμωση της παραγωγικής ικανότητας της οικονομίας μεσοπρόθεσμα.
  • Η ελληνική οικονομία κινείται από χαμηλή βάση ως προς τις επενδύσεις και την εργασία, και αντιμετωπίζει υψηλότερες προκλήσεις μεσοπρόθεσμα, ιδίως ως προς το δημόσιο χρέος και το δημογραφικό. Καθώς η ανεργία μειώνεται, όπως και το επενδυτικό κενό, για περαιτέρω μεγέθυνση θα είναι αναγκαία η άνοδος της παραγωγικότητας και η προσέλκυση νέων πόρων.
  • Για να υπάρξει συνεχιζόμενη και βιώσιμη άνοδος των εισοδημάτων, είναι απαραίτητο να υπάρξει στροφή σε δραστηριότητες υψηλής παραγωγικότητας που θα παράγουν προϊόντα και υπηρεσίες με υψηλή διεθνή ανταγωνιστικότητα. Πέρα από την ανάκαμψη τομέων που παραδοσιακά έχουν μεγάλη βαρύτητα για την οικονομία μας, όπως η αγορά ακινήτων και ο τουρισμός, κρίσιμο είναι να ενισχυθούν συστηματικά η μεταποίηση και κλάδοι υψηλής τεχνολογίας. 
  • Συνολικά, αλλαγές στο κράτος, τις υποδομές και τις βασικές υπηρεσίες, όπως η δικαιοσύνη και η εκπαίδευση, πρέπει να υποστηρίξουν την επιχειρηματικότητα, ιδίως στους καινοτόμους και εξωστρεφείς τομείς.

Δείτε αναλυτικά την έκθεση του IOBE: