Το μήνυμα ότι η Ελλάδα πρέπει να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις για να διαφυλάξει την εικόνα του success story στην Ευρωζώνη, να έχει και φέτος υπεραπόδοση, αλλά κυρίως για να θωρακιστεί η οικονομία απέναντι στα όποια αρνητικά εξωγενή σενάρια, στέλνει ο αναλυτής της Bank of America, Θ. Βαμβακίδης μιλώντας στο Liberal και τον Γ. Φιντικάκη.
Μιλά για τις παγίδες που πρέπει να αποφύγει η οικονομία, για το τι θα σήμαινε για εμάς μια απότομη προσγείωση στην ευρωπαική οικονομία, για τον επίμονο πληθωρισμό, και για την ανάγκη τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης να αξιοποιηθούν σε βιώσιμα έργα.
Αναμένει ότι η οικονομία της Ευρωζώνης θα παραμείνει αδύναμη, αλλά θα αποφύγει την ύφεση, «βλέπει» ότι και φέτος οι περισσότεροι από τους αρνητικούς κραδασμούς που επηρεάζουν την παγκόσμια οικονομία θα αφορούν κυρίως την Ευρώπη, ενώ για τις ΗΠΑ εκτιμά ότι θα συνεχίσουν να υπεραποδίδουν, αλλά λιγότερο σε σχέση με το 2023, και για την Κίνα ότι η ανάκαμψη θα παραμείνει αδύνατη και φέτος.
Στο μέτωπο των επιτοκίων δηλώνει πολύ πιο συγκρατημένος και θεωρεί ότι η αγορά το έχει παρακάνει, προβλέποντας έξι μειώσεις επιτοκίων τόσο από τη Fed όσο και από την ΕΚΤ για το 2024. Αντιθέτως, η BofA περιμένει τρεις ή τέσσερις μειώσεις επιτοκίων.
Συνέντευξη στον Γ. Φιντικάκη
Η ελληνική οικονομία πηγαίνει καλά. Ποιες ευκαιρίες και ποιους κινδύνους βλέπετε για το 2024 στην περίπτωση της Ελλάδας;
Είμαστε αισιόδοξοι για την ελληνική οικονομία φέτος. Κάποια επιβράδυνση σίγουρα θα πρέπει να αναμένεται, που να συνάδει με μια ήπια προσγείωση στην παγκόσμια και την ευρωπαϊκή οικονομία, αλλά και με τις επιπτώσεις μετά την ανάκαμψη που ακολούθησε την πανδημία τα τελευταία δύο χρόνια. Ωστόσο, αναμένουμε ότι η Ελλάδα θα συνεχίσει να έχει υπεραπόδοση σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρωζώνη.
Τι θα μπορούσε να κλονίσει την ελληνική οικονομία; Ποιες παγίδες πρέπει να αποφύγει;
Το εξωτερικό περιβάλλον παραμένει ένας βασικός κίνδυνος για την Ελλάδα. Μια δυσκολότερη προσγείωση στην παγκόσμια οικονομία από αυτή που περιμένουν οι αγορές θα επηρεάσει και την ελληνική.
Οι αγορές έχουν προεξοφλήσει πλήρως το καλό σενάριο, αναμένοντας ότι ο πληθωρισμός θα συνεχίσει να υποχωρεί χωρίς να εξασθενεί σημαντικά η ανάπτυξη. Αν και αυτό είναι συνεπές με όσα συνέβησαν πέρυσι, ανησυχούμε ότι ο πληθωρισμός μπορεί να αποδειχθεί πολύ πιο επίμονος στο «τελευταίο μίλι», γεγονός που θα οδηγήσει σε βραδύτερες μειώσεις επιτοκίων και δυνητικά ασθενέστερη παγκόσμια ανάπτυξη. Αυτό θα μπορούσε να πυροδοτήσει αστάθεια στις αγορές, συγκριτικά με τον τρόπο που τιμολογούν σήμερα τις εξελίξεις στον συγκεκριμένο τομέα.
Θα καταφέρουμε να προσελκύσουμε τις πολλές ξένες επενδύσεις που χρειαζόμαστε ή θα τις φρενάρει η παγκόσμια επιβράδυνση;
Η Ελλάδα κατάφερε τον τελευταίο χρόνο να διαφοροποιηθεί από τους εταίρους της και να ξεχωρίσει ως success story. Η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων για τη διαφύλαξη αυτής της εικόνας είναι ο καλύτερος τρόπος για να θωρακιστεί η ελληνική οικονομία απέναντι στα όποια αρνητικά εξωγενή σενάρια. Σε μια τέτοια περίπτωση, θα περιμέναμε το ενδιαφέρον των επενδυτών για την ελληνική οικονομία να παραμείνει ισχυρό.
Δύο μεγάλες προκλήσεις φέτος για την Ελλάδα είναι η αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και οι μεγάλες μεταρρυθμίσεις. Τι εκτιμάτε; Θα τα καταφέρουμε;
Η αξιοποίηση των τεράστιων κονδυλίων της ΕΕ που έχει λαμβάνειν η Ελλάδα είναι πράγματι μια ιστορική ευκαιρία. Εάν επενδυθούν σωστά, οι εξαγωγικές και μακροπρόθεσμες δυνατότητες ανάπτυξης της οικονομίας της θα αυξηθούν.
Η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να αποφύγει τη χρηματοδότηση μη βιώσιμων έργων, τα οποία θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μεγάλες μακροοικονομικές ανισορροπίες, όπως υψηλά ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών και πληθωρισμό. Η Ελλάδα είχε μια καλή αρχή, καλύτερη - σύμφωνα με αρκετές εκτιμήσεις - από την υπόλοιπη περιφέρεια της Ευρωζώνης μέχρι στιγμής και ελπίζουμε ότι αυτό θα συνεχιστεί.
Στο ευρωπαϊκό περιβάλλον υπάρχει επιβράδυνση στα όρια της ύφεσης. Η εικόνα αυτή θα βελτιωθεί ή θα επιδεινωθεί;
Αναμένουμε ότι η οικονομία της Ευρωζώνης θα παραμείνει αδύναμη, αλλά θα αποφύγει την ύφεση. Προβλέπουμε ανάπτυξη περίπου στο 0,5%, δηλαδή την ίδια με το 2023. Είναι δύσκολο να είμαστε πιο αισιόδοξοι. Οι περισσότεροι από τους αρνητικούς κραδασμούς που επηρεάζουν την παγκόσμια οικονομία και τους σχετικούς κινδύνους αφορούν κυρίως την Ευρώπη, όπως τα ενεργειακά σοκ, η ασθενής ανάκαμψη της Κίνας και οι γεωπολιτικές εξελίξεις.
Η αγορά μπορεί να το έχει παρακάνει, προβλέποντας έξι μειώσεις επιτοκίων τόσο από τη Fed όσο και από την ΕΚΤ για το 2024. Αντιθέτως, ως BofA περιμένουμε τρεις ή τέσσερις μειώσεις επιτοκίων. Ο συνολικός πληθωρισμός υποχώρησε γρήγορα πέρυσι λόγω της πτώσης των τιμών της ενέργειας και την αποκατάσταση τμημάτων της εφοδιαστικής αλυσίδας, που είχαν διαταραχθεί από την πανδημία. Είναι όμως πιθανό να αυξηθεί ξανά στις αρχές του επόμενου έτους, καθώς εμπόδια σαν τα παραπάνω δεν θα υπάρχουν πλέον στο τραπέζι.
Ο δομικός πληθωρισμός είναι πιο επίμονος. Την ίδια στιγμή, οι αγορές εργασίας παραμένουν πολύ τεντωμένες και οι μισθοί αυξάνονται με ρυθμούς πολύ υψηλότερους από αυτόν που χρειαζόμαστε για τον στόχο του 2% στον πληθωρισμό. Η δημοσιονομική πολιτική παραμένει χαλαρή, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ.
Εκτιμάτε ότι θα συνεχίσει η οικονομία των ΗΠΑ να είναι τόσο ανθεκτική, όπως το 2023;
Αναμένουμε ότι η οικονομία των ΗΠΑ θα συνεχίσει να παρουσιάζει υπεραπόδοση, αλλά λιγότερο σε σύγκριση με το 2023. Σύμφωνα με τις προβλέψεις μας, η ανάπτυξη θα επιβραδυνθεί από το 2,5% στο 1,5%, επίπεδα πάντως πολύ υψηλότερα από ό,τι αναμένουμε για την Ευρώπη. Η διαφορά αυτή οφείλεται τόσο στην πολύ πιο χαλαρή αμερικανική δημοσιονομική πολιτική, όσο και στο γεγονός ότι η Ευρώπη παραμένει, όπως είπαμε, πολύ ευάλωτη σε εξωτερικούς κραδασμούς.
Τι προβλέπετε να συμβεί με την ανάκαμψη της Κίνας;
Αναμένουμε ότι η ανάπτυξη της Κίνας θα παραμείνει αδύναμη, σύμφωνα με τα ιστορικά δεδομένα του ασιατικού γίγαντα. Και μπορεί να επιβραδυνθεί περαιτέρω από το 4,8% το 2023 σε 4,6% το 2024. Η Κίνα αντιμετωπίζει διαρθρωτικά προβλήματα και εσωτερικές ανισορροπίες, ιδιαίτερα στον τομέα των ακινήτων.
Οι αρχές έχουν αποφύγει μέχρι στιγμής ισχυρά κίνητρα πολιτικής, πιθανότατα επειδή θέλουν η οικονομία να ισορροπήσει σε πιο βιώσιμα επίπεδα. Κατά τη διάρκεια αυτής της προσαρμογής η ασθενής ανάπτυξη είναι απαραίτητη. Αλλά και πάλι, αυτό επηρεάζει την Ευρώπη πιο αρνητικά από τις ΗΠΑ, λόγω των ισχυρότερων εμπορικών της δεσμών με την Κίνα.
Συμπερασματικά, βλέπετε κάποιον κίνδυνο ή γεωπολιτικό παράγοντα που θα μπορούσε να ανατρέψει κάθε πρόβλεψη και η παγκόσμια οικονομία να μπει σε μια νέα εσωστρέφεια και αβεβαιότητα;
Οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι σίγουρα προκαλούν ανησυχία. Μέχρι στιγμής, οι δύο πόλεμοι δεν είχαν ένα μόνιμο ευρύτερο αντίκτυπο στις αγορές, πρώτον επειδή δεν βιώσαμε μια ευρύτερη κλιμάκωση και δεύτερον επειδή οι τιμές της ενέργειας πέρυσι μειώθηκαν. Εάν η αγορά αρχίσει να τιμολογεί υψηλότερους κινδύνους στα δύο αυτά μέτωπα, προφανώς αυτό θα προκαλούσε μεγαλύτερη αστάθεια.
Εάν οι τιμές της ενέργειας αυξηθούν, θα μπορούσαμε να εξετάσουμε την πιθανότητα να ζήσουμε ένα σενάριο στασιμοπληθωρισμού, το οποίο είναι πολύ διαφορετικό από αυτό που αναμένουμε σήμερα. Αυτό δεν είναι το βασικό μας σενάριο, αλλά δεν μπορεί και κανείς να αγνοήσει τον κίνδυνο.
Πόσο μεγάλος είναι ο πολιτικός κίνδυνος το 2024; Σας φοβίζουν οι εκλογές των ΗΠΑ και μια τυχόν νίκη του Ντόναλντ Τραμπ;
Οι αμερικανικές εκλογές είναι ένας ακόμη γνωστός - άγνωστος. Είναι πολύ νωρίς για τις αγορές να τιμολογήσουν τους σχετικούς κινδύνους, αλλά αναμένουμε ότι αυτό θα έχει αλλάξει μέχρι τα μέσα του έτους.
Γι' αυτό και θα επικεντρωθώ στις συναλλαγματικές επιπτώσεις, που είναι και η κύρια ερευνητική μου περιοχή. Η πρώτη θητεία Τραμπ ήταν θετική για το αμερικανικό δολάριο λόγω των φορολογικών περικοπών και του εμπορικού πολέμου - οι πρώτες στήριξαν την οικονομία των ΗΠΑ, ενώ ο δεύτερος έβλαψε την παγκόσμια οικονομία.
Για τους ίδιους λόγους, κάποιος θα μπορούσε να εκτιμήσει ότι μια δεύτερη θητεία Τραμπ επίσης θα στήριζε το δολάριο. Ωστόσο, μια βασική διαφορά αυτή τη φορά είναι ότι οι τυχόν ανησυχίες της αγοράς για την αλλαγή στο τιμόνι του Προέδρου της Fed, καθώς ο διάδοχος του Πάουελ (η θητεία του εκπνέει στα μέσα του 2026) μπορεί να μην είναι τόσο αφοσιωμένος στο να διατηρήσει χαμηλά τον πληθωρισμό. Τέτοιες εξελίξεις θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά το αμερικανικό δολάριο, πυροδοτώντας μικτές συνολικές επιπτώσεις στις αγορές.