Του Θεόδωρου Σεμερτζίδη
Η νευρικότητα στα διεθνή χρηματιστήρια συνεχίζει να παραμένει, έπειτα και από τις νέες ανησυχίες που προκλήθηκαν σχετικά με την κεφαλαιακή επάρκεια της Deutsche Bank, οδηγώντας σε σημαντικές απώλειες τις μετοχές των τραπεζών διεθνώς. Τόσο η αναμενόμενη αύξηση των αμερικανικών επιτοκίων, όσο και εύθραυστη οικονομική ανάπτυξη σε διάφορες χώρες του πλανήτη, σε συνδυασμό με το ρίσκο που κρύβει το χρηματοπιστωτικό σύστημα, αποτελούν ένα εκρηκτικό κοκτέιλ για την παγκόσμια οικονομία.
Πέραν της άκρατης κερδοσκοπίας που επικρατεί από τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 κι έπειτα, η πορεία των χρηματιστηρίων συνεχίζει ακόμη και σήμερα να εξαρτάται από τα θεμελιώδη μεγέθη, βάση των οποίων καθορίζονται και οι κινήσεις των θεσμικών χαρτοφυλακίων. Πόσο όμως ήσυχος μπορεί να είναι κάποιος επενδυτής όταν συνεχώς υπάρχουν «αναταράξεις» στις διεθνείς αγορές;
Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του ΔΝΤ, ο οργανισμός υποβάθμισε τις προβλέψεις του για το τρέχον έτος για την ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας (βλ. γράφημα παρακάτω), κατά 0,1% έναντι των εκτιμήσεων του τον περασμένο Ιούλιο, στο 2,4% έναντι 2,5%. Σύμφωνα με τον οργανισμό, ο κίνδυνος του αποπληθωρισμού σε πολλές οικονομίες του πλανήτη, θέτει σε κίνδυνο το παγκόσμιο εμπόριο οδηγώντας σε μείωση των τιμών των εμπορευμάτων, αλλά και στην αποστροφή ρίσκου η οποία προέρχεται από τον κίνδυνο του αποπληθωρισμού.
Πηγή γραφήματος: Bloomberg
Η έκθεση του ΔΝΤ για την ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας, λαμβάνει υπόψιν και την πρόσφατη έκθεση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (WTO), όπου σύμφωνα με τον γενικό διευθυντή του οργανισμού κ. Roberto Azevedo, η ανάπτυξη του παγκόσμιου εμπορείου είναι ανησυχητική και επικίνδυνη λόγο της αντι-παγκοσμιοποίησης που αρχίζει να ενισχύεται διεθνώς, ενώ σημαντικός παράγοντας στη μείωση του εμπορίου αποτελεί και ο χαμηλός πληθωρισμός στις ανεπτυγμένες οικονομίες, όπως μπορούμε να διακρίνουμε στο παρακάτω γράφημα.
Πηγή γραφήματος: FT.com
Εξάλλου οι ικανοποιητικοί ρυθμοί ανάπτυξης των αναδυόμενων οικονομιών, κυρίως της Ασίας, με τους χρηματιστηριακούς δείκτες αυτών να καταγράφουν σημαντικές αποδόσεις από την αρχή του έτους, καταδεικνύουν και την αδυναμία των ανεπτυγμένων οικονομιών στο θέμα της ανάπτυξης.
Κατά κύριο λόγο οι θετικοί ρυθμοί ανάπτυξης των ασιατικών αναδυόμενων οικονομιών, οφείλεται και στη συνεχή υποτίμηση των τοπικών τους νομισμάτων, θέτοντας την ανάπτυξη αυτών σε κίνδυνο στο μέλλον, ενώ τα τελευταία δύο χρόνια είναι οι μόνες χώρες οι οποίες αυξάνουν τις εξαγωγές τους, σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Εμπορίου, όπως μπορούμε να διακρίνουμε στο παρακάτω γράφημα, ενώ όσο αφορά τις εισαγωγές αυτές παραμένουν σε χαμηλότερο επίπεδο σε σχέση με δύο χρόνια πριν.
Πηγή γραφήματος: FT.com
Η αναιμική ανάπτυξη όμως τα τελευταία χρόνια, σε συνδυασμό με την αύξηση του κρατικού χρέους αλλά και το χαμηλό πληθωρισμό, οδήγησε σε μείωση του δείκτη ανάπτυξης του εμπορίου ως προς την ανάπτυξη του παγκόσμιου ΑΕΠ σε επίπεδα χαμηλότερα από την κρίση του 2008, με αυτόν να ανέρχεται στο 0,8 έναντι 1,6 που ήταν πριν από τη κρίση, όπως μπορούμε να διακρίνουμε στο παρακάτω γράφημα.
Σε κάθε περίπτωση, η μείωση του παγκόσμιου εμπορίου αποτελεί ένα σημαντικό πρόβλημα για τις οικονομίες ανά τον κόσμο, που μόνο εφησυχασμό δεν μπορεί να φέρει στις κεντρικές τράπεζες, οι οποίες με τον πακτωλό τρισεκατομμυρίων προς το χρηματοπιστωτικό σύστημα έχουν δημιουργήσει τα αντίθετα ακριβώς αποτελέσματα όσο αφορά το θέμα της ανάπτυξης, ενώ το φάντασμα του αποπληθωρισμού συνεχίζει να πλανάται πάνω από την παγκόσμια οικονομία, απειλώντας την με βαθειά και μακράς διαρκείας ύφεση.
Ως αποτέλεσμα των παραπάνω, θα πρέπει από δω και στο εξής να μάθουμε να ζούμε με «αναταράξεις» στα χρηματιστήρια, καθώς η μείωση του παγκόσμιου εμπορίου οδηγεί σε μείωση των κερδών των εταιρειών, και σε αύξηση του χρέους αυτών, καθώς και των χρεοκοπιών, δημιουργώντας νέες ανάγκες για διασώσεις τραπεζών από τις κυβερνήσεις, οι οποίες όπως πάντα επωμίζεται ο φορολογούμενος, και γίνονται εις βάρος της πραγματικής οικονομίας.