Εάν έπρεπε να πάμε να πολεμήσουμε, πώς θα θέλαμε να διοικείται ο στρατός μας; Θέλουμε μια ομάδα πεπειραμένων αξιωματικών, να μπορούν να αξιολογούν τις καταστάσεις, να αντιλαμβάνονται τους κινδύνους και να παίρνουν τις κατάλληλες αποφάσεις για το καλό όλων μας; Μήπως θα προτιμούσαμε να κάνουμε συνελεύσεις, όπου ο καθένας θα έλεγε το μακρύ του και το κοντό του; Οι διαταγές θα ήταν υποχρεωτικές για όλους τους στρατιώτες ή ο καθένας θα μπορούσε να τις ερμηνεύσει με τον δικό του τρόπο;
Εγώ λοιπόν στον πόλεμο θα πήγαινα με στρατηγό και αξιωματικούς και κανονικές διαταγές και όχι με συνελεύσεις, παραινέσεις και προτροπές. Στην περίπτωση του κορωνοϊού, τι βαθμούς ελευθερίας και συμμόρφωσης θα δώσουμε στα στρατεύματά μας δηλαδή στους πολίτες, δηλαδή σε εμάς; Μιλάμε για αποφάσεις που αφορούν τις ζωές όλων μας, των παιδιών μας και των γονιών μας. Θα αφήσουμε τη συμμόρφωση σε αυτές τις κρίσιμες περιστάσεις στην ατομική ευσυνειδησία του καθενός μας;
Ολοι κάθε μέρα βομβαρδιζόμαστε με τις τραγικές εικόνες και περιγραφές από την Ιταλία, λέμε για τα λάθη τους, πως στην αρχή δεν τρόμαξαν, δεν ενημερώθηκαν, δεν πίστεψαν πως αυτή η κατάσταση χρήζει ιδιαίτερης προσοχής. Στην Ελλάδα, από την άλλη μεριά, είμαστε θεατές στο κυνηγητό της κυβέρνησης με τους απείθαρχους συμπολίτες μας.
Παρατηρούμε την πολιτεία να συμπεριφέρεται σαν τη μητέρα που κυνηγάει το παιδί της από πίσω για να μην κάνει κάποια ζημιά, για να μη χτυπήσει. Στην αρχή κλείνει τα σχολεία και τα πανεπιστήμια και όλοι ξεχύνονται στις καφετέριες, στη συνέχεια κλείνει τις καφετέριες και μετά όλοι πάνε στις παραλίες, κλείνει τις παραλίες και μετά πάμε όλοι μαζί στα σούπερ μάρκετ.
Είμαστε εμείς οι κακομαθημένοι και περιμένουμε κάποιον πάντα να μας προστατέψει από τον κακό μας εαυτό, τον απαίδευτο και ακοινώνητο χαρακτήρα μας. Εμείς οι ίδιοι που τώρα προσπαθούμε να ξεγελάσουμε την κυβέρνησή μας θα την κατηγορούμε σε δύο εβδομάδες γιατί δεν έχει φροντίσει να ελέγξει τη μετάδοση του κορωνοϊού.
Εχουμε όμως ένα πλεονέκτημα, αυτό της γνώσης αυτών που έχουν συμβεί προηγουμένως, πρώτα στην Κίνα και ύστερα στην Ιταλία. Υπάρχει τεράστια διαφορά στην αντιμετώπιση ανάμεσα στις δύο χώρες. Τι διαφορετικό έκαναν οι Κινέζοι και κατάφεραν να περιορίσουν την εξάπλωση του κορωνοϊού; Δεν χρησιμοποίησαν ξόρκια, ευχολόγια, προτροπές και παραινέσεις.
Συνδύασαν ιατρική τεχνολογία με αποφασιστικά και σκληρά μέτρα, που τα εφάρμοσαν με στρατιωτική συμμόρφωση και πειθαρχία.
Στην Κίνα το τιμόνι των αποφάσεων ανήκει σε κάποιους για τους οποίους μάλλον πολύ λίγα γνωρίζουμε, όμως οι αποφάσεις που πήραν φαίνεται πως λειτούργησαν αποτελεσματικά.
Οι Κινέζοι λοιπόν άρχισαν να ελέγχουν όλες τις εισόδους των δημόσιων και ιδιωτικών κτιρίων και γραφείων, όπου υπήρχαν θερμόμετρα και ήλεγχαν τις θερμοκρασίες των ανθρώπων. Εάν κάποιος βρισκόταν εμπύρετος πήγαινε στα ειδικά διαμορφωμένα σημεία έξω από τα νοσοκομεία που τα ονόμασαν κλινικές πυρετού και του έκαναν όλες τις απαραίτητες εξετάσεις. Ξεκινούσαν με ένα τεστ αίματος για να μετρήσουν από τα λευκά αιμοσφαίρια εάν έχει κάποια ίωση που να δικαιολογεί τον πυρετό του. Υστερα συνέχιζαν με ένα τεστ για να διαπιστώσουν εάν έχει τον ιό της εποχικής γρίπης. Εάν ο εμπύρετος δεν βρισκόταν να έχει ίωση τότε συνέχιζαν τις εξετάσεις και του έκαναν CAT scan.
Εδώ έρχεται η βοήθεια της τεχνολογίας, καθώς οι Κινέζοι χρησιμοποιούσαν φορητά CAT scanners για να διαγνώσουν τα κρούσματα.
Στη συνέχεια προχωρούσαν στον τυπικό έλεγχο για τον κορωνοϊό. Το πιο σημαντικό ήταν πως μέχρι να βγουν τα τελικά αποτελέσματα οι υποψήφιοι ασθενείς παρέμεναν σε οργανωμένους χώρους αναμονής. Εάν βρίσκονταν θετικοί στον ιό, τότε υποχρεωτικά παρέμεναν σε χώρους απομόνωσης μαζί με άλλους θετικούς στον κορωνοϊό. Κανείς δεν γύρναγε στο σπίτι του. Χώρισαν οικογένειες από τα παιδιά τους, αντρόγυνα μεταξύ τους, καθώς είχαν διαφορετικούς χώρους συγκέντρωσης για άντρες, γυναίκες και τα παιδιά ξεχωριστά. Γέμισαν γυμναστήρια με κρεβάτια, φρόντισαν για τη διατροφή τους και για τουλάχιστον 14 ημέρες οι θετικοί στον ιό παρέμεναν όλοι μαζί. Δεν άφησαν τίποτα στην τύχη, δεν υπήρχε κατ' οίκον απομόνωση.
Ακολούθησαν συντονισμένες δράσεις ολοκληρωτικής διαχείρισης των περιστατικών.
Οι Κινέζοι διαπίστωσαν ότι τα περισσότερα κρούσματα εντοπίζονταν στους πυρήνες της οικογένειας, άρα πήραν το σκληρό μέτρο να σπάσουν και να χωρίσουν τις οικογένειες που είχαν θετικά κρούσματα. Οι γείτονές μας οι Ιταλοί προσπάθησαν να βρουν τη λεπτή ισορροπία ανάμεσα στην απρόσκοπτη συνέχιση της οικονομικής τους δραστηριότητας, στην προστασία των προσωπικών δικαιωμάτων και παράλληλα στον περιορισμό της διάδοσης του κορωνοϊού. Εκ του αποτελέσματος απέτυχαν παταγωδώς, τώρα τρέχουν πίσω από το πρόβλημα με τεράστιο ανθρώπινο κόστος και ακόμα δεν έχουν καταφέρει να κάμψουν τον ρυθμό εξάπλωσης. Οι περισσότεροι πιστεύουμε πως το κακό δεν θα συμβεί σε εμάς και πως τα αυστηρά μέτρα που πήραν οι Κινέζοι δεν ταιριάζουν στις δυτικές κοινωνίες.
Ταιριάζουν όμως οι θάνατοι; Ταιριάζουν τα θύματα που δεν μπορούν λόγω της απομόνωσης ούτε να αποχαιρετήσουν για τελευταία φορά τους δικούς τους, παρά μόνο με video κλήσεις; Εσείς, πού θα βάζατε το 51 και πού το 49; Στον δημοκρατικό ιταλικό τρόπο αντιμετώπισης ή στον κινεζικό;
Δεν είναι καθόλου εύκολη η απάντηση. Στις κρίσιμες στιγμές η τύχη των λαών είναι συνυφασμένη με τις αποφάσεις της ηγεσίας τους. Φαίνεται όμως πως σε αυτή τη χρονική στιγμή η Ελλάδα ευτυχώς έχει τη στιβαρή ηγεσία που θα πάρει γρήγορα τις αποφάσεις που χρειάζονται με γνώμονα το κοινό συμφέρον όλων μας.
* Η στήλη «51+49» δημοσιεύεται στην οικονομική εφημερίδα «Liberal markets» που κυκλοφορεί με τον «Φιλελεύθερο» του Σαββάτου
*Ο Κωνσταντίνος Ζανετόπουλος είναι σύμβουλος επιχειρήσεων.