Τι μπορεί να φέρει κραχ στις αγορές

Τι μπορεί να φέρει κραχ στις αγορές

Η εισβολή στην Ουκρανία έχει επιδεινώσει τις προοπτικές ανάπτυξης και πληθωρισμού, καθώς έχει προκαλέσει σοκ στις προμήθειες σχεδόν όλων των βασικών εμπορευμάτων, επιδεινώνοντας τη συμφόρηση στις εφοδιαστικές αλυσίδες που πρωτοεμφανίστηκαν με την πανδημία.

Όσο πιο πολύ εξαρτάται μια οικονομία από τους φυσικούς πόρους της Ουκρανίας και της Ρωσίας, τόσο πιο πολύ κινδυνεύει από την ύφεση. Η Ευρώπη εξαρτάται για παράδειγμα σε πάρα πολύ μεγάλο βαθμό από τους ενεργειακούς πόρους των δύο χωρών, ενώ τη μεγαλύτερη εξάρτηση σε σιτηρά παρουσιάζουν η Τουρκία, η Αίγυπτος, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Ισραήλ.

Δεν είναι όμως η εξάρτηση από το φυσικό αέριο, το πετρέλαιο, τα σιτηρά, τα έλαια, τα λιπάσματα ή το νικέλιο κ.α που καθιστά προβληματική αυτή την περίοδο για ένα σύνολο χωρών. Ο τουρισμός είναι άλλη μια παράπλευρη απώλεια, οι επενδύσεις επίσης.

Ο κίνδυνος να «κρασάρουν» οικονομίες και επιχειρήσεις

Ο φόβος μιας παρατεταμένης πολεμικής σύγκρουσης ή μιας ανάμιξης του ΝΑΤΟ κάποια στιγμή στις πολεμικές επιχειρήσεις, δημιουργεί ακραία σενάρια για τον πληθωρισμό και τους ρυθμούς ανάπτυξης, με επακόλουθο να καταστρέφεται η επενδυτική ψυχολογία για ένα μεγάλο κομμάτι επενδύσεων.

Ειδικά στις αναδυόμενες οικονομίες, ο αντίκτυπος θα είναι σκληρός, όπως σκληρή θα είναι και η υποτίμηση στα νομίσματα τους καθώς η απουσία ισχυρών δημοσιονομικών δαπανών θα επιτείνει την ύφεση και το δημόσιο χρέος κάθε άλλο παρά ελκυστικό θα είναι.

Η χτεσινή είδηση ότι η Αίγυπτος ζητά την υποστήριξη του ΔΝΤ προκειμένου να εφαρμοστεί το «συνεκτικό οικονομικό πρόγραμμα» είναι ενδεικτική. Η οικονομία της Αιγύπτου επλήγη σοβαρά μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, όχι μόνο λόγω της εξάρτησης της από τις εισαγωγές σιταριού αλλά και από την εξάρτηση των τουριστικών εσόδων από τη Ρωσία και την Ουκρανία. Επιπλέον οι ξένοι επενδυτές εγκαταλείπουν την χώρα.

Η κεντρική τράπεζα της Αιγύπτου αύξησε τη Δευτέρα τα κύρια ημερήσια επιτόκια κατά μία ποσοστιαία μονάδα και τόνισε τη σημασία της ευελιξίας των συναλλαγματικών ισοτιμιών. Η κυβέρνηση ανακοίνωσε επίσης ένα πακέτο οικονομικής βοήθειας ύψους 130 δισεκατομμυρίων λιρών Αιγύπτου -7,05 δισεκατομμύρια δολάρια- μια κίνηση που σύμφωνα με τους αναλυτές φαινόταν σχεδιασμένη για να κερδίσει τη στήριξη του ΔΝΤ. Υπόψιν ότι είναι η τέταρτη φορά τα τελευταία πέντε χρόνια που η χώρα στρέφεται στο ΔΝΤ.

Ένας μεγάλος κίνδυνος λοιπόν είναι στο μέλλον να έχουμε ολοένα και περισσότερες τέτοιες ειδήσεις, Και φυσικά δεν θα περιοριστούν στο επίπεδο κρατικών οντοτήτων. Μην ξεχνάμε ότι μεγάλοι κολοσσοί έχουν έκθεση στις δύο οικονομίες που είναι αυτή τη στιγμή σε εμπόλεμη κατάσταση ενώ η αποχώρηση των δυτικών επιχειρήσεων από τη Ρωσία δεν ξέρουμε ακόμα με ποιούς όρους και πάνω από όλα με τι συνολικό κόστος θα γίνει τελικά.

Μια «άτσαλη» αύξηση επιτοκίων μπορεί να «αποκεφαλίσει» την ανάπτυξη

Mια άτσαλη αύξηση επιτοκίων με έναν ρυθμό πιο γρήγορο από αυτόν που αντέχει η οικονομία είναι αυτή τη στιγμή ένας δεύτερος μεγάλος κίνδυνος που «σκάβει» κινδύνους το έδαφος των αγορών.

Η αλήθεια είναι ότι η οικονομία έχει ξεπεράσει τη Fed τα τελευταία δύο χρόνια, με τον πληθωρισμό να αποδεικνύεται πολύ υψηλότερος και επίμονος από τις αρχικές εκτιμήσεις των αξιωματούχων. Το αποτέλεσμα ήταν να μην αναλάβουν τη δράση που έπρεπε τα τελευταία δύο χρόνια, με ορατό κίνδυνο να κάνουν βεβιασμένες και πιο επιθετικές κινήσεις τη δεδομένη χρονική στιγμή, «τρέχοντας πίσω από τις εξελίξεις».

Παρά τις αφοπλιστικές ενδείξεις που είχαμε για μήνες, οι Κεντρικές τράπεζες μόλις πρόσφατα προχώρησαν σε ουσιαστικές αναθεωρήσεις των προβλέψεων τους.

Τον περασμένο Σεπτέμβριο, η διάμεση πρόβλεψη ήταν για αύξηση των επιτοκίων κατά 0.25% το 2022. Τον Δεκέμβριο, η πρόβλεψη αυτή άλλαξε προς τρεις αυξήσεις. Πριν λίγες ημέρες η Fed μας ενημέρωσε ότι οι αυξήσεις το 2022 θα φτάσουν τις επτά -0,25 μονάδες βάσης έκαστη- ενώ πριν τρία μόλις 24ωρα ο Τζερόμ Πάουλ υιοθέτησε πιο επιθετικούς τόνους και προοιώνισε αυξήσεις ακόμα και μεγαλύτερες των 25 μονάδων βάσης σε επόμενες συνεδριάσεις-οι οποίες μπορεί να είναι και έκτακτες- προκειμένου να τεθεί ο πληθωρισμός υπό έλεγχο.

Το πρόβλημα είναι ότι όπως εξηγήσαμε πριν δύο ημέρες η άνοδος του κόστους παραγωγής λόγω της αύξησης των τιμών των πρώτων υλών, ιδίως του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, προκαλεί μείωση της προσφοράς και ο πληθωρισμός που ζούμε αυτή την περίοδο είναι ακριβώς πληθωρισμός λόγω αύξησης του κόστους (cost-push inflation).

Επιπλέον η διάρκεια του πολέμου και των εκατέρωθεν κυρώσεων είναι αυτή που θα καθορίσει πόσο θα επιδεινωθούν οι προοπτικές της ανάπτυξης και του πληθωρισμού με τη νομισματική πολιτική να μην επαρκεί για να λύσει τους περιορισμούς της ενέργειας και του εφοδιασμού.

Η αύξηση των επιτοκίων λοιπόν, ως εργαλείο για τον περιορισμό του πληθωρισμού κόστους είναι μια δύσκολη διαδικασία, μετατοπίζει γρήγορα τη δυναμική στις χρηματοπιστωτικές αγορές όσον αφορά τη ρευστότητα, τις επενδύσεις και τους κινδύνους και αν ο ρυθμός αύξησης δεν είναι ο βέλτιστος, τότε ο μεγάλος χαμένος θα είναι ο ρυθμός ανάπτυξης. Θα καταφέρουν οι Κεντρικές Τράπεζες να σφίξουν τη νομισματική πολιτική έως το σημείο εκείνο που δεν θα στραγγαλιστεί η ανάπτυξη; Aυτό είναι το επόμενο μεγάλο στοίχημα για τις αγορές.

Η μακροοικονομική εικόνα είναι θέμα χρόνου να μεταφερθεί στην τελική γραμμή των ισολογισμών

Ένας τρίτος κίνδυνος είναι η αντίδραση των αγορών στην περαιτέρω επιβάρυνση των μακροοικονομικών στοιχείων. Ήδη στις ΗΠΑ έχουμε βουτιά στην καταναλωτική εμπιστοσύνη ενώ σε επίπεδο Ευρωζώνης είχαμε εμφάνιση ελλείμματος παρά το γεγονός πως οι εξαγωγές κατά την ίδια χρονική περίοδο σημείωσαν άνοδο κατά 18,9% φτάνοντας τα 199,5 δισ. ευρώ. Αυτό μας οδηγεί στο συμπέρασμα πως το έλλειμμα οφείλεται στην αύξηση των τιμών των πρώτων υλών που εισάγουν οι ευρωπαϊκές οικονομίες. Και όλα αυτά την στιγμή που δεν είχε λάβει χώρα ακόμη η εισβολή στην Ουκρανία ούτε οι κυρώσεις της Δύσης στη Ρωσία.

Πώς θα είναι άραγε τα νούμερα του Μαρτίου;

Είναι εμφανές ότι η ανάπτυξη στις ΗΠΑ και διεθνώς θα επιβραδυνθεί και δεν αποκλείεται να δούμε και ύφεση σε ορισμένες οικονομίες.

Αυτό σε συνδυασμό με τον πληθωρισμό σε επίπεδα 40ετίας προοιωνίζει ότι τα κέρδη ανά μετοχή θα επιβραδυνθούν και ήδη μεγάλοι Οίκοι έχουν αρχίσει να αναπροσαρμόζουν τις εκτιμήσεις τους προς τα κάτω.

Η Morgan Stanley για παράδειγμα μείωσε πρόσφατα τις εκτιμήσεις της για τα κέρδη ανά μετοχή σε διάστημα 12 μηνών στο 18Χ από 22Χ που ήταν προ μηνών. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η τράπεζα: «Οι Κεντρικές Τράπεζες είναι εστιασμένες στον πληθωρισμό και η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία αυξάνει το πίεση στις τιμές, ιδιαίτερα στα τρόφιμα και την ενέργεια. Εν τω μεταξύ, η κατάσταση επιβαρύνει περαιτέρω την εμπιστοσύνη τόσο των καταναλωτών όσο και των επιχειρήσεων, κάτι που δεν είναι καλό για την ανάπτυξη και αυτό δεν έχει τιμολογηθεί».

Μάλιστα κατά την Morgan Stanley σε περίπτωση που τα επιτόκια κινηθούν δραματικά υψηλότερα και το γεωπολιτικό περιβάλλον επιδεινωθεί, δεν αποκλείεται να δούμε τη Wall Street να διαπραγματεύεται 16 φορές τα κέρδη του 2022.

Ο κίνδυνος ενός σοκ στον ενεργειακό εφοδιασμό

Ακόμη και αν Κίεβο και Μόσχα καταλήξουν σύντομα σε κάποια συμφωνία για παύση των εχθροπραξιών, πολύ δύσκολα θα αποκλιμακωθούν οι τιμές του του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, καθώς οι κυρώσεις κατά πάσα πιθανότητα θα παραμείνουν, τουλάχιστον μέχρι να γίνει αλλαγή σκυτάλης στο Κρεμλίνο.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεσμεύτηκε να μειώσει τις αγορές ρωσικού πετρελαίου και φυσικού αερίου από τη Ρωσία κατά δύο τρίτα φέτος και να τις μηδενίσει μέχρι το τέλος της δεκαετίας.

Πώς σκοπεύει όμως η ΕΕ να αναπληρώσει τα 155 δισ. κυβικά μέτρα φυσικού αερίου που αγόρασε από τη Ρωσία πέρυσι; Ένα από τα μέσα για την επίτευξη αυτού του σκοπού είναι η επιτάχυνση της μετάβασης στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, όμως προς το παρόν και σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Κομισιόν, οι ΑΠΕ μπορούν να αναπληρώσουν 20 δισ. κυβικά μέτρα το 2022.

Η Ευρώπη μπορεί να εισάγει επιπλέον 50 δισ. κυβικά μέτρα ετησίως υγροποιημένου φυσικού αερίου-LNG- από τις ΗΠΑ, τη Νορβηγία και το Κατάρ, αλλά και πάλι τα νούμερα δεν συμπληρώνονται.

Μια λύση είναι η περαιτέρω χρησιμοποίηση πετρελαίου, αλλά και εδώ το παζλ είναι δύσκολο με τη ρωσική παραγωγή εκτός και την εμμονή του OPEC να αρνείται να αυξήσει την παραγωγή.

Και εδώ ακριβώς πλανάται ένα μεγάλο ερώτημα: Μέχρι τώρα γνωρίζαμε ότι τα μέλη του καρτέλ εκτός της Σαουδικής Αραβίας έχουν εξαντλήσει τα όρια της επιπλέον παραγωγής τους για τους επόμενους τρεις έως έξι μήνες. Μήπως αυτό ισχύει και για τη Σαουδική Αραβία και απλά η άρνηση να αυξήσει την παραγωγή κρύβει την προσωρινή της αδυναμία;

Αν ισχύει κάτι τέτοιο, τότε μαζί με τους σχιστολιθικούς παραγωγούς οι τρεις με έξι μήνες επενδύσεων είναι απαρραίτητοι και για τον OPEC, προκειμένου να αυξηθούν αισθητά τα επίπεδα παραγωγής.

Μάλιστα σε συνέδριο του FT Commodities Global Summit που διοργάνωσε στη Λωζάνη της Ελβετίας η εφημερίδα «Financial Times», πολλά στελέχη πετρελαϊκών εταιρειών προειδοποίησαν για σοβαρές ελλείψεις στο ντίζελ παγκοσμίως, κάνοντας λόγο για την απειλή ενός «συστημικού» ελλείμματος που μπορεί να μας οδηγήσει στην προμήθεια καυσίμων με δελτίο.

H ευρωπαϊκή αγορά θα έχει το μεγαλύτερο πρόβλημα σε μια τέτοια εξέλιξη, καθώς εισάγει περίπου το μισό ντίζελ από τη Ρωσία και το μισό από τη Μέση Ανατολή.

Αποποίηση Ευθύνης

Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.