Τι πρέπει να προσέξουν οι επενδυτές στις ευρωπαϊκές μετοχές - Ο παράγοντας Τραμπ
Shutterstock
Shutterstock
Morgan Stanley, Goldman Sachs

Τι πρέπει να προσέξουν οι επενδυτές στις ευρωπαϊκές μετοχές - Ο παράγοντας Τραμπ

Σε ρεαλιστικές προβλέψεις αλλά και σε κινήσεις που είναι εφικτό να δημιουργήσουν κέρδη θα πρέπει να επικεντρώσουν οι επενδυτές τις προσπάθειές τους καθώς η πολιτική της Fed και η δημοσιονομική στάση της Ουάσινγκτον δεν μπορούν να ξεκαθαρίσουν το «θολό τοπίο». 

Αυτό επισημαίνει η Morgan Stanley σε πρόσφατο report της με το οποίο προτείνει ως λύση ακόμη και το ενδεχόμενο επανεξισορρόπησης του χαρτοφυλακίου των επενδυτών, ώστε να βοηθηθούν στη διαφοροποίηση μεταξύ των μετοχών σε διάφορες περιοχές και τομείς.

Παράλληλα θα πρέπει να επιδιώξουν να διασφαλίσουν ότι οι επενδύσεις σταθερού εισοδήματος είναι κατάλληλα ισορροπημένες μεταξύ βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων ομολόγων. Στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να αναζητήσουν περαιτέρω διαφοροποίηση με ακίνητα περιουσιακά στοιχεία και αμοιβαία κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου, καθώς και ιδιωτικές επενδύσεις σε δευτερογενή κεφάλαια, κεφάλαια υποδομών και κεφάλαια που επικεντρώνονται σε ακίνητα. 

Όπως επισημαίνουν οι αναλυτές της Morgan Stanley, πολλοί επενδυτές φαίνεται να έχουν αναστείλει τη δραστηριότητά τους και πασχίζουν να κατανοήσουν ποιες ενδείξεις  της αγοράς και της οικονομίας είναι οι πιο σημαντικές. 

Το εκλογικό αποτέλεσμα στις ΗΠΑ μπορεί να έχει σημαντικές επιπτώσεις στη δημοσιονομική πολιτική, ενώ η Ομοσπονδιακή Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ πλησιάζει στην επόμενη συνεδρίασή της, με νέα μακροοικονομικά στοιχεία για την αμερικανική οικονομία τα οποία διαμορφώνουν μια περίπλοκη εικόνα.

Η αγορά ομολόγων αντανακλά αυτή την αβεβαιότητα τις τελευταίες εβδομάδες, καθώς οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων παραμένουν σε υψηλά επίπεδα, γεγονός που δημιουργεί μια επιφυλακτικότητα. Εν τω μεταξύ, η αγορά μετοχών συνεχίζει να διαμορφώνεται γύρω από τα ιστορικά υψηλά της, εδραιωμένη στις ελπίδες των επενδυτών για μια οικονομική «ήπια προσγείωση», συνεχείς μειώσεις των επιτοκίων της Fed, ένα δυνητικά φιλικότερο πολιτικό σκηνικό και ισχυρότερη αύξηση των εταιρικών κερδών. Ωστόσο, οι επενδυτές μετοχών ενδέχεται να χάνουν κρίσιμες ενδείξεις από τα εταιρικά κέρδη.

Οι ελπίδες των επενδυτών για τα μακροοικονομικά, παραμένουν μέχρι  στιγμής «ζωντανές» σύμφωνα με τους αναλυτές της Morgan Stanley.

Από το Σεπτέμβριο που ξεκίνησε ο κύκλος μείωσης των επιτοκίων της Fed, οι ενδείξεις για μια ήπια προσγείωση συσσωρεύονται σταθερά. Για παράδειγμα, η αύξηση του ΑΕΠ του τρίτου τριμήνου του 2024, που δημοσιεύθηκε την περασμένη εβδομάδα, είναι και πάλι ισχυρή, στο 2,8%. Οφείλεται στις εξαιρετικά ισχυρές δαπάνες, οι οποίες αυξήθηκαν με ετήσιο ρυθμό 3,7%, τον καλύτερο ρυθμό από τις αρχές του 2023.

Αναγκαία η σωστή ανάγνωση των εταιρικών αποτελεσμάτων

Ωστόσο, η μακροοικονομική δυναμική δεν είναι το μόνο κρίσιμο στοιχείο. Η Morgan Stanley εκτιμά  ότι οι επενδυτές μετοχών μπορεί να παραβλέπουν τη σημασία των θεμελιωδών μεγεθών των εταιρικών κερδών, τα οποία φαίνεται να παρέχουν λιγότερα στοιχεία για να στηρίξουν την αισιοδοξία των επενδυτών.

Περίπου το 75% των αμερικανικών εταιρειών ανακοίνωσαν τα κέρδη τους για το τρίτο τρίμηνο του 2024 και τα αποτελέσματα δεν ήταν καθόλου ενθαρρυντικά. Εισερχόμενοι στην περίοδο υποβολής εκθέσεων, οι αναλυτές μείωσαν επιθετικά τις προσδοκίες τους, δημιουργώντας ουσιαστικά την ψευδαίσθηση «εκπλήξεων» άνω του μέσου όρου. 

Όμως, σύμφωνα με τον ανεξάρτητο ερευνητή Bespoke, μόνο περίπου το 58% των εταιρειών πέτυχαν υψηλότερα έσοδα από τα αναμενόμενα, γεγονός που τοποθετεί το τρέχον τρίμηνο στο μη εντυπωσιακό 30ό εκατοστημόριο, όταν συγκρίνει τα αποτελέσματα από το 2001. Όσον αφορά τα κέρδη, περίπου το 65% έχουν ξεπεράσει τις προσδοκίες, που είναι περίπου ο μέσος όρος. 

Ένα άλλο στοιχείο, σύμφωνα με τη Morgan Stanley είναι η πορεία των δεικτών. Ο δείκτης S&P 500 εμφανίζει σήμερα συνολική αύξηση κερδών περίπου 6,7% σε ετήσια βάση. Εξαιρουμένων των μετοχών των «Magnificent 7», το ποσοστό αυτό πέφτει μόλις στο 2% περίπου. Τα στοιχεία της FactSet δείχνουν ότι τα καθαρά περιθώρια κέρδους για τον S&P 500 είναι σε καλό δρόμο για να φτάσουν στο 12%. Αυτό υπολείπεται σημαντικά των προσδοκιών των αναλυτών για καθαρά περιθώρια κέρδους 13% έως 13,5% το 2025 - επίπεδα που θα αποτελούσαν υψηλά όλων των εποχών. 

Οι μελλοντικές προβλέψεις των εταιρειών και οι αναθεωρήσεις των κερδών των αναλυτών μπορεί να αρχίσουν να δείχνουν την αποδυνάμωση των θεμελιωδών μεγεθών. Στην πραγματικότητα, οι αναθεωρήσεις των κερδών είναι οι πιο αρνητικές που έχουν γίνει από το Δεκέμβριο του 2022 και σχεδόν το 9% των εταιρειών μειώνουν τις μελλοντικές προβλέψεις. Τα σύνθετα κέρδη του S&P 500 για το 2024 αναμένεται τώρα να διαμορφωθούν γύρω στα 239 δολάρια ανά μετοχή, μειωμένα κατά περίπου 2% σε σχέση με τις προβλέψεις πριν από ένα μήνα. Οι προβλέψεις για το επόμενο έτος έχουν επίσης μειωθεί, έως και 5% από το υψηλό τους τον Σεπτέμβριο, στα 274 δολάρια ανά μετοχή. 

Πολιτική Τραμπ και ευρωπαϊκή οικονομία

Στο 0,5% αναμένεται να διαμορφωθεί η υστέρηση στην ανάπτυξη των οικονομιών της ευρωζώνης σε περίπτωση που ο νεοεκλεγείς πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ εφαρμόσει τις πολιτικές προστατευτισμού της αμερικανικής οικονομίας και ιδιαίτερα αυτές της επιβολής δασμών στα εισαγόμενα προϊόντα. 

Αυτό εκτιμούν οι αναλυτές της Goldman Sachs οι οποίοι και προσθέτουν ότι  η πολιτική ατζέντα του προέδρου Τραμπ θα επηρεάσει την ευρωπαϊκή οικονομική μέσω διαφόρων «καναλιών». 

Το πρώτο και σημαντικότερο από αυτά είναι η αναζωπύρωση των εμπορικών εντάσεων, η οποία θα επιβαρύνει σημαντικά την ανάπτυξη. Ενώ ο προτεινόμενος 10% οριζόντιος δασμός στα εισαγόμενα προϊόντα από Ευρώπη αποτελεί σαφή κίνδυνο, η βασική προσδοκία των αναλυτών της Goldman Sachs είναι ότι ο Τραμπ  θα επιβάλλει ένα πιο περιορισμένο σύνολο δασμών στις ευρωπαϊκές οικονομίες, στοχεύοντας κυρίως στις εξαγωγές αυτοκινήτων. 

Βέβαια, όπως διευκρινίζει η Goldman Sachs το πραγματικό μέγεθος των δασμών μετά την επιβολή τους, μπορεί να έχει μικρότερη σημασία για την ανάπτυξη σε σχέση με το μέγεθος της αβεβαιότητας που δημιουργεί η συνολική εμπορική πολιτική.

Το δεύτερο «κανάλι» είναι η πιθανότητα ανανεωμένων αμυντικών δαπανών και πιέσεων ασφαλείας για την Ευρώπη που μπορεί να δημιουργήσει η εκλογή του Τραμπ. Αυτό σημαίνει στην πράξη, σύμφωνα με τους αναλυτές της Goldman Sachs ότι η όποια ώθηση στην ανάπτυξη είναι πιθανόν να περιοριστεί από τους πολλαπλασιαστές των στρατιωτικών δαπανών στην Ευρώπη, τις ανοδικές πιέσεις στις μακροπρόθεσμες αποδόσεις από τα υψηλότερα ελλείμματα και τις αρνητικές επιπτώσεις στην εμπιστοσύνη λόγω αυξημένου γεωπολιτικού κινδύνου. 

Το τρίτο «κανάλι» είναι οι μικρές δευτερογενείς επιπτώσεις από τις μεταβολές στις ΗΠΑ της μακροοικονομικής πολιτικής και των χρηματοπιστωτικών συνθηκών.

Συνολικά, η ανάλυση της Morgan Stanley υποδηλώνει «πλήγμα»  0,5% στο πραγματικό ΑΕΠ της ζώνης του ευρώ, που κυμαίνεται από 0,6% στη Γερμανία έως 0,3% στην Ιταλία, με ένα μέτριο πλήγμα 0,4% στη Βρετανία. Μάλιστα, οι αναλυτές της αναμένουν ότι το μεγαλύτερο μέρος του αναπτυξιακού πλήγματος θα υλοποιηθεί μέσα στο 2025.

Ως εκ τούτου, υποβαθμίζει τις προβλέψεις της  για την ανάπτυξη σε ολόκληρη την περιοχή. Συγκεκριμένα, η πρόβλεψη περιλαμβάνει ανάπτυξη της ζώνης του ευρώ 0,8% το 2025 (από 1,1% και κάτω από το 1,2% της συναινετικής εκτίμησης των οικονομολόγων) και 1,0% το 2026 (από 1,1% έναντι 1,4% της ίδιας συναινετικής εκτίμησης).

Επίσης, μειώνει την εκτίμησή της για την ανάπτυξη της Βρετανίας  από 1,6% σε 1,4% το 2025 και, επίσης, στο 1,4% το 2026. 

Παράλληλα, όπως αναφέρουν οι αναλυτές της Morgan Stanley, οι ευρωπαϊκές επιπτώσεις στον πληθωρισμό από την πολιτική του Τραμπ είναι πιθανό να είναι μικρές, επειδή υποθέτουν ότι οι ευρωπαϊκές οικονομίες ανταποδίδουν κάποια περιορισμένα «αντίποινα» στους δασμούς των ΗΠΑ στο βασικό πλαίσιο και η ασθενέστερη ζήτηση περιορίζει τυχόν προκύπτουσες πληθωριστικές πιέσεις. Συγκεκριμένα, η Morgan Stanley εκτιμά μια επίδραση 6 μονάδων βάσης, στον πληθωρισμό της ευρωζώνης και αυξάνει τις προβλέψεις της για τον πληθωρισμό μόνο ελαφρώς σε όλες τις χώρες.

Επίσης, οι αναλυτές της Morgan Stanley εκτιμούν ότι η πολιτική ατζέντα του Τραμπ θα ενισχύσει την πολιτική των χαμηλότερων επιτοκίων σε ολόκληρη την Ευρώπη. Μάλιστα η Morgan Stanley μειώνει την πρόβλεψή της για το τελικό επιτόκιο καταθέσεων της ΕΚΤ από 2% σε 1,75% προσθέτοντας μια περαιτέρω μείωση του επιτοκίου κατά 25 μονάδες βάσης τον Ιούλιο του 2025. Ομοίως, συμπεριλαμβάνει μια πρόσθετη μείωση κατά 25 μονάδες βάσης  για το Σεπτέμβριο του 2025.