Οι εκτιμήσεις των αναλυτών της Bank of America για την πορεία των τραπεζικών μετοχών είναι θετικές. Με σύσταση “buy” καλύπτονται οι μετοχές της Eurobank, της Εθνικής Τράπεζας και της Alpha Bank και με σύσταση “underperform” της Τράπεζας Πειραιώς, με περιθώρια ανόδου +15%, +32%, +39% και πτώσης -3% αντιστοίχως. Η αισιόδοξη αίσθηση που αφήνει η ανάλυση, έρχεται σε αντίθεση με τα ερωτήματα και τις ενστάσεις σχετικά με την πορεία των τραπεζών, που εμφανίστηκαν αμέσως μετά την επιτυχία των τραπεζικών αυξήσεων μετοχικού κεφαλαίου.
Μάλιστα, δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η ανάλυση της BofA, αντιμετωπίστηκε με επιφυλακτικότητα από μερίδα της εγχώριας χρηματιστηριακής κοινότητας, με το επιχείρημα ότι η BofA, όχι μόνο δεν έχει έκθεση στις ελληνικές τράπεζες, αλλά δεν έχει συμμετάσχει ούτε ως σύμβουλος, ούτε ως επενδυτής στις πρόσφατες αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου.
Και είναι λογική η επιφυλακτικότητα των επενδυτών, ειδικά αν μελετηθούν με αντικειμενικότητα και ακρίβεια, κάποιες ειδικές μελέτες και κάποιες παρεμβάσεις. Έτσι στη μελέτη της Τράπεζας της Ελλάδος: «Αλληλεπίδραση τραπεζικού τομέα και κεντρικής κυβέρνησης», φαίνεται ότι το ευρύτερο άνοιγμα του τραπεζικού τομέα απέναντι στο κράτος, που περιλαμβάνει τις εγγυήσεις του κρατικού προγράμματος Ηρακλής Ι και ΙΙ, το σύνολο της αναβαλλόμενης φορολογίας αλλά και το ύψος των Ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου (ΟΕΔ) που βρίσκεται στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών υπερβαίνει το 36% του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ).». Για να αντιληφθούμε το μέγεθος του κινδύνου, ας θυμηθούμε ότι το 2010, το αντίστοιχο τραπεζικό άνοιγμα απέναντι στο κράτος ανερχόταν στο 26,3%.
Η επιφυλακτικότητα των επενδυτών, εδράζεται σε σημαντικό βαθμό και στην άτυπη αλλά ολοφάνερη κόντρα των τραπεζών με την κυβέρνηση, που προσπαθεί να παρέμβει στο θέμα της χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας.
Από τη μια πλευρά, ο Υπουργός των Οικονομικών κ. Σταϊκούρας καλεί τους τραπεζίτες να αυξήσουν την χρηματοδότηση προς την πραγματική οικονομία, ειδικά και μετά την κατάθεση του «Ηρακλή ΙΙ» στη Βουλή που παρέχει επιπλέον εγγυήσεις 12 δισ. ευρώ, στην προσπάθεια νέων τιτλοποιήσεων ύψους 32 δισ. ευρώ.
Από τη άλλη πλευρά, οι διοικήσεις των τραπεζών ακολουθούν τις οδηγίες του Μόνιμου Εποπτικού Μηχανισμού των τραπεζών της ΕΚΤ (SSM) και δεν ρισκάρουν να προβούν σε αλόγιστες χρηματοδοτήσεις, γνωρίζοντας ότι η ρευστότητα τους κάποια στιγμή θα πρέπει να επιστραφεί στην ΕΚΤ.
Και ναι μεν θα υπάρξει τα επόμενα χρόνια μια σημαντικότατη αύξηση των δανειακών χαρτοφυλακίων των συστημικών τραπεζών προς την πραγματική οικονομία, αλλά το ερώτημα είναι αν αυτή η αύξηση θα διαχυθεί στο σύνολο της οικονομίας.
Τη σκανδάλη των χρηματοδοτήσεων θα την πατήσει ο μηχανισμός Recovery and Resilience Facility, που αποτελεί τη βάση του ταμείου NextGeneration EU.
Έτσι αναμένονται να υπάρξουν τρεις νέες κατηγορίες δανείων, σε σχέση με το RRF. Αυτά που αφορούν τη συγχρηματοδότηση των έργων, αυτά που αφορούν τις επιδοτήσεις και αυτά που θα προκύψουν από τον μοχλευτικό χαρακτήρα των πόρων του RRF στην εγχώρια οικονομία. Το συνολικό ύψος των χρηματοδοτήσεων μέσω RRF υπολογίζεται στα 30-33 δισ. ευρώ. Και από εδώ θα προέλθει η μερίδα του λέοντος των τραπεζικών εσόδων.
Ο Κλάους Ρέγκλινγκ δήλωσε ότι υπάρχει το ερωτηματικό για το εάν οι ελληνικές τράπεζες θα είναι σε θέση να παράσχουν όλη την πίστωση που απαιτείται για τη χρηματοδότηση της ανάκαμψης.
Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος δήλωσε ότι η επέκταση της τραπεζικής πίστης προς τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, θα μπορούσε να είναι ισχυρότερη, δεδομένων των συνθηκών ρευστότητας των τραπεζών.
Για να θέσουμε το ζήτημα με αριθμούς, σύμφωνα με τις τράπεζες μόλις 35.000 επιχειρήσεις πληρούν τα τραπεζικά κριτήρια χρηματοδότησης. Με τις υπόλοιπες 700.000 τι θα γίνει; Ποιες από αυτές αν δανειοδοτηθούν εκ νέου, θα μπορέσουν να αποπληρώσουν έστω και μέσω ρυθμίσεων τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια τους, για να επανέλθουν στον «τραπεζικό δρόμο»; Διότι ας μην λησμονούμε ότι οι τράπεζες αναμένουν έσοδα και από τις τιτλοποιήσεις των δανείων, που άπτονται αυτών των επιχειρήσεων και των μη εξυπηρετούμενων δανείων που τις ακολουθούν.
Που καταλήγουμε; Ότι οι τιμές στόχοι που δίνονται για μετοχές και ειδικά για τις τραπεζικές, δεν αποτελούν θέσφατα και πρέπει να παρακολουθούνται τακτικά. Άλλωστε το να δίνονται τιμές στόχοι, μέσα σε αυτό το κλίμα ανησυχίας και μεταβλητότητας τόσο των αγορών όσο και της πραγματικής οικονομίας εμπεριέχει σημαντικό κίνδυνο αποκλίσεων. Γι? αυτόν τον λόγο ακόμα και για επιχειρήσεις όπως είναι η Mytilineos, η ΔΕΗ και ο όμιλος της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, που τα έσοδα τους και τα κέρδη τους, μπορούν να υπολογιστούν με σημαντική ακρίβεια, είμαστε φειδωλοί, στον προσδιορισμό των τιμών στόχων.
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.