Του Απόστολου Σκουμπούρη
Το νέο της υπερσύγχρονο βιοκλιματικό εργοστάσιο ευρωπαϊκών προδιαγραφών, το οποίο αποτελεί μια επένδυση που ξεπέρασε τα 35 εκατ. ευρώ και διέπεται από τα υψηλότερα στάνταρ παγκοσμίως στον τομέα του φαρμάκου παρουσίασε χθες στους δημοσιογράφους ο Όμιλος Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Τσέτη, (ΟΦΕΤ), με κυρίαρχο brand την εταιρεία Uni-Pharma.
Συνολικά, οι επενδύσεις που έχει ολοκληρώσει η Uni-Pharma την τελευταία πενταετία ξεπερνούν τα 70 εκατ. ευρώ και στα τρία εργοστάσια που διαθέτει, ενώ το δρομολογούμενο πλάνο επενδύσεων το διάστημα 2018-2020 αναμένεται να ξεπεράσει τα 10 εκατ. ευρώ.
«Δεν αλλάζουμε την έδρα μας, ποτέ δεν σκεφτήκαμε κάτι τέτοιο, τριπλασιάσαμε το προσωπικό μας μέσα στην κρίση, είμαστε εδώ, επενδύουμε στην Ελλάδα και αυτό θα συνεχίσουμε να κάνουμε. Επιτέλους, η Ελλάδα που παράγει και δημιουργεί πρέπει να βγει μπροστά και να «τραβήξει» τη χώρα λίγο ψηλότερα».
Με αυτά τα λόγια περιέγραψε χθες στην έδρα της εταιρείας στην Κάτω Κηφισιά τη φιλοσοφία που διέπει τον όμιλο Uni-Pharma η διευθύνουσα σύμβουλος κα Ιουλία Τσέτη (μέλος του γενικού συμβουλίου του ΣΕΒ), τονίζοντας ότι το μεγαλύτερο μέρος από τις επενδύσεις που ήδη έχει κάνει και από αυτές που βρίσκονται σε εξέλιξη, προέρχονται από ίδια κεφάλαια.
Όπως τόνισε η κα Τσέτη, μόνο τα τελευταία τριάμισι χρόνια, ο όμιλος τριπλασίασε το δυναμικό του, δημιουργώντας 150 νέες θέσεις εργασίας, φτάνοντας σήμερα να απασχολεί 470 άτομα, εκ των οποίων το 60% είναι ανώτατου μορφωτικού επιπέδου.
Ο όμιλος αποτελείται από τις φαρμακοβιομηχανίες Uni-Pharma & InterMed, καθώς και την εμπορική εταιρεία Pharmabelle με έδρα την Κύπρο, ενώ διαθέτει τρία σύγχρονα εργοστάσια παραγωγής, από τα πλέον σύγχρονα σ'' όλη την εγχώρια φαρμακοβιομηχανία.
Αποτελέσματα και ανάπτυξη
Όπως τόνισε η κα Ιουλία Τσέτη, ο κύκλος εργασιών της Uni-Pharma το 2017 ανήλθε σε 55 εκατ. ευρώ και της Intermed σε 22 εκατ. ευρώ, ενώ το 18% του συνολικού κύκλου εργασιών έρχεται από εξαγωγές, καθώς προϊόντα Uni-Pharma & Intermed ταξιδεύουν σε 53 χώρες του κόσμου σε τέσσερις ηπείρους.
Για το 2018, η κα Τσέτη εκτίμησε πως ο κύκλος εργασιών του ομίλου θα ξεπεράσει τα 75 εκατ. ευρώ. Παράλληλα, τόνισε πως το 20% του τζίρου είναι «ταγμένο» στην έρευνα και στην ανάπτυξη, είτε αυτόνομα, είτε σε συνεργασία με Πανεπιστήμια.
Ρομποτικά και hitech συστήματα
Οι σημερινές εγκαταστάσεις παραγωγής προέκυψαν από επέκταση των παλαιότερων, ενώ η (κτιριακή) κατασκευή διήρκεσε από το 2012 έως το 2014. Το 2015 ολοκληρώθηκαν οι απαραίτητες εργασίες validation ώστε να τεθούν σε λειτουργία βασικές γραμμές παραγωγής, ενώ σε πλήρη λειτουργία είναι από τα τέλη του 2016.
Οι νέες εγκαταστάσεις, αποτελούν πρότυπο βιοκλιματικής εφαρμογής, προσανατολισμένο στη πλήρη εκμετάλλευση των κλιματικών συνθηκών για τη λειτουργία του, με παράλληλη μείωση κάθε ενεργοβόρας διαδικασίας, σε πλήρη εναρμόνιση με το φυσικό περιβάλλον.
Η συνολική επιφάνεια του νέου εργοστασίου είναι 9.500 τ.μ. ενώ η παραγωγική ικανότητα ανέρχεται σε 2 δισ. δισκία και 50 εκατ. μονάδες ενεσίμων σε ετήσια βάση. H μονάδα είναι εφοδιασμένη με τα πιο πρόσφατης τεχνολογίας συστήματα παραγωγής, συσκευασίας και ποιοτικού ελέγχου, ενώ όλες οι διαδικασίες παρακολουθούνται και ελέγχονται από νέα, καινοτόμα σύγχρονα ηλεκτρονικά συστήματα (BMS).
Με 32 διπλώματα ευρεσιτεχνίας
Αξίζει να σημειωθεί πως ο όμιλος της Uni-Pharma κατέχει 32 διεθνή διπλώματα ευρεσιτεχνίας, ενώ μαζί με τη θυγατρική της InterMed είναι οι μοναδικές ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες που συμμετέχουν ενεργά με μεγάλο αριθμό ερευνητικών προγραμμάτων στο πλαίσιο της Στρατηγικής Δράσης «Ευρώπη 2020».
Πρόκειται για πρόγραμμα που αναδεικνύει την έρευνα και την καινοτομία ως κεντρικούς μοχλούς για την έξυπνη, βιώσιμη και ολοκληρωμένη ανάπτυξη, στοχεύοντας παράλληλα στην αποτελεσματική αντιμετώπιση σημαντικών θεμάτων που απασχολούν την ευρύτερη ιατρική κοινότητα.
Ιστορικό του ομίλου
Η Uni-Pharma ιδρύθηκε πριν από 55 χρόνια, το 1963 από τον φαρμακοποιό Κλέωνα Τσέτη, ενώ από τον πρώτο χρόνο λειτουργίας ξεχώρισε, καθώς αποτέλεσε την πρώτη εταιρεία παγκοσμίως που παρουσίασε την φαινοβαρβιτάλη ως πόσιμο διάλυμα, το LUMIDROPS®, καθώς και έναν συνδυασμό φαινοβαρβιτάλης και οματροπίνης το NOVALUMINE® (ηρεμιστικό και σπασμολυτικό).
Επόμενοι κύριοι σταθμοί:
1977: Εισαγωγή SALOSPIR® Το SALOSPIR®, ήταν το πρώτο προϊόν ακετυλοσαλικυλικού οξέος που κυκλοφόρησε στην Ευρώπη σε μορφή δισκίων με εντεροδιαλυτή επικάλυψη, σε δοσολογικές μορφές που κυμαίνονται από 80-1.000 mg.
1990: Εξειδίκευση στην θεραπεία των παθήσεων του θυροειδούς αδένα. Το Τ4®, προϊόν για τη θεραπεία παθήσεων του θυρεοειδούς αδένα, αποτελεί ένα εξειδικευμένο προϊόν που διατίθεται σε 13 διαφορετικές περιεκτικότητες σε ατομικευμένα δοσολογικά σχήματα.
1992: Το APOTEL®, που εισήχθη στην αγορά το 1992, ήταν το πρώτο παγκοσμίως ενέσιμο σκεύασμα παρακεταμόλης, βάσει μεθόδου διαλυτοποίησης της παρακεταμόλης που ανέπτυξε η Uni-Pharma.
1998: Εκείνο το έτος η Uni-Pharma απέκτησε Ευρωπαϊκό Δίπλωμα Ευρεσιτεχνίας για τα ενέσιμα διαλύματα παρακεταμόλης και παρακεταμόλης σε συνδυασμό με άλλες δραστικές ουσίες.
InterMed: Ιδρύθηκε 1996 από τον Κλέωνα Τσέτη, ο οποίος οραματίστηκε μια νέα πρωτοπόρα παραγωγική βιομηχανία στο χώρο της υγείας που θα συνέβαλε στην αντιμετώπιση των καθημερινών αναγκών. Χάρη στα καινοτόμα προϊόντα της από τους τομείς των οδοντιατρικών, δερμοκαλλυντικών, γυναικολογικών, παιδιατρικών κλπ, επιδεικνύει συνεχή ανοδική πορεία. To αποτέλεσμα αυτής της πορείας, είναι η καθιέρωση της InterMed στην ελληνική και διεθνή αγορά με brands όπως τα Unisept, Chlorhexil, Eva, Reval και πολλά άλλα σκευάσματα.