Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης στην Ελλάδα συχνά ασχολούνται με τη συμφωνία της ελληνικής εταιρείας «Νοβάρτις Ελλάς» με το αμερικανικό Υπουργείο Δικαιοσύνης. Συνήθως, οι αναφορές σε αυτήν τη συμφωνία περιορίζονται στην περιγραφή των πρακτικών της Νοβάρτις. Σπάνια η ελληνική επικαιρότητα ενδιαφέρεται για τις συνθήκες που οδήγησαν στη συμφωνία αυτή. Για ποιους λόγους το αμερικανικό Υπουργείο Δικαιοσύνης συναίνεσε σε μια τέτοια συμφωνία. Γιατί το αμερικανικό δημόσιο δέχεται να συμβιβαστεί με μια εταιρεία; Πόσο συχνές είναι τέτοιες συμφωνίες; Ποιοι οι πιθανοί επιχειρηματικοί κίνδυνοι και οι επιπτώσεις για τις εταιρείες;
Η συμφωνία αφορά στην επίλυση παραβιάσεων του αμερικανικού ποινικού νόμου σχετικού με την Πάταξη της Δωροδοκίας Αλλοδαπών Αξιωματούχων (US Foreign Corrupt Practices Act ή“FCPA”). Ο FCPA περιλαμβάνει δύο κατηγορίες διατάξεων: α. κατά της δωροδοκίας, και β. λογιστικές διατάξεις. Συγκεκριμένα, αφενός απαγορεύει τη δωροδοκία αλλοδαπών αξιωματούχων με σκοπό την απόκτηση ή διατήρηση κάποιου επιχειρηματικού πλεονεκτήματος, αφετέρου απαιτεί συγκεκριμένες κατηγορίες εταιρειών να τηρούν λογιστικά στοιχεία, που να περιγράφουν με ακρίβεια τις συναλλαγές τους, καθώς και να εφαρμόζουν ένα επαρκές σύστημα εσωτερικών μηχανισμών ελέγχου.
Ανάλογες συμφωνίες μεταξύ εταιρειών και του αμερικανικού Υπουργείου Δικαιοσύνης είναι συχνές στο πλαίσιο του FCPA, αλλά και γενικά στο πλαίσιο της πάταξης οικονομικών εγκλημάτων, που τελούνται από εταιρείες. Την τελευταία δεκαετία, το Υπουργείο Δικαιοσύνης υπέγραψε συνολικά 84 αντίστοιχες συμφωνίες για παραβιάσεις του FCPA. Γιατί όμως ποινικές υποθέσεις επιλύονται εξωδικαστικά; Η εξωδικαστική επίλυση είναι ταχύτερη και πιο οικονομική, ενώ επιτρέπει στην αμερικανική κυβέρνηση να επιβάλει συγκεκριμένους όρους στην εν δυνάμει κατηγορούμενη εταιρεία, όπως ο περιοδικός έλεγχος για ορισμένο χρονικό διάστημα, η υποχρέωση εφαρμογής προγράμματος εταιρικής ηθικής και κανονιστικής συμμόρφωσης, η υποχρέωση συνεργασίας με, και παροχής αποδείξεων σε, αμερικανικές και διεθνείς διωκτικές αρχές.
Με βάση αυτές τις αποδείξεις, το Υπουργείο Δικαιοσύνης μπορεί να στραφεί κατά των φυσικών προσώπων - αυτουργών. Τέτοιες συμφωνίες είναι ελκυστικές για τις εν δυνάμει κατηγορούμενες εταιρείες, διότι έτσι αποφεύγουν την αρνητική δημοσιότητα μιας μακρόχρονης δημόσιας δίκης. Επιπλέον, το πρόστιμο, που θα κληθούν να πληρώσουν, ίσως να είναι μικρότερο από ό,τι θα επέβαλε το δικαστήριο. Επίσης, οι εταιρείες μπορούν να διαπραγματευτούν το πρόστιμο και τα πραγματικά περιστατικά που θα συμπεριληφθούν στη δημόσια συμφωνία. Σημειωτέον ότι, εκτός του Υπουργείου Δικαιοσύνης, και άλλες αμερικανικές αρχές, όπως η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, είναι επίσης αρμόδιες για την εφαρμογή του FCPA.
Παρότι η εξωδικαστική επίλυση παραβιάσεων του FCPA συμβαίνει συχνά, η Νοβάρτις είναι μάλλον η μοναδική ελληνική εταιρεία, με την οποία το Υπουργείο Δικαιοσύνης έχει υπογράψει τέτοια συμφωνία. Όμως, από το 1993, τουλάχιστον εννέα υποθέσεις αφορούν παραβιάσεις του FCPA στην Ελλάδα. Συνήθως στις υποθέσεις αυτές αλλοδαπές εταιρείες συμβάλλονται με τις αμερικανικές αρχές για τη δράση των αντιπροσώπων τους ή των θυγατρικών τους στην Ελλάδα. Σε γενικές γραμμές, οι υποθέσεις αυτές περιλαμβάνουν παραβιάσεις σχετικά με πληρωμές ιατρικού προσωπικού, καθηγητών και λειτουργών δημοσίων πανεπιστημίων, εφοριακών, και προσωπικού του Οργανισμού Τηλεπικοινωνιών Ελλάδος και του Οργανισμού Διεξαγωγής Ιπποδρομίων Ελλάδος.
Προφανώς, δεν είναι δυνατόν να μαντέψει κανείς πότε μια άλλη ελληνική εταιρεία θα βρεθεί ενώπιον των αμερικανικών αρχών ή κάποια υπόθεση αλλοδαπής εταιρείας θα αφορά σε πραγματικά περιστατικά στην Ελλάδα. Ωστόσο, η κατακόρυφη αύξηση των αμερικανικών επενδύσεων στην Ελλάδα πιθανότατα θα κινητοποιήσει τις αμερικανικές αρχές να διερευνήσουν την επιχειρηματική δράση ξένων εταιρειών στη χώρα μας για παραβιάσεις του FCPA.
Αντίστοιχα, επειδή οι Αμερικανοί και όχι μόνο οι επενδυτές είναι εξοικειωμένοι με τις απαιτήσεις του FCPA, σχεδόν πάντοτε απαιτούν τη λήψη μέτρων πρόληψης της διαφθοράς κατά τη διαπραγμάτευση μιας ενδεχόμενης επένδυσης ή άλλων συναλλαγών, όπως η εφαρμογή ενός προγράμματος εταιρικής ηθικής και κανονιστικής συμμόρφωσης. Συνεπώς, ελληνικές εταιρείες που επιδιώκουν συνεργασία με αμερικανικές εταιρείες οφείλουν να γνωρίζουν τους νομικούς και επιχειρηματικούς κινδύνους που εγκυμονεί ο FCPA, αλλά και να αναγνωρίζουν το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που η εφαρμογή προληπτικών μέτρων πάταξης της διαφθοράς προσφέρει για την προσέλκυση αλλοδαπών επενδύσεων.
* Ο Νικόλας Δουκέλλης είναι δικηγόρος Αθηνών και Νέας Υόρκης. Εργάζεται στις ΗΠΑ ως διοικητικός δικαστής στο σύστημα κανονιστικών κυρώσεων της Παγκόσμιας Τράπεζας και εξειδικεύεται στο δίκαιο καταπολέμησης της διαφθοράς, συμπεριλαμβανομένου του Foreign Corrupt Practices Act ("FCPA").