Του Γιώργου Φιντικάκη
Κάτω από τον πήχη που η ίδια είχε σηκώσει ψηλά, πέρασε τελικά η κυβέρνηση στο κεφάλαιο λιγνίτες της ΔΕΗ, στο οποίο είχε επενδύσει πολλά, προκειμένου να να μη μπει η επιχείρηση σε αχαρτογράφητα «νερά».
Το ναυάγιο του διαγωνισμού όχι μόνο επιβεβαιώνει όσους προέβλεπαν χαμηλά τιμήματα, αλλά ξυπνά το φάντασμα της «Μικρής ΔΕΗ», και επαναφέρει, εκ των πραγμάτων στη δημόσια συζήτηση σενάρια πώλησης ό,τι πιο πολύτιμου έχει σήμερα η επιχείρηση, των κερδοφόρων υδροηλεκτρικών μονάδων, τα οποία η κυβέρνηση δεν θέλει ούτε να τα σκέφτεται.
Αυτός είναι και ο λόγος που ο πρόεδρος της ΔΕΗ Μ. Παναγιωτάκης έσπευσε χθες να ανακοινώσει ότι ο διαγωνισμός θα επαναπροκηρυχθεί με καλύτερους όρους, ενώ την ίδια στιγμή κύκλοι του πολιτικού του προϊσταμένου υπ. Ενέργειας Γ.Σταθάκη, διέρρεαν ότι ακριβώς για το σκοπό αυτό ξεκινούν άμεσα από Δευτέρα, οι διαπραγματεύσεις με την Κομισιόν.
Στη πραγματικότητα, αυτό που αμφότεροι φοβούνται και πάνε να προλάβουν, είναι να επανέλθουν οι Βρυξέλλες με μια νέα προς πώληση «Μικρή ΔΕΗ», που θα περιλαμβάνει και τα χαμηλού κόστους μεγάλα υδροηλεκτρικά.
Στο υπουργείο ελπίζουν ότι λόγω των επικείμενων Ευρωεκλογών, η Ε.Επιτροπή θα αφήσει τυχόν σκληρές παρεμβάσεις, για μετά το Μάιο, και εκτιμούν ότι θα δώσει μια δεύτερη ευκαιρία στην ελληνική πλευρά, εφόσον αυτή δεσμευθεί ότι θα οργανώσει ένα νέο «fast track» διαγωνισμό, με το ίδιο αντικείμενο, δηλαδή τις μονάδες της Μελίτης και της Μεγαλόπολης, αλλά με πολύ καλύτερους όρους. Στο ερώτημα για ποιο λόγο, αυτοί οι καλύτεροι όροι δεν συμπεριελήφθησαν στον πρώτο διαγωνισμό, όταν οι πάντες γνώριζαν ότι το επενδυτικό ενδιαφέρον θα ήταν χαμηλό, κύκλοι του κ Σταθάκη χρεώνουν το ναυάγιο σε προσπάθεια του κ. Παναγιωτάκη να υπονομεύσει το διαγωνισμό.
Το περιβάλλον Σταθάκη διαρρέει μάλιστα ότι εξετάζεται να αναλάβει τη δεύτερη αυτή προσπάθεια πώλησης των λιγνιτικών μονάδων, όχι η ΔΕΗ αλλά κάποιος άλλος φορέας, όπως για παράδειγμα απευθείας η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού (DG Comp) της Ε.Επιτροπής.
Τα παραπάνω, όπως και το blame game Σταθάκη-Παναγιωτάκη, δείχνουν περισσότερο την αμηχανία της κυβερνησης μπροστά στο ναυάγιο, παρά ένα επεξεργασμένο "Plan B". Το μόνο βέβαιο είναι ότι δεν υπάρχει πολυτέλεια χρόνου, αφού η αποτυχία του εγχειρήματος μπορεί να επηρεάσει, μαζί με άλλες μεταμνημονιακές καθυστερήσεις, την επιστροφή στην Ελλάδα των κερδών ύψους 750 εκατ ευρώ των ευρωπαϊκών κεντρικών τραπεζών (SMPs και ANFAs).
Το που θα γείρει τελικά η πλάστιγγα θα φανεί μέσα στην επόμενη εβδομάδα, με τη κυβέρνηση να ανησυχεί μη τυχόν οι δανειστές αντιμετωπίσουν ως "πακέτο" το ναυάγιο του διαγωνισμού για τους λιγνίτες με το αργό άνοιγμα της αγοράς λιανικής στο ρεύμα, και ζητήσουν μια κοινή λύση και στα δύο θέματα.
Τους φοβίζει ότι εκκρεμεί ακόμη η έρευνα γύρω από τη διαχείριση των υδροηλεκτρικών αποθεμάτων και μονάδων της ΔΕΗ, που εδώ και μήνες διεξάγει η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού (DG Comp) της Κομισιόν έπειτα από την "έφοδο" που είχαν κάνει απροειδοποίητα στελέχη της, το Φεβρουάριο του 2017, στα γραφεία της δημόσιας επιχείρησης ηλεκτρισμού, και του ΑΔΜΗΕ, όπως είχε αποκαλύψει το liberal.gr.
Προσδοκίες και πραγματικότητα
Έρευνα που είχε διεξαχθεί λίγους μήνες μετά την δεύτερη καταδίκη της ΔΕΗ (Δεκέμβριος 2016) από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για δεσπόζουσα θέση στο λιγνίτη, και που έβαλε τελικά στην εξίσωση του 3ου Μνημονίου τη πώληση λιγνιτικών μονάδων, για τις οποίες ο κ. Σταθάκης διαβεβαίωνε πριν από ενάμισι χρόνο ότι «θα υπάρξει επενδυτικό ενδιαφέρον και μάλιστα ισχυρό».
«Θα διαψευστούν όσοι θεωρούν ότι δεν θα έχει ανταπόκριση ο διαγωνισμός για τους λιγνίτες», επέμενε το Μάιο του 2017 ο κ. Σταθάκης, για να διαψευστεί τελικά ο ίδιος.
Το ναυάγιο που επισημοποίησε χθες η ΔΕΗ, επιβεβαιώνει ότι όσο και να επιθυμεί ένας επενδυτής να ελέγχει ο ίδιος το κόστος του ρεύματος που πουλάει, άλλο τόσο δεν πρόκειται να βάλει βαθιά το χέρι στη τσέπη για να αγοράσει λιγνιτικά εργοστάσια, τα οποία η ευρωπαική πολιτική υπέρ της καθαρής ενέργειας, τα έχει καταστήσει εντελώς ασύμφορα.
Κανέναν δεν συμφέρει σήμερα η αγορά λιγνιτικού εργοστασίου, παρά μόνο αν το τίμημα είναι χαμηλό, όπως αποδεικνύουν τα όσα ειπώθηκαν χθες στο διοικητικό συμβούλιο της ΔΕΗ για τις προσφορές, ύψους 25 εκατ. ευρώ της Μυτιληναίος για τη Μελίτη, και των 103 εκατ. ευρώ της κοινοπραξίας Sev.En Energy- ΓΕΚ -ΤΕΡΝΑ για το συνολικό πακέτο (Μεγαλόπολη-Μελίτη), η οποία ωστόσο δεν έγινε δεκτή καθώς συνοδευόταν από όρους που δεν προέβλεπε ο διαγωνισμός.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες, η αποτίμηση του ανεξάρτητου αποτιμητή που προσέλαβε η ΔΕΗ, ήταν για τη Μελίτη, 153 εκατ. ευρώ, και για τις μονάδες της Μεγαλόπολης, 147 εκατ. ευρώ.