Υπάρχουν οι συνθήκες για την επόμενη κρίση;
Shutterstock
Shutterstock

Υπάρχουν οι συνθήκες για την επόμενη κρίση;

Η επόμενη μεγάλη κρίση ίσως είναι πιο κοντά απ' όσο πιστεύουμε. Η πρώτη παρατήρηση είναι ότι λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, κατά κύριο λόγο, ο αυξανόμενος πληθωρισμός έχει οδηγήσει σε αύξηση των επιτοκίων πολιτικής σε παγκόσμιο επίπεδο. Από τη στιγμή, λοιπόν, που τα επιτόκια βρίσκονται σε άνοδο, αντί του μηδενικού επιπέδου που είχαμε συνηθίσει τα δώδεκα (περίπου) τελευταία έτη, επενδυτές (μακροπρόθεσμοι ή και speculators) δεν «επείγονται» να επενδύσουν τα κεφάλαια τους σε «ευκαιρίες» (sic) μεγάλου ρίσκου. Και τούτο επειδή τα κρατικά ομόλογα προσφέρουν αποδόσεις μεγαλύτερες του παρελθόντος.

Δεύτερη παρατήρηση: Καθώς τα επιτόκια αυξάνονται διεθνώς, δημιουργείται ένα χρηματοοικονομικό «δίκτυ ασφαλείας». Με άλλα λόγια, εάν ξεσπάσει νέα κρίση, οι κεντρικές τράπεζες μπορούν, ως ένα βαθμό, να «στηρίξουν» την οικονομία μειώνοντας τα επιτόκια, από το 3% και 4% που είναι σήμερα, στο μηδέν. Προ διετίας, όταν τα επιτόκια ήταν κοντά στο μηδέν, οι κεντρικές τράπεζες δεν είχαν αυτή τη δυνατότητα.

Τρίτη παρατήρηση: Λόγω και της πανδημίας, το διεθνές χρέος βρίσκεται σε ανησυχητικά υψηλό επίπεδο. Πράγματι, σύμφωνα με το ΔΝΤ, το κρατικό χρέος των ανεπτυγμένων οικονομιών, εκτιμάται στο 111,3% του ΑΕΠ για το 2023, 20 δηλαδή ποσοστιαίες μονάδες πάνω από το χρέος (ως ποσοστό του ΑΕΠ) του 2009!

Στην περίπτωση των αναπτυσσομένων οικονομιών, το κρατικός χρέος θα φτάσει στο 67,5% του ΑΕΠ το 2023. Ήτοι, 29 ποσοστιαίες μονάδες πάνω από το χρέος το 2009 (General government gross debt). Ιδιαίτερα αρνητική εξέλιξη η οποία σίγουρα μπορεί να δημιουργήσει τις εξελίξεις για νέα παγκόσμια κρίση. Πόσο μάλλον εάν ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχισθεί με αποτέλεσμα ο πληθωρισμός να παραμείνει σε υψηλά επίπεδα και τα διεθνή πραγματικά εισοδήματα να πιεσθούν περαιτέρω…

Τέταρτη παρατήρηση: Τι μας δείχνουν οι μετρήσιμοι δείκτες χρηματοοικονομικού stress και οικονομικής αβεβαιότητας; Όσον αφορά την Ευρωζώνη, για παράδειγμα, ο δείκτης χρηματοοικονομικού stress βρίσκεται στο ήμισυ, περίπου, σε σχέση με το επίπεδο του 2009. Όσον αφορά στην Ελλάδα, ειδικότερα, ο δείκτης χρηματοοικονομικού stress κινείται, σήμερα, σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα.

Από την άλλη πλευρά, όμως, ο παγκόσμιος δείκτης οικονομικής αβεβαιότητας υπερβαίνει κατά 43% το επίπεδο του 2008-2009 ενώ, το πολύ καλό νέο για την Ελλάδα είναι ότι ο ελληνικός δείκτης οικονομικής αβεβαιότητας βρίσκεται 54% χαμηλότερα από το επίπεδο του 2008-2009. Με άλλα λόγια, εάν ξεκινήσει νέα κρίση, όπως πιθανώς δείχνει ο παγκόσμιος δείκτης οικονομικής αβεβαιότητας, η νέα κρίση, σύμφωνα με τα οικονομετρικά μοντέλα, θα λάβει χώρα μέσα στους επόμενους 20 μήνες. Χωρίς όμως την Ελλάδα να βρίσκεται στο επίκεντρο, ή έστω στον πυρήνα, άσχημων εξελίξεων.

Πέμπτη παρατήρηση: Φοβάμαι, σε κάποιο βαθμό, την Κίνα. Με τη χώρα (καλώς) να απομακρύνεται από τη μηδενική ανοχή στην πολιτική αντιμετώπισης της πανδημίας, και καθώς τα εμβόλια στην Κίνα έχουν (δυστυχώς) μικρότερη αποτελεσματικότητα (σε σχέση με τα εμβόλια Moderna/Pfizer) έναντι του ιού, αυξάνει ο κίνδυνος για νέα έξαρση (και νέες μεταλλάξεις) του ιού από την Κίνα. Μία τέτοια, όχι και τόσο πιθανή (προς το παρόν) εξέλιξη, μπορεί να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για νέα παγκόσμια κρίση.

Έχει πάντως την αξία του το γεγονός ότι μετά την παγκόσμια κρίση του 2008-2009, αυξήθηκε η ζήτηση, στο Πανεπιστήμιο, για διδασκόμενα μαθήματα τα οποία σχετίζονταν με τους λόγους δημιουργίας αλλά και τις επιπτώσεις χρηματοοικονομικών κρίσεων. Ο γράφων, για παράδειγμα, δημιούργησε, εκ του μηδενός, το μάθημα «Financial Crises and Defaults» για τους τριτοετείς φοιτητές στο Liverpool, το οποίο ασχολείται με το συγκεκριμένο αντικείμενο.

Το μάθημα ασκεί έντονη κριτική στους διαχειρίζοντες την οικονομική πολιτική υπό την έννοια ότι, εθιζόμενοι στις καλές ημέρες προ του 2008, πίστεψαν ότι χρηματοοικονομικές κρίσεις δεν επρόκειτο να λάβουν χώρα στο (άμεσο) μέλλον. Το μάθημα επίσης ασκεί έντονη κριτική στους οικονομολόγους (μεταξύ αυτών και εμένα!) για τον λόγο ότι, βολευόμενοι στην οικονομική μας «έδρα», απλώς διδάσκαμε οικονομικές θεωρίες του «μακρινού» παρελθόντος. Πράγματι, πριν από το 2008, πολύ λίγα οικονομετρικά μοντέλα ελάμβαναν υπόψιν την εξέλιξη των χρηματοοικονομικών συνθηκών οι οποίες, όπως τώρα γνωρίζουμε, έχουν σαφέστατη προβλεπτική ικανότητα όσον αφορά στην πιθανότητα οικονομικής ύφεσης.

Για παράδειγμα, ο Claudio Borio της Bank of International Settlements έγραψε το 2014 ότι «οι χρηματοοικονομικοί παράγοντες εξαφανίστηκαν από το ραντάρ των οικονομολόγων» με αποτέλεσμα κανείς να μην καταλάβει «από που μας προέκυψε» η κρίση του 2008-2009. Οι δε, οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης έδιναν ιδιαίτερα υψηλά credits scores σε επιχειρήσεις και χώρες χωρίς αυτά να συμβαδίζουν με τα θεμελιώδη μεγέθη εταιρειών και χωρών.

Οι οικονομολόγοι «αντέδρασαν» με τη δημιουργία νέων οικονομικών/οικονομετρικών μοντέλων. Η Τράπεζα της Αγγλίας, για παράδειγμα, λαμβάνει (εκ των υστέρων, βέβαια!) υπόψιν τις χρηματοοικονομικές εξελίξεις στα εμπειρικά μοντέλα της («Modelling banking sector shocks and unconventional policy: new wine in old bottles?»). Σε μελέτη του 2022 στο European Journal of Finance, ο γράφων, μαζί με άλλους συναδέλφους στο Liverpool, καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι τόσο ο δείκτης χρηματοοικονομικού stress, όσο και ο δείκτης οικονομικής αβεβαιότητας στην Μεγάλη Βρετανία προβλέπουν οικονομική ύφεση στη χώρα 20 μήνες προτού αυτή λάβει χώρα («Of votes and viruses: the UK economy and economic policy uncertainty»).

Πού βρισκόμαστε σήμερα και πόσο πιθανή είναι μία χρηματοοικονομική κρίση τα επόμενα έτη; Ουδείς γνωρίζει. Ωστόσο, οι παραπάνω παρατηρήσεις έχουν την αξία τους.

ΥΓ. Οικονομετρικά μοντέλα άρχισαν, πρόσφατα, να λαμβάνουν υπόψιν επιδημιολογικές εξελίξεις στις οικονομικές τους προβλέψεις. Από όσα γνωρίζω, όμως, δεν έχουν αξιολογήσει το σενάριο νέας πανδημίας στην Κίνα και τις οποίες επιπτώσεις του στη διεθνή οικονομία.

Ο Κώστας Μήλας είναι Καθηγητής Χρηματοοικονομικών, University of Liverpool