Σαφές μήνυμα στους Ευρωπαίους εταίρους στέλνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης με συνέντευξή του στη εφημερίδα Handelsblatt τονίζοντας πως χρειάζεται αλληλεγγύη στην αντιμετώπιση του προσφυγικού μεταναστευτικού ενώ επισημαίνει ότι η Τουρκία με τη συμπεριφορά της παραβιάζει τη συμφωνία με την ΕΕ. Στην ίδια συνέντευξη σημειώνει ακόμη πως η Ελλάδα σε δύο χρόνια από σήμερα «θα είναι μια άλλη χώρα» αναφέρεται στο θετικό κλίμα που έχει δημιουργηθεί ενώ δηλώνει πως στις εκλογές νικήθηκε ο λαϊκισμός.
Συγκεκριμένα στη συνέντευξη που βρίσκεται στο αυριανό πρωτοσέλιδο της γερμανικής εφημερίδας, με τίτλο «Μήνυμα από την Αθήνα», ο Πρωθυπουργός δηλώνει με αφορμή την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί με το μεταναστευτικό προσφυγικό ότι «Αυτό είναι απαράδεκτο, δεν μπορούμε να συνεχίσουμε έτσι» και απευθυνόμενος στους Ευρωπαίους εταίρους επισημαίνει:
«Δεν μπορεί μια χώρα της ΕΕ να διεκδικεί τα πλεονεκτήματα της ζώνης του Σένγκεν και να αρνείται ταυτόχρονα να μοιραστεί τα βάρη, όπως κάνουν ορισμένες χώρες της ανατολικής Ευρώπης. Η Ευρώπη αντιμετωπίζει τις χώρες άφιξης όπως η Ελλάδα ως βολικούς χώρους «στάθμευσης» για πρόσφυγες και μετανάστες. Είναι αυτό ευρωπαϊκή αλληλεγγύη; Όχι. Δεν θα το δεχτώ άλλο».
Παράλληλα καταγγέλλει την Τουρκία ότι προσπαθεί να χρησιμοποιήσει ως μοχλό πίεσης το μεταναστευτικό για να αναγκάσει την Ευρώπη να κάνει παραχωρήσεις και τονίζει πως ο ίδιος ανέφερε στον Ταγίπ Ερντογαν ότι «δεν μπορεί να εκμεταλλεύεται τους μετανάστες και τους πρόσφυγες αν θέλει να έχει σχέσεις καλής γειτονίας με την Ελλάδα»
Στο σημείο αυτό ο Κυριάκος Μητσοτάκης θέτει θέμα παραβίασης της συμφωνίας Ε.Ε. Τουρκίας για το μεταναστευτικό αποκαλύτποντας πως «τον τελευταίο καιρό, όταν προσπαθούμε να επικοινωνήσουμε με την τουρκική ακτοφυλακή και επισημαίνουμε ότι έφυγε μια βάρκα με μετανάστες από τις τουρκικές ακτές, δεν υπάρχει καμία αντίδραση από πλευράς τους»
Στη συνέχεια υπογραμμίζει πως η ευρώπη δεν μπορεί να αγνοεί το πρόβλημα και ότι ο ίδιος δεν μπορεί να δεχτεί τη στάση όσων «συμπεριφέρονται σαν να είναι αποκλειστικά ένα πρόβλημα της Ελλάδας» επισημαίνοντας πως «Θα πρέπει να δοθεί λύση σε ευρωπαϊκό επίπεδο»
Καταλήγοντας σχετικά με το θέμα του μεταναστευτικού προσφυγικού σημειώνει ότι «η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να προωθήσει τις προτάσεις του Υπουργoύ Εσωτερικών της Γερμανίας Horst Seehofer για τη μεταρρύθμιση του συστήματος ασύλου, του Κανονισμού του Δουβλίνου» ενώ κάνει αναφορά στις ενέργειες πυο έχει προχωρήσει η ελληνική κυβέρνηση για όπως η αυστηροποίηση και επιτάχυνση των διαδικασιών ασύλου. «Όποιος δεν λαμβάνει άσυλο, πρέπει να επιστρέφει είτε στην Τουρκία είτε στη χώρα προέλευσής του. Γι' αυτό θα δημιουργήσουμε κλειστά προαναχωρησιακά κέντρα. Εκτός αυτών, θα ενισχύσουμε την ακτοφυλακή μας, για να μπορεί να επιτηρεί καλύτερα τη θαλάσσια περιοχή μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας» τονίζει χαρακτηριστικά ενώ ιδιαίτερη είναι η αναφορα στο ζήτημα των 4.000 ασυνόδευτων ανηλίκων που βρίσκονται στην Ελλάδα: «Γνωρίζετε» τονίζει «τι θα συμβεί αν δεν φροντίσουμε αυτά τα παιδιά στα κατάλληλα ιδρύματα; Θα πέσουν θύματα εκμετάλλευσης. Θα έβλαπτε τόσο πολύ την Ουγγαρία ή την Πολωνία αν υποδέχονταν εκατό από αυτά τα παιδιά;».
Άλλη χώρα η Ελλάδα σε δύο χρόνια
Στην ίδια συνέντευξη ο πρωθυπουργός αναφέρεται στην αλλαγή της εικόνας και του κλιματος που συντελείται στην Ελλάδα σημειώνοντας πως «Η Ελλάδα θα είναι μια άλλη χώρα σε δύο χρόνια από σήμερα». «Οι πολίτες είναι πιο αισιόδοξοι» επισημαίνει και τονίζει πως «Είμαστε το σπάνιο παράδειγμα μιας κυβέρνησης η οποία ήδη, κατά τους πρώτους τέσσερις μήνες, έχει εφαρμόσει περισσότερα από όσα είχε υποσχεθεί». Στο πλαίσιο αυτό αναφέρεται και στο κλίμα αισιοδοξίας το οποίο «αντανακλάται στην εικόνα της χώρας στις διεθνείς αγορές».
«Η απόδοση των δεκαετών ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου βρίσκεται σήμερα στο 1,4%. Πριν από οκτώ μήνες βρισκόταν στο 3,8%. Mπορούμε να αναχρηματοδοτήσουμε με αρνητικά επιτόκια τα έντοκα γραμμάτια του ελληνικού δημοσίου. Οι επενδυτές επιστρέφουν. Έχουμε αφήσει πίσω μας την κρίση. Η Ελλάδα δεν ζητά πλέον, αλλά είναι μια χώρα η οποία συμμετέχει επί ίσοις όροις στις συζητήσεις για τα μεγάλα ευρωπαϊκά και παγκόσμια ζητήματα» τονίζει χαρακτηριστικά.
Έλλειψη εμπιστοσύνης η υποχρέωση για πλεόνασμα 3,5%
Όσον αφορά τα δημοσιονομικά, ο Πρωθυπουργός σημειώνει ότι θα τηρηθεί ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος ύψους 3,5% του ΑΕΠ για το 2020, «τον οποίο συμφώνησε η προηγούμενη κυβέρνηση με τους δανειστές», προσθέτοντας ότι η νέα κυβέρνηση θα θέσει το ζήτημα της μείωσης του στόχου για το 2021 και το 2022.
«Δεν χρειαζόμαστε πια πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5% και αυτό γιατί μπορούμε να αναχρηματοδοτούμε το χρέος μας με πολύ χαμηλότερα επιτόκια από ό,τι αναμενόταν», τονίζει ο κ. Μητσοτάκης μνημονεύοντας το γεγονός ότι οι αποφάσεις για τα υψηλά πλεονάσματα ελήφθησαν επί των ημερών του ΣΥΡΙΖΑ, «σε μια εποχή κατά την οποία υπήρχε πολύ χαμηλό επίπεδο εμπιστοσύνης για την Ελλάδα».
Η Ελλάδα «γραμμή άμυνας κατά του λαϊκισμού»
Τέλος δηλώνει ότι η Ελλάδα αφήνει πίσω της την εποχή του λαϊκισμού υπογραμμίζοντας πως «Νικήσαμε τόσο τους αριστερούς λαϊκιστές, όσο και τους ακροδεξιούς εξτρεμιστές της Χρυσής Αυγής». Ως προς τον ΣΥΡΙΖΑ κάνει λόγο για «απίστευτο βαθμό ανικανότητας που επέδειξαν κατά τη διακυβέρνηση τους» που »κόστισε στη χώρα μας μια περιουσία»
Η Ελλάδα αποτελεί πλέον σε ευρωπαϊκό επίπεδο τη «γραμμή άμυνας κατά του λαϊκισμού» αναφέρει και προτρέπει τα ευρωπαϊκά κόμματα που καλούνται να αντιμετωπίσουν τους λαϊκιστές να «αναγνωρίσουν ότι πολλές ανησυχίες του λαού, τις οποίες εκμεταλλεύονται οι λαϊκιστές, είναι πραγματικές. Για παράδειγμα, οι εισοδηματικές ανισότητες, το τεχνολογικό χάσμα, τα ζητήματα ταυτότητας που σχετίζονται με το πρόβλημα της μετανάστευσης ή το γεγονός ότι οι μεγάλες πόλεις αναπτύσσονται με ταχύτερους ρυθμούς αφήνοντας πίσω τις περιοχές της υπαίθρου. Πρόκειται για ζητήματα που έχουν εν τέλει υπαρξιακό χαρακτήρα, που αγγίζουν πολλούς ανθρώπους και η πολιτική πρέπει να ασχολείται μαζί τους».