Στην κορύφωσή της η επεκτατική στρατηγική Ερντογάν

Στην κορύφωσή της η επεκτατική στρατηγική Ερντογάν

Του Γιάννη Σιδέρη

Μικρή βοήθεια είναι το μήνυμα των Βρυξελλών προς την Τουρκία πως «η Ε.Ε. έχει κατ'' επανάληψη τονίσει στην Τουρκία ότι θα πρέπει να σέβεται το Διεθνές Δίκαιο, να διατηρεί καλές σχέσεις με τις γειτονικές της χώρες, καθώς και να αποφεύγει κάθε είδους απειλή ή ενέργεια που θα μπορούσε να βλάψει τις σχέσεις καλής γειτονίας ή την ειρηνική ευθέτηση διαφορών, όποιες κι αν είναι αυτές».

Ούτως ή άλλως η Ευρώπη δεν έχει ενιαία εξωτερική πολιτική, και ακόμη χειρότερα ενιαίες στρατιωτικές δυνάμεις. Άλλωστε η δήλωση του εκπροσώπου της Επιτροπής είναι αναντίστοιχη και με τις αποφάσεις της ίδιας της ΕΕ, που δείχνουν ότι υπάρχει και απροθυμία και αδυναμία εμπλοκής. Ο εκπρόσωπος δεν υπενθύμισε καν ότι η Ένωση έχει λάβει αποφάσεις για την επιβολή κυρώσεων, και ότι το θέμα παραμένει ανοιχτό.

Η Τουρκία εισέρχεται στην κύρια φάση της στρατηγικής της, καθώς το μνημόνιο κατανόησης με την Λιβύη δεν αντισταθμίζεται από τις τριμερείς συνεργασίες της Ελλάδας με Αίγυπτο και Ισραήλ, ενώ το ΝΑΤΟ θα είναι απλώς παρατηρητής σε μια ενδεχόμενη τουρκική επιθετικότητα.

Η γείτων επιχειρεί μια συνολική ανατροπή στην Ανατολική Μεσόγειο, και παρόλες τις οιμωγές του Τσίπρα δεν οφείλεται στην Ελλάδα η καθυστέρηση της Αιγύπτου να δεχθεί συνολική διευθέτηση των θαλασσίων ζωνών. Χωρίς αυτό να απαλλάσσει την παρούσα κυβέρνηση από εναργέστερη αντίδραση.

Απλώς ο Ερντογάν, όντας αποφασισμένος να επιβάλλει την αναθεωρητική του στρατηγική, ακολουθεί το μακροπρόθεσμο σχέδιο της πατρίδας του από τις αρχές της μεταπολίτευσης, όταν εμείς ως πολιτισμένοι ανθρωπιστές οργανώναμε συναυλίες για την φιλία των λαών, επειδή «οι λαοί δεν έχουν τίποτα να χωρίσουν». Την εποχή που ο ΣΥΡΙΖΑ πρότεινε μείωση εξοπλισμών, το ΚΚΕ τους θεωρούσε μόνο ΝΑΤΟικους και ο κοσμικός Σημίτης καταψήφιζε στη Βουλή τον Προϋπολογισμό στο σκέλος των αμυντικών δαπανών (μην παρεξηγηθούμε, για ανιστόρητη ιδεοληπτική νοοτροπία μιλάμε, όχι για αντεθνική συμπεριφορά).

Στην Τουρκία υπάρχει συνέχεια εθνικής στρατηγικής ανεξαρτήτως κυβερνήσεων. Την κλιμάκωσε σταδιακά, οριοθέτησε τις γκρίζες ζώνες με την κρίση των Ιμίων, και τώρα κινείται στην Ανατολική Μεσόγειο με το ίδιο σχέδιο, να περιορίσει τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα επ΄ ωφελεία της. Πλέον και με την συμφωνία της Λιβύης, προσπαθεί να επιβάλει μια νέα τάξη πραγμάτων.

Ο Ερντογάν έχει στρατηγικό πλεονέκτημα. Πέραν της στρατιωτικής ισχύος ( ενώπιον της οποίας όμως η Ελλάδα δεν είναι αναλώσιμη, δεν είναι η αποδεκατισμένη Συρία), μπορεί να διαπραγματεύεται (και όχι να ζητεί κατανόηση ή βοήθεια) με τον Τραμπ και τον Πούτιν. Είναι και νιώθει αυτοδύναμος και αυτάρκης ενώ η Ελλάδα πάντα προσμένει στην παρέμβαση κάποιου από μηχανή Θεού, ο οποίος όταν παρέμβη, η παρέμβασή του απλώς θα περιοριστεί σε παραινέσεις συμφιλίωσης.

Αρκετοί διπλωμάτες εκτιμούν ότι Τουρκία θα προσπαθήσει να επιβάλει το νέο «στατους κβο» πριν τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ, όσο δηλαδή έχει την ανοχή Τραμπ, του οποίου η συμπεριφορά δεν τείνει στην διευθέτηση ή την ειρηνοποίηση της περιοχής, καθώς φέρεται σαν να έχει προσωπική ατζέντα, η οποία δεν συνάδει με το αξίωμά του ως ηγέτης της υπερδύναμης.

Φυσικά επί των σχέσεων με τις ΗΠΑ, εντοπίζεται και μια βιασύνη της κυβέρνησης. Βιάστηκε να υπογράψει συμφωνία για τις βάσεις, χωρίς να θέσει στην Αμερικανική κυβέρνηση όρους αμοιβαιότητας.

Τσίπρας

Υπό τις παρούσες εκρηκτικές συνθήκες, η πιο ενδεδειγμένη συμπεριφορά της κυβέρνησης θα ήταν να αποφύγει το διχασμό, όπως έκανε ο Τσίπρας με τις Πρέσπες. Όμως πόσο μπορεί να υπάρξει μια εθνική γραμμή όταν μόλις χθες από την Αλεξανδρούπολη ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης εμφανίστηκε ως διαπρύσιος πατριώτης και κατήγγειλε την κυβέρνηση για «δόγμα κατευνασμού» έναντι της Τουρκίας (πότε πρόλαβε η κυβέρνηση να επιδείξει κατευνασμό; ). Ναι, ο Τσίπρας που δεν έχει πει ακόμη - όχι στον λαό αλλά στους πολιτικούς αρχηγούς - τι συζήτησε κατά μόνας και κρυφίως με τον Ερντογάν.

Χθες επίσης στην Αλεξανδρούπολη έκανε μια άσχετη σύνδεση του τουρκικού με τα Σκόπια. Χρησιμοποιώντας τη θέση Σαμαρά στο συνέδριο της ΝΔ για απεμπλοκή από την συμφωνία των Πρεσπών, επιχείρησε να δικαιολογήσει την επαίσχυντη συμφωνία του ( η οποία δημιούργησε ένα καινούργιο έθνος, το Μακεδονικό) λέγοντας «το τελευταίο πράγμα που θα θέλαμε να έχουμε σήμερα είναι αποσταθεροποίηση με τους βόρειους γείτονές μας».

Τολμάει ακόμη εξαιτίας την αφωνίας των υπολοίπων, να χαρακτηρίζει τη δημιουργία του ενός καινούργιου έθνους, ως συμφωνία «πατριωτικά επωφελή» και να μοιράζει σανό λέγοντας ότι «χάρη σε αυτή τα ελληνικά πολεμικά αεροσκάφη επιτηρούν τον εναέριο χώρο της γειτονικής χώρας» ( ε και; ΝΑΤΟική γραφειοκρατία είναι. Και επί των προηγούμενων θεσπίστηκε τα ελληνικά πολεμικά αεροσκάφη να επιτηρούν εναλλάξ με την Ιταλία τον εναέριο χώρο της Αλβανίας και του Μαυροβουνίου, χωρίς καμία προηγούμενη κυβέρνηση να το παρουσιάσει ως επιτυχία, γιατί απλούστατα δεν είναι).

Ο ΣΥΡΙΖΑ παραπονείται γιατί δεν έχει δικά του ΜΜΕ, και τα υπάρχοντα «περνούν» τις θέσεις της κυβέρνησης. Στο Σκοπιανό ειδικά ουδέν αναληθέστερον. Τώρα που καταλάγιασε η έκφραση της λαϊκής αντίθεσης μέσω συλλαλητηρίων, επώνυμοι δημοσιολογούντες, αριστερόστροφοι και φιλελεύθεροι, εν αγαστή συμπνοία ομονοούν και ο Τσίπρας ως προς αυτό περνάει την ατζέντα του. Οποιος εξακολουθεί να διαφωνεί με την συμφωνία καταγράφεται στη χορεία των εθνικιστών, των «Βουκεφάλων», των «Μεγαλέξανδρων», των γραφικών, των παρωχημένων.

Η πρόεδρος του Κινήματος Αλλαγής Φώφη Γεννηματά έθεσε την ανάγκη σύγκλησης συμβουλίου πολιτικών Αρχηγών, λέγοντας ότι οι πολιτικές δυνάμεις οφείλουν να συνδιαλέγονται και να συνεννοούνται για τα μείζονα θέματα χωρίς αυτό να συνιστά αποκλειστικά διαχείριση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης αλλά και για να προλάβουν την εκδήλωση τους.

Από θέση αρχής είναι θετική πρόταση. Όμως τι θα προσέφερε η σύγκλιση του Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών με έναν Τσίπρα που ξαφνικά έγινε υπερπατριώτης και χρησιμοποιεί κάθε πτυχή της πολιτικής ζωής για να δρέψει επικοινωνιακούς καρπούς; Ευκαιρία για καταγγελία και διχασμό θα είναι. Άλλωστε πρόσφατα με τη αφορμή τις δηλώσεις Τσαβούσογλου (ότι η Ελλάδα ανοίγει πυρ κατά λέμβων που επιβαίνουν πρόσφυγες), το Γραφείο Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ υιοθέτησε τις δηλώσεις Τσαβούσογλου και με βάση αυτές έκανε ερώτηση στην Ελληνική κυβέρνηση – μεγίστη ωριμότης επί των εθνικών θεμάτων. Ένα θέμα διπλωματικής τακτικής της Τουρκίας που αφορούσε την έρευνα και διάσωση, το εξέλαβε ως ανθρωπιστικό.

Υπάρχει το Εθνικό Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής στο οποίο μπορεί να γίνει συζήτηση, το ζητάει άλλωστε και ο ΣΥΡΙΖΑ διά του Κατρούγκαλου, αλλά κυρίως υπάρχει κυβέρνηση. Είναι δικό της πρόβλημα ο χειρισμός και δική της η ιστορική ευθύνη. Και αυτή θα απολογηθεί έναντι της ιστορίας.