Γεννάνε και τα κοκόρια για τον Νίκο Ανδρουλάκη. Ως τώρα δεν ενέπνευσε παρουσιαζόμενος ως χλωμό αντίτυπο στελέχους της δεκαετίας του ’80 εκπέμποντας την αντίστοιχη ρητορική. Σαν εκείνους τους συντρόφους του που φώναζαν στην πορεία του Πολυτεχνείου, «Ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει Δεξιά» και «Δεξιά σημαίνει Ελλάδα πουλημένη».
Σαν να άνοιξε η καταπακτή της ιστορίας και να βγήκαν από το χρονοντούλαπο οι πούροι πασόκοι με τα μουστάκια, και το ανοιχτό πουκάμισο στο στέρνο. Ο Ανδρουλάκης δεν το επιδιώκει, αλλά η ρητορική του ως τώρα δείχνει να απευθύνεται σε ένα κοινό που αποτελεί μια ισχνή μειοψηφία καθηλωμένη στον χρόνο.
Οι παραστάσεις που έχει ο λαός από τον ίδιο αφότου έγινε αρχηγός είναι μόνο η παρακολούθησή του. Ναι, αποτελεί μέγιστο θεσμικό πρόβλημα (το predator όμως, όχι η νόμιμη παρακολούθησή του από την ΕΥΠ). Αλλά λόγω της εμμονικής του επανάληψης, η κοινωνία προσέλαβε την καταγγελία ως «ευαισθησία» επί προσωπικού. Εξ αυτού και δεν το αξιολόγησε ως μείζον.
Χθες στην Κεντρική Επιτροπή ο Ανδρουλάκης είχε δίκιο όταν είπε ότι διαψεύστηκαν οι Κασσάνδρες που νόμιζαν ότι ανάμεσα στις δύο εκλογές το ΠΑΣΟΚ θα έλιωνε στις μυλόπετρες της πόλωσης, αλλά αντί αυτού αύξησε κατά 50 % τη δύναμή του.
Αυτό θα είναι και το υπερασπιστικό του μοτίβο, εάν στις ευρωεκλογές το ΠΑΣΟΚ παραμείνει απλώς η δεύτερη δύναμη, όπως ήδη δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, αλλά δεν αυξηθεί σε μέγεθος ώστε να αποτελέσει φόβητρο για τη ΝΔ.
Ηταν νίκη αλλά πολύ μικρή, για να θεωρηθεί ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ θρίαμβο το γεγονός ότι «οι πολίτες αποδοκίμασαν την αλαζονεία του Πρωθυπουργού που ήθελε δεκατρείς στις δεκατρείς περιφέρειες και τρεις στους τρεις μεγάλους δήμους». Οσο και η έπαρση να θεωρεί ότι επειδή οι δημοσκοπήσεις τον φέρνουν δεύτερο «ανοίγει ένας νέος πολιτικός κύκλος».
Ναι ανοίγει νέος πολιτικός κύκλος, αλλά δεν τον άνοιξε το ΠΑΣΟΚ. Τον άνοιξε το σκορποχώρι του ΣΥΡΙΖΑ. Μια συσπείρωση - ουράνιο τόξο, που ξεκινούσε από τους ηλικιωμένους αντιδεξιούς αυριανιστές, και έφτανε στους θιασώτες της woke κουλτούρας. Ένα τσούρμο που μαγνήτισε ο Αλέξης, και το οποίο είχε αρχίσει να σκορπάει πριν του 2019. Γι΄ αυτό και λιποτάχτησε ο ίδιος.
Θεμιτός ο στόχος του Ανδρουλάκη να μην αρκείται απλώς να προσπεράσει τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά να κερδίσει τη ΝΔ. Όμως ακούγεται ως «φραστική μπουρμπουλήθρα» η φράση «για να ξαναζήσει ο ελληνικός λαός ευκαιρίες δημιουργίας, αξιοπρέπειας και προοπτικής».
Δεν περιέγραψε κάποιο όραμα πως θα επιτευχθούν αυτά. Ο λαός ναι μεν είναι ευκολόπιστος συνήθως, αλλά η περίοδος Τσίπρα του έγινε βίωμα καχυποψίας. Και ναι, δε θέλει «μια κοινωνία χαμηλών προσδοκιών», που καταγγέλλει ο Ανδρουλάκης, αλλά ο ίδιος δεν περιγράφει και τις υψιπετείς προσδοκίες που υπόσχεται.
Αρκείται στη γενικολογία βασιζόμενος στην πρόσοδο που έφεραν οι μεταρρυθμίσεις του πρωτόλειου ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του 80. Λέει π.χ. «Το πολιτικό μας DNA είναι απέναντι σε κάθε μορφή συντήρησης». Σύμφωνοι! Αλλά πόσο συντηρητική είναι μια Δεξιά που έχει άντρες συμβούλους του Πρωθυπουργού που έχουν παντρευτεί με άντρες, που έχει σε υπουργικές θέσεις δεδηλωμένους ομοφυλόφιλους, και που θα φέρει προς ψήφιση τον γάμο των ομοφυλοφίλων;
Δεν εννοούμε ότι αποτελεί κάποια μέγιστη αξία αυτό. Ούτε καν ρήξη. Αλλωστε η κοινωνία είναι πιο έτοιμη του νομιζόμενου (και από μας) καθώς δέχτηκε τον Κασσελάκη με πολύ μικρότερες αντιδράσεις του αναμενόμενου. Απλώς έχουν αλλάξει οι συντεταγμένες ως προς το πόσο δικαιώνεται ο λόγος του Ανδρουλάκη περί «DNA που είναι απέναντι σε κάθε μορφή συντήρησης». Αυτό μπορούσε να το ισχυρίζεται το ΠΑΣΟΚ τη δεκαετία του 80.
Η ΝΔ ως κοινωνικό σώμα και εκλογικό σύνολο, είναι σαφώς πιο συντηρητική από τις αντίστοιχες του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ, και θα στραβοκαταπιεί το νέο μέτρο. Θα το ανεχτεί επειδή ο Μητσοτάκης της εξασφαλίζει εξουσία. Αλλά σε επίπεδο θεσμικών πρωτοβουλιών, πόσο λειτουργεί το επιχείρημα περί συντηρητικής κυβέρνησης ώστε να προσελκύσει εικονοκλάστες ακροατές;
Και πόσο πείθει το επιχείρημα περί αύξησης ανισοτήτων και μείωσης των πραγματικών εισοδημάτων; Όντως ισχύει αυτό λόγω της ακρίβειας που ροκανίζει ορμητικά τα εισοδήματα. Όταν όμως η κυβέρνηση αυξάνει από 1ης Ιανουαρίου του 2024 τις αποδοχές των δημοσίων υπαλλήλων, όταν ξεπαγώνουν 1 με 1,5 χρόνο νωρίτερα απ' ότι αναμενόταν οι τριετίες στο ιδιωτικό τομέα, όταν ανεβαίνουν 5% έως 6% οι κατώτατες αμοιβές (που ναι, δε φτάνουν), πόσο θα πείσει ότι έχει απέναντί του μια Δεξιά που είναι «τροχονόμος των ισχυρών οικονομικών, τραπεζικών, ολιγαρχικών συμφερόντων»;
Μπορεί και αυτό να ισχύει, αλλά θα πρέπει να το τεκμηριώσει για να πείσει. Η αξιοπιστία των λεκτικών διακηρύξεων τελείωσαν με τη φενάκη του ΣΥΡΙΖΑ. Και η θεσμική μεταρρυθμιστική πρόσοδος του Ανδρεϊκού ΠΑΣΟΚ έχει εξαντλήσει την κερδοφορία της. Το κοινωνικό σύνολο δεν αρκείται σε καινούργια μυθολογία. Χρειάζεται τεκμηριωμένη πρόταση.