Την ανησυχία τους εκφράζουν Ευρωπαίοι αξιωματούχοι για την κομματικοποίηση του δημοσίου τομέα στην Ελλάδα, σύμφωνα με ρεπορτάζ της «Καθημερινής», και κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου ότι κάτι τέτοιο μπορεί να έχει συνέπειες στην πορεία του προγράμματος.
Ευρωπαίος αξιωματούχος δηλώνει χαρακτηριστικά στην «Καθημερινή»: «Ανησυχώ ότι αυτός ο τρόπος διακυβέρνησης μπορεί να έχει αρνητική επίδραση στο πώς βλέπουν οι αγορές την Ελλάδα και την πιθανή της επιστροφή σε αυτές. Αυτό μπορεί να έχει επιπτώσεις και στην αξιολόγηση, που υποτίθεται ότι θα ξεκινήσει κάποια στιγμή τον Ιανουάριο».
Αν και η κομματικοποίηση του δημοσίου τομέα δεν είναι ένα καινούργιο φαινόμενο στην Ελλάδα, και οι Βρυξέλλες το γνωρίζουν, η σημερινή κυβέρνηση, όπως εξηγούν αξιωματούχοι, το κάνει πιο απότομα και σε μεγαλύτερη κλίμακα από τις προηγούμενες κυβερνήσεις, πιθανώς επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε βρεθεί ποτέ πριν στην εξουσία.
Στο θέμα έχει εστιαστεί η προσοχή όχι μόνον των εκπροσώπων των θεσμών, αλλά και αξιωματούχων των κρατών-μελών που παρακολουθούν τις κινήσεις της ελληνικής κυβέρνησης. Ευρωπαίος αξιωματούχος έφερνε ως παράδειγμα τις απολύσεις δεκάδων διευθυντικών στελεχών από τα δημόσια νοσοκομεία, αναφέροντας ότι «60 από τους 72 έχουν αναγκαστεί να απολυθούν».
Το βασικό πρόβλημα που οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι βλέπουν σε αυτούς τους διορισμούς με κομματικά κριτήρια είναι οι άμεσες συνέπειες που έχουν στις επενδύσεις αλλά και στη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Συγκεκριμένα, ξένοι επενδυτές είναι όλο και πιο ανήσυχοι για το αρνητικό επενδυτικό περιβάλλον που δημιουργεί η ελληνική κυβέρνηση.
«Αν η κυβέρνηση πιστεύει ότι η χώρα μπορεί χωρίς ξένες επενδύσεις, αυτό θα αποδειχθεί ακριβό λάθος» εξηγεί Ευρωπαίος αξιωματούχος στην «Καθημερινή» και τονίζει ότι, «αν πανεπιστήμια και νοσοκομεία διοικούνται από ανθρώπους μόνο και μόνο λόγω των πολιτικών τους συγγενειών, το αποτέλεσμα θα είναι να επιδεινωθεί το επίπεδο της εκπαίδευσης και της υγείας. Αυτό είναι αρνητικό για τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη». Ο ίδιος αξιωματούχος τονίζει ότι κάτι τέτοιο ενισχύει τη «διαρροή μυαλών» (brain drain) της χώρας.