Βουλή: Νέος Κώδικας Δεοντολογίας με ρήτρα εχεμύθειας

Βουλή: Νέος Κώδικας Δεοντολογίας με ρήτρα εχεμύθειας

Αλέξανδρος Διαμάντης

Προς διαβούλευση μπαίνει την Παρασκευή στην Επιτροπή ο νέος Κώδικας Δεοντολογίας της Βουλής. Η πρόταση του Νίκου Βούτση προβλέπει, μεταξύ άλλων, την υπογραφή ρήτρας εχεμύθειας από τους βουλευτές, ενώ ορίζει ότι δώρο του οποίου η  «χρηματική αξία  είναι μεγαλύτερη των διακοσίων (200) ευρώ θεωρείται, κατά τεκμήριο και σύμφωνα με τη διεθνή πρακτική, ικανή να εγείρει ζητήματα αμεροληψίας».

Επίσης, προβλέπεται –όπως έχει γράψει και παλαιότερα το liberal.gr- ότι οι  «βουλευτές οφείλουν να μη χρησιμοποιούν προς ίδιον όφελος ή προς όφελος τρίτου προσώπου εμπιστευτικές πληροφορίες και έγγραφα, που περιέρχονται σε γνώση τους εκ της άσκησης των καθηκόντων τους. Ως προς τις πληροφορίες και τα έγγραφα που αναφέρονται στα άρθρα 146 και 147 του Ποινικού Κώδικα, ισχύει απόλυτη απαγόρευση χρήσης τους, ανεξαρτήτως εάν συντρέχει το στοιχείο του ιδίου οφέλους».

Πιο αναλυτικά οι βουλευτές οφείλουν μεταξύ άλλων:

α) Να ασκούν τα καθήκοντά τους υπεύθυνα, με ακεραιότητα, ανιδιοτέλεια, αντικειμενικότητα και ειλικρίνεια.

β) Να ενεργούν αποκλειστικά υπέρ του δημοσίου συμφέροντος και να μην λαμβάνουν, ούτε να επιδιώκουν να λάβουν άμεσα ή έμμεσα οικονομικά οφέλη υπέρ των ιδίων ή υπέρ τρίτων προσώπων.

γ) Να απέχουν, κατά την άσκηση του νομοθετικού έργου, από χαριστικές ή άλλες ευνοϊκές ρυθμίσεις, σεβόμενοι απόλυτα τις αρχές και τα μέσα καλής νομοθέτησης.

δ) Να σέβονται και να τηρούν τους κανόνες εχεμύθειας και εμπιστευτικότητας για θέματα για τα οποία έλαβαν γνώση κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, τηρουμένης της αρχής του ανοικτού χαρακτήρα και της διαφάνειας που διέπουν τα θεσμικά όργανα και τις διαδικασίες.

ε) Να απέχουν από τη χρησιμοποίηση ή την επίκληση της βουλευτικής τους ιδιότητας, προκειμένου να εξυπηρετηθούν, διευκολυνθούν ή ευνοηθούν έναντι άλλων προσώπων ή από τις αρχές και τις δημόσιες υπηρεσίες.

στ) Να προβαίνουν σε ορθή και συνετή χρήση και διαχείριση των μέσων και των παροχών που η Βουλή των Ελλήνων θέτει στη διάθεση τους για την απρόσκοπτη άσκηση του έργου τους, αποκλειστικά για την εκπλήρωση των κοινοβουλευτικών τους καθηκόντων.

Σύγκρουση συμφερόντων

Ο Κώδικας Δεοντολογίας προβλέπει και πότε υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων. Ειδικότερα, όπως αναφέρεται:

α) Σύγκρουση συμφερόντων υφίσταται όταν βουλευτής, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, εν γνώσει του εξυπηρετεί ή δεν επιδεικνύει τη δέουσα επιμέλεια, ώστε να αντιληφθεί ότι εξυπηρετεί, σε βάρος του γενικού συμφέροντος, αμέσως ή εμμέσως, ιδιωτικό συμφέρον, οικονομικό ή άλλο, αυτού του ιδίου ή άλλου, φυσικού ή νομικού προσώπου. Δεν υφίσταται σύγκρουση συμφερόντων όταν πρόκειται περί συμφέροντος το οποίο οι ως άνω έχουν ως μέλη του κοινωνικού συνόλου ή ως μέλη ευρείας ομάδας προσώπων.

β) Σύγκρουση συμφερόντων υφίσταται και όταν ο/η βουλευτής συμμετέχει με οποιαδήποτε ιδιότητα ή παρέχει τις υπηρεσίες του επ' αμοιβή ή δωρεάν ή λαμβάνει δώρα, παροχές και άλλα ωφελήματα από ομάδες πίεσης (lobby groups)και οι οποίες δραστηριοποιούνται σε τομείς για τους οποίους είναι πολύ πιθανό, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, να κληθεί να συμμετάσχει σε νομοθετικές ή άλλες διαδικασίες.

γ) Οι βουλευτές υποχρεούνται, κατά την ανάληψη των καθηκόντων τους, να ενημερώνουν εγγράφως τον Πρόεδρο της Βουλής για τυχόν υπάρχουσα κατάσταση ικανή να προκαλέσει σύγκρουση συμφερόντων κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

Την ίδια υποχρέωση έχουν οι βουλευτές και για τυχόν επιγενόμενη κατάσταση ικανή να προκαλέσει σύγκρουση συμφερόντων κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

δ) Στις περιπτώσεις της προηγούμενης παραγράφου, όπως και όταν υπάρχει έγγραφη και επώνυμη σχετική αναφορά προς τον Πρόεδρο της Βουλής, η οποία κατατίθεται και στο πρωτόκολλο της Επιτροπής Κοινοβουλευτικής Δεοντολογίας της Βουλής, ο Πρόεδρος της Βουλής παραπέμπει το ζήτημα στην Επιτροπή.

ε) Σε περίπτωση που, αφού ακούσει τον βουλευτή, κατόπιν σχετικής πρόσκλησης ή μετά από αίτησή του, η Επιτροπή Κοινοβουλευτικής Δεοντολογίας κρίνει ότι στοιχειοθετείται σύγκρουση συμφερόντων, εισηγείται προς τον Πρόεδρο της Βουλής περί του πρακτέου.

στ) Σε περίπτωση αμφιβολίας της Επιτροπής Κοινοβουλευτικής Δεοντολογίας ως προς την ύπαρξη κατάστασης ικανής να προκαλέσει σύγκρουση συμφερόντων ή αν αυτή κρίνει ότι το ζήτημα χρήζει περαιτέρω έρευνας, ο Πρόεδρος της ως άνω Επιτροπής ενημερώνει τον Πρόεδρο της Βουλής. Εν συνεχεία, η Επιτροπή Κοινοβουλευτικής Δεοντολογίας εισηγείται προς τον Πρόεδρο της Βουλής περί του πρακτέου.