Του Τάσου Ευαγγελίου
Η μέθοδος γνωστή από αρχαιοτάτων χρόνων εξελίχθηκε στα χρόνια της τεχνολογίας και του Ίντερνετ αλλά επί της ουσίας στην Ελλάδα κυριάρχησε την περίοδο των αγανακτισμένων όπου οι αφίσες με πρόσωπα πολιτικά και από το χώρο της δημοσιογραφίας γινόντουσαν βορά στην αρένα των συναισθημάτων που προκαλούσε η κρίση.
Όπλο στα χέρια κυρίως όσων ποδηγέτησαν τις διαμαρτυρίες το character assassination, ελληνιστί «δολοφονία χαρακτήρων», οδήγησε τη χώρα στη διακυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ αφού όλοι οι άλλοι ήταν «νεοφιλελεύθεροι», «γερμανοτσολιάδες», «μερκελιστές», «παπαγαλάκια των δανειστών» και πολλές άλλες ευφάνταστες αλλά και εύηχες για τα αφτιά του «σοφού λαού» λέξεις που χαρακτήριζαν όχι μόνο ομάδες ανθρώπων αλλά και κάθε πρόσωπο χωριστά.
Η μέθοδος απλή. Στοχοποιείς ένα πρόσωπο, ή και Μέσο Ενημέρωσης στις μέρες μας και ξεκινάς συστηματικές επιθέσεις. Στόχος η... αχρήστευση του. Η υποβάθμιση του ο κοινωνικός απομονωτισμός του και η δημιουργία εικόνας απαξίωσης.
Επιστρατεύονται ψευδείς ειδήσεις fake news στα απλά ελληνικά που στα χρόνια του διαδικτύου είναι πολύ εύκολο αν και στην παρούσα χρονική, πολιτική, συγκυρία υπάρχουν Μέσα Ενημέρωσης που δεν λειτουργούν ανώνυμα αλλά αναλαμβάνουν το ρόλο των τρολς μεταφέροντας ψέματα. Και όσο πιο μεγάλο είναι το ψέμα τόσο πιο εύκολα το διαχειρίζονται αυτοί που επενδύουν σε αυτό.
Με το διαδίκτυο τα πράγματα είναι πιο απλά. Ένα τρολ των 0,60 ευρώ μπορεί να κάνει μια ανάρτηση αργά το βράδυ έχοντας γυρίσει από τη βόλτα και μέχρι το μεσημέρι της επόμενης ημέρας το θέμα να έχει πάρει απίστευτες διαστάσεις. Το δε θιγόμενο πρόσωπο αδυνατεί να αντιμετωπίσει την κατάσταση και παρακολουθεί απλά τις εξελίξεις.
Τα fake newς είναι... υπερόπλο πολύ δε περισσότερο όταν αυτός που τα χρησιμοποιεί διαθέτει τον κατάλληλο κρατικό ή παρακρατικό μηχανισμό και την πρόσβαση για διαρκή επανάληψη των ψεύτικων (πλαστών) ειδήσεων.
Ο ΣΥΡΙΖΑ πέτυχε ακριβώς αυτό που επεδίωκε. Την κυριαρχία των fake news αφού αφενός ως κυβέρνηση με κάθε είδηση εκδίδει και σχετική ανακοίνωση καλώντας τον ή τους θιγόμενους να απαντήσουν αν είναι αλήθεια. Μάλιστα αυτό γίνεται από το Μέγαρο Μαξίμου όταν η «είδηση» αφορά τη Ν.Δ. ή τον Κυριάκο Μητσοτάκη, από τον ΣΥΡΙΖΑ ως κόμμα όταν αφορά άλλα στελέχη και από τα τρολς των 0,60 λεπτών του ευρώ γενικότερα.
Στον Γκάιπμπελ αποδίδεται το «λέγε λέγε κάτι θα μείνει» σε ελεύθερη πάντα μετάφραση ενώ και στη Σοβιετική Ένωση όταν ήθελαν να αποδυναμώσουν κάποιο εκ των κορυφαίων στελεχών του κόμματος του απέδιδαν σταδιακά μια σειρά παράνομων και εκτός θέσεων ενεργειών από αλκοολικός μέχρι οτιδήποτε άλλο που στο τέλος οδηγούσε στον αφανισμό του.
Σήμερα το κυρίαρχο σύνθημα που πηγάζει από τους επίσημους διαύλους της κυβέρνησης είναι το «Απαντήστε αν είναι αλήθεια» με το οποίο ουσιαστικά ζητείται από το θύμα να πείσει πως είναι αθώο ενώ ο θύτης (φίλα προσκείμενα ΜΜΕ και άλλοι πιστοί) μένει στο απυρόβλητο.
Στόχος βασικός να εκτεθεί το θύμα. Τακτική που θυμίζει την ανεπιβεβαίωτη πλην όμως ανακυκλούμενη ιστορία με τον Πρόεδρο των ΗΠΑ, Λίντον Τζόνσον, που ανέλαβε την προεδρία μετά τη δολοφονία του Τζον Κένεντι.
Σύμφωνα με τον... μύθο λίγο πριν τις εκλογές και ως υποψήφιος των Δημοκρατικών αναζητεί τρόπους για να τελειώνει με τον αντίπαλο του και ζητεί από τους συνεργάτες του να βρουν κάτι συκοφαντικό. Αυτοί δηλώνουν αδυναμία και τότε δίνει την εντολή να διαρρεύσει ότι έχει «στενές σχέσεις» με ζώα (πιο ωμά όμως) κάτι που προκαλεί αναστάτωση με κάποιον να ρωτά τον Τζόνσον αν αυτό μπορεί να γίνει ποτέ πιστευτό.
Η απάντηση συγκλονιστική. Συνοψίζει δε όλη τη φιλοσοφία των Fake news: «Αυτό που θέλω είναι να τον δω να το διαψεύδει δημόσια».
Στα χρόνια της κρίσης και της μετέπειτα διακυβέρνησης από τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ η δολοφονία χαρακτήρων έγινε τέχνη. Γιάννης Στουρνάρας, Λουκάς Παπαδήμος, Κυριακός Μητσοτάκης, Άδωνις Γεωργιάδη, Μάκης Βορίδης, ακόμη και δικοί τους που έφυγαν τρέχοντας όπως ο Κώστας Χρυσόγονος, η Σοφία Σακοράφα, ο Παναγιώτης Λαφαζάνης.
Λίστα ατελείωτη με αρκετούς δημοσιογράφους που επικρίνουν σήμερα τα όσα γίνονται. Αγαπημένο ΜΜΕ ο Σκάι (στον οποίο επεβλήθη και εμπάργκο) και πρόσωπο ο Άρης Πορτοσάλτε που τώρα επικρίνεται διότι αντέδρασε στα απειλητικά συνθήματα που γράφτηκαν έξω από το σπίτι του. Όπου ζει με την οικογένειά του.
Και αυτό διότι εκφράζει την άποψή του. Είτε αρέσει σε κάποιους είτε όχι.
Άλλωστε η φράση που έχει συνδεθεί με τον αγαπημένο της αριστεράς διανόησης Γάλλο φιλόσοφο Βολταίρο «Διαφωνώ με αυτό που λες, αλλά θα υπερασπιστώ μέχρι θανάτου το δικαίωμά σου να το λες» αποδίδεται στη βρετανίδα βιογράφο του Έβελιν Μπίατρις Χολ, οπότε είναι σαν να μην ειπώθηκε ποτέ. Άσχετα βέβαια αν ο ίδιος έζησε με βάση το νόημα αυτής της φράσης...