«Είμαστε μια κοινωνία η οποία έχει σοβαρό πρόβλημα εμπιστοσύνης», το οποίο συνάδει και με την προσέγγιση του Ευρωβαρόμετρου, υπογράμμισε η Άννα Διαμαντοπούλου, πρόεδρος του Δικτύου για τη Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και την Ευρώπη, κατά τη δημόσια διαδικτυακή συζήτηση για τις στάσεις και τις απόψεις των Ελλήνων, με αφορμή τη δημοσίευση της νέας μεγάλης δημοσκοπικής έρευνας «Τι πιστεύουν οι Έλληνες το 2022» της διαΝΕΟσις.
Η Α. Διαμαντοπούλου παρατήρησε κατά τη συζήτηση που πραγματοποιήθηκε χθες Τετάρτη ότι λόγω της περιόδου, υπάρχει μια αλλαγή στον τρόπο που προτεραιοποιούνται οι απειλές, όπως για παράδειγμα ο πόλεμος και η πανδημία. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, συνέχισε, να αλλάζει η μεγάλη εικόνα, και χρησιμοποίησε ως παράδειγμα την αλλαγή στη σχέση Αμερικάνων και Ρώσων, με τους πρώτους να θεωρούνται πλέον πιο φιλικοί.
Επίσης, σημείωσε ότι η Ευρώπη για τους Έλληνες εξακολουθεί να παίζει σημαντικό ρόλο, παρά τις διακυμάνσεις, ιδιαιτέρως σε κοινωνικά θέματα, όπως η υγεία και η παιδεία. Ως επόμενο στοιχείο, εντόπισε την επαναντίληψη της σημασίας του ρόλου του κράτους, το οποίο καλείται πλέον να παίξει τον καταλυτικό ρόλο στη δημιουργία καλύτερων συνθηκών για την ανάπτυξη και να είναι πιο αποτελεσματικό στην αντιμετώπιση των κοινωνικών θεμάτων.
Αναφερόμενη στο χάσμα των γενεών επεσήμανε τα νέα στοιχεία ότι η νέα γενιά αντιμετωπίζει διαφορετικές προοπτικές σε σχέση με την προηγούμενη, καθώς και την διαφορετική πραγματικότητα λόγω της τεχνολογίας. Η Α. Διαμαντοπούλου υπογράμμισε το γεγονός ότι «βλέπουμε μια κοινωνία η οποία ανοίγει», ιδιαίτερα στα θέματα όπως ο γάμος ομόφυλων ζευγαριών, η οικογένεια και στο θετικό ρόλο που μπορεί να έχει το προσφυγικό και η μετανάστευση.
«Αφήνουμε πίσω τη μεταπολεμική ευημερία»
Συνοψίζοντας τις παραπάνω διαπιστώσεις, είπε ότι «αφήνουμε πίσω μας τη μεταπολεμική ευημερία, κατανοούμε πια ότι τα πράγματα θα είναι πιο δύσκολα και διαφορετικά και δεν θα μπορέσουμε να επιστρέψουμε στην άνεση του παρελθόντος. Διαμορφώνεται ως κανονικότητα η αντικανονικότητα». Επομένως, είπε, «διαμορφώνεται μία συναίνεση στο πολιτικό υπόβαθρο και χρειαζόμαστε νέα ανατρεπτικά αφηγήματα».
Ο Γαβριήλ Σακελλαρίδης, Διευθυντής του Eteron - Ινστιτούτο για την Έρευνα και την Κοινωνική Αλλαγή, ερμήνευσε τα ευρήματα της έρευνας της διαΝΕΟσις, αντλώντας και από την εμπειρία του ως διευθυντής του Eteron και θέτοντάς τα σε διάλογο με τις αντίστοιχες έρευνες του ινστιτούτου.
Αναφέρθηκε στο γεγονός ότι παρατηρείται ενιαία τάση στις προτιμήσεις των πολιτών σε σχέση με διάφορες αξίες και έννοιες, όπως ο φιλελευθερισμός και η σοσιαλδημοκρατία, και εντόπισε ότι το φαινόμενο αυτό αναδεικνύει το ερώτημα «τι πραγματικά καταλαβαίνει ο καθένας και η καθεμία που απαντάει σε αυτές τις ερωτήσεις;», καθώς όλοι έχουν διαφορετικές αναπαραστάσεις για αυτές τις έννοιες.
Σχολιάζοντας την αντιφατικότητα της κοινωνίας που φαίνεται στα αποτελέσματα της έρευνας, αναρωτήθηκε αν «είμαστε μια κοινωνία σε κατάσταση αντίφασης ή αυτή είναι αποτέλεσμα μακροχρόνιων πολιτικών που έχουν διαμορφωθεί;» και έθεσε το παράδειγμα της ροπής των πολιτών για χαμηλότερη φορολογία, ενώ παράλληλα ζητούν περισσότερες δαπάνες σε θέματα σχετικά με την υγεία, την παιδεία, κάτι που σχετίζεται, όπως είπε, με τη διαστρεβλωμένη αντίληψη για την ανταποδοτικότητα της φορολόγησης.
Στη συνέχεια, αναφέρθηκε στα ζητήματα που αφορούν τη νεολαία και υποστήριξε ότι «οι νέοι (18-25 ετών) έχουν ανεπτυγμένη εμπλοκή σε ζητήματα πολιτικής όταν αυτή μεταφραστεί σε πολιτική που δεν έχει να κάνει με την 'παραδοσιακή πολιτική'» και εστίασε στην ανάγκη να ορίσουμε τη σημαίνει πολιτική συμμετοχή σήμερα.
Ένα ακόμα στοιχείο από την έρευνα που του έκανε εντύπωση ήταν η επιφυλακτικότητα των νέων απέναντι στα εμβόλια. Τέλος, έθεσε ως κοινή πρόκληση την υλοποίηση «εμβαθύνσεων σε επίπεδο ποιοτικών ερευνών σε ενδιαφέροντα ζητήματα όπως τα παραπάνω, έτσι ώστε ως συλλογική γνώση να μπορούμε όλοι μας σιγά-σιγά να μπαίνουμε πιο εύκολα ακόμα στο μυαλό όλων αυτών των ανθρώπων που απαντούν και να μπορέσουμε να ξεκλειδώσουμε κάποια μαύρα κουτιά τα οποία αντικειμενικά υπάρχουν μέσα στη πολυπλοκότητα και τη ρευστότητα της κοινωνίας μας».
Το αποτύπωμα της πανδημίας
Τον λόγο στη συνέχεια έλαβε η Μαρίνα Οικονόμου – Λαλιώτη, Καθηγήτρια Ψυχιατρικής στο ΕΚΠΑ, η οποία ανέλυσε τα συναισθήματα των Ελλήνων, όπως αυτά καταγράφηκαν στην έρευνα. Εξηγώντας γιατί είναι σημαντικό το να μετράμε τα συναισθήματα, τόνισε ότι αυτά αποτελούν βασική λειτουργία του ανθρώπου, τη συναισθηματική, η οποία καθορίζει τη διάθεση και τη διαμόρφωση των συμπεριφορών.
Επίσης, υπογράμμισε την ανάγκη να εξετάσουμε το τοπίο μέσα στο οποίο πραγματοποιήθηκε η έρευνα. Στο πλαίσιο αυτό, τόνισε ότι η πανδημία αναπόφευκτα έχει αφήσει ένα αποτύπωμα σε όλους τομείς της ζωής και τον ψυχισμό μας. Παράλληλα, πέρα από την προφανή απειλή για την υγεία, υπογράμμισε την ανάπτυξη των «κρυφών πανδημιών», όπως η ανησυχία για την οικονομική κατάσταση λόγω της πανδημίας, ιδιαίτερα σε σύγκριση με το 2019.
Ειδικότερα για τους νέους, σημείωσε ότι αυτοί απειλούνται από τα οικονομικά προβλήματα και την έλλειψη ευκαιριών, αλλά και τα θέματα της ψυχικής υγείας.
Συγκρίνοντας τα κυρίαρχα συναισθήματα αυτή τη στιγμή με εκείνα του 2019, μίλησε για την αυξανόμενη ανασφάλεια, την απογοήτευση και τον θυμό, και ταυτόχρονα τη μείωση της αισιοδοξίας και της αυτοπεποίθησης για το μέλλον. Επεσήμανε ότι αυτοί που προβάλλουν κυρίως την ανασφάλεια είναι οι νέοι, ενώ όσοι είναι στην ηλικία 55 έως 64 ετών αναφέρουν το θυμό ως ένα κυρίαρχο συναίσθημα, και όπως είπε χαρακτηριστικά «είναι σαν η κοινωνία να μην τους δίνει δικαίωμα ανασύνταξης».
Κλείνοντας, τόνισε ότι «αυτοί που παίρνουν τις πολιτικές αποφάσεις πρέπει να λάβουν υπόψη τους τα συναισθήματα γιατί αυτά οδηγούν σε συμπεριφορές. Και επιθυμούμε οι συμπεριφορές που θα αναπτυχθούν να είναι θετικές κοινωνικά συμπεριφορές και όχι αρνητικές και αντιδραστικές συμπεριφορές».
Ευρωπαϊστές οι νέοι
Τέλος, ο Πάνος Κολιαστάσης, υπεύθυνος της έκθεσης της διαΝΕΟσις «Τι πιστεύουν οι νέοι», αναφέρθηκε στις στάσεις και τις αντιλήψεις των νέων. Πιο συγκεκριμένα, εστιάζοντας διαχρονικά στις έρευνες της διαΝΕΟσις «Τι πιστεύουν οι Έλληνες», εξέτασε τις απαντήσεις που έδωσαν δύο ηλικιακές ομάδες (17-24 και 25-39 ετών) σε συγκεκριμένα ζητήματα:
α) Όσον αφορά τη στάση τους με την Ευρώπη, είπε, ότι από τη μία πλευρά, οι περισσότεροι δηλώνουν ευρωπαϊστές αποτιμώντας θετικά τη συμμετοχή της χώρας στην ΕΕ, την ίδια στιγμή όμως διατηρούν κάποιους προβληματισμούς ευρωσκεπτικιστικής κατεύθυνσης με σημείο αναφοράς την αξιολόγηση των προγραμμάτων προσαρμογής των τελευταίων ετών.
β) Σε επίπεδο οικονομικών αντιλήψεων η εικόνα, σημείωσε, είναι παρόμοια. Με λίγα λόγια, ενώ οι περισσότεροι νέοι προκρίνουν λύσεις φιλελεύθερου προσανατολισμού με λιγότερους φόρους και λιγότερη γραφειοκρατία, όταν τους ζητείται να δηλώσουν οι ίδιοι τι θα επέλεγαν ως εργασία, οι περισσότεροι προτάσσουν το κριτήριο της εργασιακής ασφάλειας και σταθερότητας προτιμώντας κυρίως την μισθωτή απασχόληση με επίκεντρο το δημόσιο.
γ) Σε πολιτικό επίπεδο οι νέοι εμφανίζονται μετριοπαθείς καθώς αυτοπροσδιορίζονται στον ευρύτερο μεσαίο χώρο, όμως φαίνεται να αποφεύγουν την πιο ενεργό συμμετοχή στα κοινά, στην παραδοσιακή της εκδοχή, και γενικότερα εκφράζουν δυσπιστία έναντι της πολιτικής.
δ) Σε ό,τι αφορά στις τρεις μεγάλες κρίσεις των τελευταίων ετών, ξεκινώντας από το μεταναστευτικό, υπογράμμισε, ότι οι πιο νέοι (17 έως 24 ετών) στέκονται θετικά έναντι των μεταναστών σε αντίθεση με τους μεγαλύτερους.
Ωστόσο, στο σύνολό τους οι νεότεροι επιζητούν την εφαρμογή αυστηρότερων πολιτικών στη διαχείριση του μεταναστευτικού σε σύγκριση με όσα έχουν εφαρμοστεί μέχρι σήμερα. Στο θέμα της πανδημίας, ενώ οι νέοι εμπιστεύονται την επιστήμη, έναντι των εμβολίων εμφανίζονται από επικριτικοί. Αναφερόμενος στον πρόσφατο πόλεμο οι περισσότεροι, είπε, ανησυχούν για τις επιπτώσεις του, αξιολογούν αρνητικά την πολιτική ηγεσία της Ρωσίας και υποστηρίζουν παράλληλα την επιτάχυνση της ευρωπαϊκής ενοποίησης σε τομείς όπως η εξωτερική πολιτική.
Καταλήγοντας, ο κ. Κολιαστάσης, επεσήμανε ότι ο κοινός παρονομαστής των παραπάνω διαπιστώσεων εντοπίζεται στις συνέπειες των διαδοχικών κρίσεων των τελευταίων 13 ετών μετρώντας από το 2009, όταν άρχισαν οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης να γίνονται αισθητές στην Ελλάδα.
Συμπλήρωσε ότι η κρίση εμπιστοσύνης στους θεσμούς αποτελεί διεθνές φαινόμενο. Τέλος, τόνισε ότι οι αντιλήψεις των νεότερων σήμερα στην Ελλάδα συμπίπτουν σε αρκετά σημεία με τα σταθερά και διαχρονικά χαρακτηριστικά της πολιτικής κουλτούρας στη χώρα και ότι «η οριστική υπέρβαση της οικονομικής κρίσης είναι και απαραίτητη προϋπόθεση για την ανασύσταση σχέση εμπιστοσύνης».
Ακολούθησε δεύτερος κύκλος τοποθετήσεων από τους ομιλητές, οι οποίοι απάντησαν σε κάποιες από τις δεκάδες ερωτήσεις και τα σχόλια των συμμετεχόντων που είχαν διατυπωθεί κατά τη διάρκεια της συζήτησης. Η κ. Διαμαντοπούλου μίλησε για το πώς ερμηνεύονται οι αντιφάσεις στις ανάγκες των πολιτών που προκύπτουν από τις απαντήσεις στην έρευνα, καθώς και για το αν η Ευρώπη μπορεί να έρθει σε ομοφωνία ή αν θα πάμε σε μια Ευρώπη πολλών ταχυτήτων.
Ο κ. Σακελλαρίδης απάντησε το ερώτημα αν η δυσαρμονία των πολιτικών δομών με τις ανάγκες των πολιτών και τις ιδεολογίες τους, κυρίως στους νέους, δημιουργεί κίνδυνο και στη δική μας κοινωνία.
Η κ. Οικονόμου - Λαλιώτη αναφέρθηκε στη σημασία των στάσεων και των απόψεων που διαμορφώνονται απέναντι στους πρόσφυγες και τους μετανάστες (διαβάστε το σχετικό της άρθρο στη διαΝΕΟσις), καθώς και στο πώς αντιμετωπίζουν οι διαφορετικές ηλικιακές ομάδες το θέμα της ψυχικής υγείας.
Τέλος, ο κ. Κολιαστάσης μίλησε για το θέμα του χάσματος γενεών στην Ελλάδα και αν αυτό βάζει εμπόδια στην εξέλιξη της κοινωνίας μας, καθώς και για το φαινόμενο των διαφορετικών τάσεων των νέων απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση.