Το πολιτικό-κομματικό μας σύστημα δεν βρίσκεται σε κάποια ανισορροπία ή ασυμμετρία όπως εδώ και πολύ καιρό υποστηρίζεται συστηματικά με διάφορα έωλα επιχειρήματα. Το γεγονός ότι ένα ισχυρό κόμμα κυβερνά ενώ κανένα από τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν είναι σε απόσταση βολής για να το απειλήσει εκλογικά δεν καθιστά το πολιτικό σύστημα «ανισόρροπο». Η χώρα έχει αντιπολίτευση πολύχρωμη. Σοβαρή αντιπολίτευση δεν έχει. Όλες οι περισπούδαστες αναλύσεις που εμφανίζονται και κάποια δημοσκοπικά ευρήματα αξιολογούνται με το μέτρο ενός παρωχημένου δικομματισμού.
Ποιο κόμμα θα βάλλουμε στη θέση της ΝΔ, ποιον στη θέση του κ. Μητσοτάκη, ο άρτι αφιχθείς εξ Αμερικής διατείνεται ότι ήρθε ακριβώς γι αυτόν τον σκοπό, όχι με ποιους τρόπους μπορεί να κυβερνηθεί καλύτερα η χώρα σε περιπτώσεις μη αυτοδυναμίας. Η πολιτική μας παράδοση και κουλτούρα ευνοούν ένα αρχηγικό πρότυπου δικομματισμού, σύστημα στο οποίο απέβλεπαν πάντα τα μεγάλα κόμματα εξουσίας, η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ που κυβέρνησαν βασικά στη Μεταπολίτευση. Το σύστημα απέδωσε σε ένα βαθμό με όλα τα θετικά και αρνητικά του στοιχεία, αλλά συνάμα, εξ αντικειμένου, προσέφερε το έδαφος για πόλωση, εχθρότητα, τοξικότητα, ανελέητη οξύτητα, εμφυλιοπολεμική ρητορεία.
Οι περισσότερες χώρες στην Ευρώπη κυβερνώνται εδώ και δεκαετίες από πολύχρωμους συνασπισμούς κομμάτων, κατόπιν επίμονων και χρονοβόρων διαπραγματεύσεων στις πιο σοβαρές περιπτώσεις. Εφαρμόζεται ένα μείγμα πολιτικών που να αντιστοιχεί στο συμβιβαστικό κοινό πρόγραμμα και στις συμφωνημένες προτεραιότητές του. Διότι, πρόκειται για συστημικά κόμματα που συνήθως είναι πολιτικά «όμορα».
Στη δική μας περίπτωση το θέμα κυβερνήσεων συνασπισμού, (εκτός εκτάκτων συνθηκών) συνήθως προκύπτει σε παραμονές εθνικών εκλογών όταν με βάση τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων παρουσιάζονται τα πιθανά σενάρια ακυβερνησίας ή κυβερνήσεων συνεργασίας ή μη με έσχατη λύση την εκ νέου προσφυγή στις κάλπες.
Rebus sic stantibus, αν κανείς θέλει να ξεφύγει από την παγίδα του δικομματισμού, θα πρέπει να σκεφτεί και να εργαστεί προς άλλη κατεύθυνση. Το κυβερνών κόμμα της ΝΔ δεν έχει συμφέρον, φυσικά, να ανοίξει μια τέτοια συζήτηση. Μέχρι το τέλος της τετραετίας μια χαρά είναι.
Μόνο το ΠΑΣΟΚ και ο κ. Ανδρουλάκης έχουν τη δυνατότητα και την ευκαιρία να το πράξουν σε σχέση με όλα τα άλλα κόμματα για προφανείς λόγους. Ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ καλά κάνει και επιδιώκει να ανοίγει «κουτιά της Πανδώρας» αλλά αντί να προσβλέπει στην «Αντιδεξιά» ηγεσία των ατάκτων και «αντισυστημικών» και να γαλουχεί τη Νεολαία του κόμματός του με το παρωχημένο σύνθημα «ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει Δεξιά», που δεν έχει καμιά σχέση με τη σημερινή πραγματικότητα, αντί για κινήσεις εξισορρόπησης της τριχοτομημένης εκλογικής του βάσης, έχει τη δυνατότητα μιας άλλης εναλλακτικής λύσης. Να προσπαθήσει να οικοδομήσει ένα σύγχρονο δημοκρατικό, σοσιαλδημοκρατικό και κεντροαριστερό, εκσυγχρονιστικό, μεταρρυθμιστικό, ευρωπαϊκό κόμμα με ενιαία πολιτική ταυτότητα και ιδεολογία, με ρεαλιστική προοπτική εξουσίας.
Με καλά επεξεργασμένο, ρεαλιστικό και εφικτό κυβερνητικό πρόγραμμα δημοσιονομικής υπευθυνότητας και υπεύθυνες λύσεις για τα σοβαρά προβλήματα της χώρας, εσωτερικά και εξωτερικά. Χρειάζεται να επαναλάβει κανείς ότι προς τα «αριστερά» του το λαϊκιστικό τραμπικό συνονθύλευμα του αρχηγικού κόμματος του κ. Κασσελάκη σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί, παρά τις μεταμφιέσεις του, να μετεξελιχτεί σε κάποιο, υβριδικό έστω όμορο κεντροαριστερό κόμμα, άρα δυνητικά πολιτικό σύμμαχο του ΠΑΣΟΚ. Ούτε θέλει ούτε το επιδιώκει ούτε μπορεί, όπως και με τον προηγούμενο αρχηγό του.
Μια τέτοια κατεύθυνση κομματικής συγκρότησης με σαφή πολιτική και ιδεολογική ταυτότητα και κυβερνητική προοπτική καμιά κομματική αυτονομία δεν υπονομεύει. Αντίθετα, το καθιστά αναντικατάστατο μέρος μιας σοβαρής κυβέρνησης συστημικών κομμάτων και εγγύηση καλής και προοδευτικής διακυβέρνησης. Ο ρόλος του ΠΑΣΟΚ στο πολιτικό σύστημα είναι κομβικός, για αυτό κι έχει μεγάλη ευθύνη απέναντι στη χώρα.
Η κατάπτωση και περιπλάνηση στο λαϊκισμό, στην ανδρεοπαπανδρεϊκή παράδοση που και άλλοι τη διεκδικούν και την καρπούνται και την οποία ό, τι είχε να προσφέρει έχει πλέον εξαντληθεί, οι πολιτικές εξισορροπήσεων και η ψευδεπίγραφη «διμέτωπη» πολιτική δεν αίρουν τα πολιτικά αδιέξοδα του ΠΑΣΟΚ. Εκτός κι αν μένει ικανοποιημένο από τη στασιμότητα ή κάποια ελαφρά άνοδο που συντελεί στην αυτοσυντήρησή του. Είναι κι αυτό μια θεμιτή πολιτική επιδίωξη. Αλλά το καταδικάζει εσαεί εκτός εξουσίας. Ωστόσο, ο κ. Ανδρουλάκης φιλοδοξεί να γίνει Χαλίφης στη θέση του σημερινού Χαλίφη και να στείλει τη ΝΔ στην αντιπολίτευση. Όλα είναι πιθανά, βέβαια, αλλά κατά εκτίμηση λογικού ατόμου η προοπτική αυτή ανήκει στη σφαίρα της επιστημονικής φαντασίας.
Ούτε οι διάφορες κινήσεις και «πρωτοβουλίες», επίσημες ή υπόγειες, για την ενότητα της «κεντροαριστεράς» εμπεριέχουν κάποια σοβαρή προοπτική διακυβέρνησης. Πρόκειται περί φαρσοκωμωδίας.
Επομένως, είτε το πολιτικό σύστημα διατηρήσει το σημερινό σχήμα ενός ισχυρού κυρίαρχου κυβερνώντος κόμματος (έχοντας στην αντιπολίτευση αρκετά κόμματα ισοδύναμης περίπου ισχύος αλλά που οι πολιτικές και ιδεολογικές τους αποκλίσεις και ο γενικευμένος «αντισυστημισμός» τους τα καθιστά εντελώς ανίκανα να προσφέρουν πειστική και σοβαρή εναλλακτική κυβερνητική πρόταση) είτε οδηγηθεί σε κυβερνήσεις συνασπισμού, ο δικομματισμός είναι φανερό ότι πνέει τα λοίσθια. Έχει εξαντλήσει τη χρησιμότητά του. Το πολιτικό σύστημα χρειάζεται να προετοιμαστεί για να προσαρμοστεί στην πραγματικότητα αυτή.
Ο φαιοκόκκινος λαϊκισμός σηκώνει και πάλι κεφάλι. Έχει μακροχρόνια διαβρώσει την εμπιστοσύνη των πολιτών στους δημοκρατικούς θεσμούς της χώρας, τη Βουλή, τη Δικαιοσύνη, τα πολιτικά κόμματα, στα πάντα. Προσπαθεί να δημιουργήσει μια δίνη αποσταθεροποίησης. Καθηγητής δε τις εκ Θεσσαλονίκης ορμώμενος, πρώην εκλογικός σύμβουλος του κ. Τσίπρα, του οποίου οι αναλυτικές μαντικές ικανότητες έφτασαν μέχρι την πρόβλεψη ότι ο κ. Μητσοτάκης θα είχε την τύχη του Τσαουσέσκου, χύνει μαύρα δάκρυα που η κοινωνική δυσαρέσκεια δεν αποτυπώνεται στους πολιτικούς συσχετισμούς. Δεν είναι ο μόνος.
Ο λαϊκισμός παντός χρώματος είναι επικίνδυνος, θανάσιμος εχθρός της δημοκρατίας. Το ΠΑΣΟΚ γιατί άραγε ψαρεύει στο βάλτο του; Στο Δημοκρατικό Μέτωπο κατά των λαϊκισμών, δεν χωρούν «σύμμαχοι» που την υπονομεύουν ή θέλουν να την καταργήσουν, όπως και να τους βαπτίσει κανείς.
* Ο Βασίλης Καπετανγιάννης είναι πολιτικός επιστήμων