Η πορεία της Ελλάδας προς τα μπροστά δεν γίνεται χωρίς αντιστάσεις, πισωγυρίσματα, ούτε και είναι στρωμένη με ροδοπέταλα. Οι θύλακες καθυστέρησης πολλοί, μαζί και όσοι ανασύρουν ξεπερασμένες από την ίδια τη ζωή επιχειρηματολογίες, διαστρεβλώνουν τα επιστημονικά δεδομένα, δίνουν μάχες οπισθοφυλακών απέναντι στην προσπάθεια να καταρριφθούν απαρχαιωμένα ταμπού.
Η ψήφιση του νομοσχεδίου για το γάμο των ομοφύλων στέλνει το μήνυμα ότι η χώρα μπορεί να ξεφύγει από το παρελθόν της, ότι μπορεί να ενταχθεί σε μια ομάδα ισχυρών και πρωτοπόρων χωρών της Δύσης ως ένα κράτος που αφήνει πίσω του παροξυσμούς λαϊκισμού και θέλει να προχωρήσει μπροστά.
Έχει ενδιαφέρον ότι η Βουλή που συνεδρίασε προχθές για το δικαίωμα στο γάμο των ομόφυλων ζευγαριών ήταν μια διαφορετική Βουλή. Στην ολομέλεια δεν επεκράτησε το γνωστό κλίμα της κομματικής σύγκρουσης καθώς η αντιπαράθεση διεξήχθη κυρίως μεταξύ των υποστηρικτών και των πολέμιων του νομοσχεδίου, των οποίων η διαχωριστική γραμμή διαπέρασε εγκάρσια τόσο το κυβερνητικό όσο και τα περισσότερα κόμματα της αντιπολίτευσης. Εξαίρεση αποτέλεσαν τα κόμματα της Ακροδεξιάς καθώς και το Κομμουνιστικό Κόμμα που εναντιώθηκαν ομόφωνα, όπως γίνεται συνήθως όταν πρόκειται για τα ατομικά δικαιώματα των πολιτών.
Τόσο από τη συζήτηση όσο και από το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας αποδείχτηκε ότι όταν πρόκειται για ευαίσθητα ζητήματα, η πλειοψηφία της κάλπης δεν είναι αρκετή για να διασφαλιστεί η κοινοβουλευτική πλειοψηφία αλλά απαιτούνται ευρύτερες συναινέσεις. Αποδείχτηκε ακόμα ότι οι εκπρόσωποι του εκλογικού σώματος μπορεί να φανούν πιο ευαίσθητοι από την κοινωνία αφού ο συσχετισμός στη Βουλή ήταν πολύ καλύτερος από ότι καταγράφουν οι δημοσκοπήσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι στη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, όπου δεν είχε επιβληθεί κομματική πειθαρχία, οι θετικές ψήφοι έφτασαν στα δύο τρίτα του αριθμού της κοινοβουλευτικής τους δύναμης.
Η ψήφιση αυτού του νομοσχεδίου αποκτά ακόμα μεγαλύτερη σημασία καθώς η Ελλάδα έγινε η πρώτη χώρα με «επικρατούσα» την Ορθόδοξη θρησκεία που νομιμοποιεί το δικαίωμα στον γάμο και την τεκνοθεσία των ομόφυλων ζευγαριών. Κι αυτό είναι πολύ σημαντικό αν αναλογιστεί κανείς τη σφοδρή αντίδραση της Ιεράς Συνόδου αλλά και προσωπικά του Αρχιεπισκόπου οι παρεμβάσεις του οποίου υπερέβησαν με απροσχημάτιστο τρόπο κάθε αρμοδιότητα που προκύπτει από το θεσμικό του ρόλο. Αρχικά ζήτησε δημοψήφισμα, στη συνέχεια έστειλε επιστολές (νουθεσίας;) προς όλους τους βουλευτές και τέλος έφτασε στο σημείο να ζητήσει τη διεξαγωγή ονομαστικής ψηφοφορίας στη Βουλή επί του νομοσχεδίου.
Πέρα από τις απειλητικές παρεμβάσεις της Εκκλησίας η ψήφιση του νομοσχεδίου προσέκρουσε και στους εκπροσώπους του κοινωνικού συντηρητισμού οι οποίοι αναδείχθηκαν σε σοβαρό εμπόδιο για την αναγνώριση της κοινωνικής πραγματικότητας και τον εκσυγχρονισμό του κράτους δικαίου. Τόσο κατά τη διάρκεια των εσωκομματικών διαδικασιών που προηγήθηκαν όσο και κατά τη συζήτηση στη Βουλή εκφράστηκαν με τον πιο ωμό τρόπο οι πλέον οπισθοδρομικές και ομοφοβικές απόψεις προκειμένου να επηρεαστεί το ευνοϊκό και συναινετικό κλίμα που είχε διαμορφωθεί για το νομοσχέδιο. Το κλίμα αυτό είναι ίσως ένα καλό παράδειγμα για τη συναινετική προώθηση και άλλων εκσυγχρονιστικών προτάσεων στο μέλλον, όπου αυτό είναι εφικτό.
Η Ελλάδα έγινε πλέον η 16η χώρα της Ευρώπης που νομιμοποιεί το γάμο των ομόφυλων ζευγαριών. Πριν μερικά χρόνια λίγοι θα μπορούσαν να προβλέψουν μια τέτοια εξέλιξη που σε κάθε περίπτωση δεν επιτρέπει αυταπάτες. Χρειάζεται να γίνουν ακόμα πολλά προς την κατεύθυνση της υπέρβασης οπισθοδρομικών αγκυλώσεων και συναισθηματικών προκαταλήψεων οι οποίες παραμένουν βαθιά ριζωμένες στην ελληνική κοινωνία. Από την άποψη αυτή η Βουλή της 15ης Φεβρουαρίου προσέφερε μια βαθιά ανάσα και μια ελπίδα για ανάλογες αποφάσεις στο μέλλον. Ήταν ένα σημαντικό βήμα για τη Βουλή, για την Κοινωνία και για την ισότητα των δημοκρατικών δικαιωμάτων στη χώρα μας.