Τον δικό του καύσωνα ζει εδώ και μέρες ο ΣΥΡΙΖΑ. Δεν έφτανε η υψηλή θερμοκρασία που εισέρρευσε στο εσωτερικό του με τις συνομιλίες του Νίκου Παππά και τις εντολές που έδινε η σύζυγος Καμμένου σε αστυνομικούς να συλλάβουν δημοσιογράφους, δεν έφταναν οι διαμάχες για το «βρώμικο 89», και η ανήσυχη αναμονή για την Προανακριτική, ήρθε ως «φλογοβόλο» και ο Νίκος Κωνσταντόπουλος, να καταστήσει το κόμμα του Τσίπρα εγκαυματικό πολυτραυματία.
Αλάτι στις πληγές έριξε και ο βουλευτής Σάκης Παπαδόπουλος. Είχε δώσει και στο παρελθόν δείγμα ειλικρινούς γραφής, όντας ο μόνος που δεν τηρούσε «όρκο σιωπής» για το κόστος της «ηρωικής διαπραγμάτευσης». Είχε παραδεχθεί ότι αυτή μας κόστισε 30-35 δις, αλλά κανενός συριζαίου οπαδού δεν ίδρωσε το αυτί. Τώρα έδωσε δείγμα πολιτικής εμπειρίας στα περί των «αρμών της εξουσίας», που δεν κατείχαν οι κομματόθρεφτοι νεοσσοί περί τον Αλέξη, λέγοντας: «Οι αρμοί της εξουσίας κατέχονταν για πολλές δεκαετίες από το σοβιετικό σύστημα, και όμως το σοβιετικό σύστημα κατέρρευσε, και ας τους κατείχε».
Αν ο Παπαδόπουλος είναι ειλικρινής και μειλίχιος, χείμαρρος ήταν ο Νίκος Κωνσταντόπουλος, στις κρίσεις του για τον Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ. Οι φράσεις όπως «σπάει το αποχετευτικό σύστημα του πολιτεύματος», «Χρησιμοποίησαν το κράτος ως λάφυρο», αλλά «όταν το κόμμα χρησιμοποιεί το κράτος ως λάφυρο πεθαίνει η δημοκρατία», «καραγκιοζιλίκια η πολιτική ευθύνη» που ανέλαβε ο εκ των της «δρακογενιάς των παραγόντων» Νίκος Παππάς, αποσαρθρώνουν ιδεολογήματα τα οποία καταδυνάστευσαν την πολιτική ζωή την τελευταία τραυματική δεκαετία.
Στον ΣΥΡΙΖΑ υπήρξε ταραχή αλλά και δυσαρέσκεια. Αρκετοί πάγωσαν, κάποιοι απόρησαν. Άλλοι προσπαθούσαν να τα αποδώσουν σε προσωπική του «πικρία», γιατί ενώ αυτός είχε ένα κόμμα του 4%, επί Τσίπρα θέριεψε, κατίσχυσε και έγινε κυβέρνηση. Κάποιοι προσπαθούσαν να υποβαθμίσουν τους έντονους απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς που χρησιμοποίησε ο πρώην Πρόεδρος, αποδίδοντάς στην γνωστή ρητορική δικηγορική του δεινότητα που αποβλέπει στον εντυπωσιασμό. Και τέλος ένα τμήμα στελεχών του απέδιδε «δίκιο επί της ουσίας» αλλά αναρωτιούνταν για την χρονική στιγμή της κριτικής, «τώρα που το κόμμα βρίσκεται σε δύσκολη περίοδο».
Σε κάθε περίπτωση όμως η δυσαρέσκεια επικράτησε του κλίματος αναστοχασμού. Οι του ΣΥΡΙΖΑ ούτως ή άλλως όλοι τις γνωρίζουν αυτές τις στρεβλώσεις. Κάποιοι τις έχουν αποδεχθεί ως αναγκαίο κακό, και άλλοι θεωρούν ότι είναι προς αντιμετώπιση μέσα από εσωτερικές διαδικασίες, χωρίς να πέφτει λόγος στους «απέξω» και στους «πρώην».
Εν τω μεταξύ, αν και ήσσονος σημασίας η γνώμη της στήλης, θα διαφωνήσει με την καταγγελία του πρώην Προέδρου ότι ο Τσίπρας «έφερε στην Αριστερά ανθρώπους που ακολουθούσαν μια κουλτούρα παρακολουθήσεων, ξένων προς το χώρο, κι ότι τα συγκεκριμένα πρόσωπα έβγαιναν τα βράδια για ποτό και σχολίαζαν τι άκουγαν στις καταγεγραμμένες συνομιλίες». Είναι προφανής η αναφορά στον Καμμένο.
Δεν πιστεύουμε όμως ότι αυτές οι πρακτικές ήταν όπως είπε «ξένες προς το χώρο», επειδή «αυτή η πρακτική με τα ηχητικά και τις κασέτες θεωρείται από τον ΣΥΡΙΖΑ παρακρατική μέθοδος της Δεξιάς, ωστόσο ο ίδιος τη χρησιμοποίησε».
Ήταν όντως ξένες στο ΚΚΕ εσωτερικού και τον Συνασπισμό του οποίου ο ίδιος ηγήθηκε, καθώς το κόμμα έως τότε έφερνε στο ιδεολογικό του DNA την κουλτούρα πολιτικού ήθους της Ανανεωτικής Αριστεράς. Όμως όπως έχουμε ξαναγράψει στο παρελθόν, ο ΣΥΡΙΖΑ του Τσίπρα δεν είναι αυτός του Κωνσταντόπουλου.
Έχει μεταλλαχθεί σε ένα πολιτικό υβρίδιο όπου οι σταλινικές νοοτροπίες «εξοντώστε τον αντίπαλο» (στην εποχή μας κυρίως με δολοφονίες χαρακτήρα και παγιδεύσεις ), ο αφελής αριστερισμός, ο συνθηματολογικός ριζοσπαστισμός, και ο χύδην λαϊκισμός, κυριαρχούν.
Και οι παρακολουθήσεις δεν είναι ξένες και καταδικαστέες ως νοοτροπία στο στρατόπεδο του ΣΥΡΙΖΑ (από την Τσέκα ως την Κα Γκε Μπε, υπάρχει μνήμη αποδοχής από τα κομμουνιστογενή στελέχη του κόμματος). Πηγάζει από την αντίληψη ότι μόνο η Αριστερά είναι ο αυθεντικός εκφραστής των αναγκών του λαού, άρα όποιος την αντιμάχεται, αντιμάχεται το λαό!
Και στην αντιμετώπισή του θα συμμετάσχουν οι κρατικές δομές. Και δεν είναι μόνο οι παρακολουθήσεις. Όλες οι κρατικές δομές και αρχές οφείλουν να προσανατολιστούν σε αυτή την κατεύθυνση (ο Πολάκης για παράδειγμα θέλει όταν ξανάρθει ο ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία να μπουν 3 με 4 χιλιάδες καινούργιοι λειτουργοί στο δικαστικό σώμα).
Όπερ η παρεμβατική συμπεριφορά στο κράτος δεν έχει την ίδια απαγορευτική αναστολή, που διέπει τη θεσμική νοοτροπία της ΝΔ και του ΚΙΝΑΛ. Οι τελευταίοι όταν το πράττουν γνωρίζουν ότι «δεν πρέπει» να παρέμβουν. Στον ΣΥΡΙΖΑ θεωρούν ότι «πρέπει». Μόνο που τέτοιες παρεμβάσεις στο τέλος αποβαίνουν μόνο υπέρ της προσωπικής εξουσίας και ευωχίας αυτών που τις πραγματοποιούν και εις βάρος της δημοκρατίας.