Φωτογραφία Αρχείου
Το επίδικο της κυβερνησιμότητας θέτει ο Κυρ. Μητσοτάκης
Eurokinissi
Eurokinissi
Φωτογραφία Αρχείου

Το επίδικο της κυβερνησιμότητας θέτει ο Κυρ. Μητσοτάκης

Μπορεί οι κάλπες της 9ης Ιουνίου να μην έχουν άμεσο αντίκτυπο στην εσωτερική πολιτική σκηνή και να μη διακυβεύεται σε αυτές η επόμενη μέρα της κυβέρνησης, είναι σαφές, ωστόσο, ότι το αποτέλεσμά τους θα καθορίσει το πολιτικό κλίμα μέσα στο οποίο το Μέγαρο Μαξίμου θα κληθεί να διαχειριστεί το υπόλοιπο της θητείας του, έως τις εθνικές εκλογές, που πολλές φορές έως τώρα έχει διατυπωθεί ότι θα διεξαχθούν το 2027.

Με κεντρικό στόχο να μπει ανάχωμα στην αποχή και στη συνέχεια να συσπειρωθεί η εκλογική βάση της Νέας Δημοκρατίας, που τον περασμένο Ιούνιο στήριξε την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, ο πρωθυπουργός θέτει επί τάπητος, μετά τα ζητήματα της Ευρώπης, επί της ουσίας την «κυβερνησιμότητα» των πολιτικών δυνάμεων. Και μάλιστα, τη στιγμή, που τα κόμματα της αντιπολίτευσης στο σύνολό τους, ζητούν την καταψήφιση της κυβέρνησης και την ανάδειξή τους στον ρόλο του βασικού αντιπάλου της.

Στη συνέντευξή του στη δημόσια τηλεόραση, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανέδειξε με ένταση, για δεύτερη φορά, την «επικινδυνότητα» του οικονομικού προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ, επαναφέροντας το «φάντασμα» της χρεοκοπίας στο δημόσιο διάλογο. Με την κοστολόγηση των οικονομικών προτάσεων της αξιωματικής αντιπολίτευσης να τίθεται εκ νέου επί τάπητος, ο κ. Μητσοτάκης προανήγγειλε την κοστολόγηση του σχετικού σχεδίου νόμου, που κατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, παρέπεμψε σε «λεφτόδεντρα», που δεν υπάρχουν και σημείωσε με νόημα ότι «δεν πρόκειται να ξαναζήσουμε περιβάλλον δημοσιονομικής αποσταθεροποίησης με κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και με εμένα Πρωθυπουργό», κατηγορώντας την αξιωματική αντιπολίτευση για λαϊκισμό «που οδήγησε τη χώρα σε χρεοκοπία».

Στον αντίποδα, ο κ. Μητσοτάκης επισημαίνει για παράδειγμα, τα στοιχεία, που δείχνουν ότι η Ελλάδα βρίσκεται στην 5η υψηλότερη θέση σε ρυθμό ανάπτυξης ανάμεσα στις 20 χώρες τις Ευρωζώνης, γεγονός που της δίνει την προοπτική να καλύψει το χαμένο έδαφος της δεκαετούς κρίσης, ώστε να συγκλίνουν τα εισοδήματα με τα ευρωπαϊκά επίπεδα.

Επ’ αφορμής των προκλήσεων από τη νέα ηγεσία της Βόρειας Μακεδονίας, το Μέγαρο Μαξίμου αναδεικνύει την εκ διαμέτρου αντίθετη προσέγγιση κυβέρνησης και ΣΥΡΙΖΑ και στα θέματα εξωτερικής πολιτικής. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης υπενθύμισε ότι το μπαράζ διεθνών αντιδράσεων στις δηλώσεις της νέας προέδρου της γειτονικής χώρας, ήρθε ως αποτέλεσμα παρεμβάσεων της Ελληνικής Κυβέρνησης και του ιδίου προσωπικά, ο οποίος ενημέρωσε την ευρωπαϊκή ηγεσία. Στον αντίποδα, χαρακτήρισε «αδιανόητο» και «στα όρια του πολιτικού και διπλωματικού παραλογισμού» τη στάση του ΣΥΡΙΖΑ να ζητάει την κύρωση των μνημονίων με τα Σκόπια. Με την κοινή γνώμη, στη συντριπτική της πλειοψηφία, να μην έχει αποδεχθεί τη Συμφωνία των Πρεσπών, είναι προφανές ότι η κυβέρνηση θα επιμείνει στη διαφορετική προσέγγιση με την αξιωματική αντιπολίτευση, στο θέμα αυτό.

Ως ένδειξη της παρεμβατικότητας της κυβέρνησης στις Βρυξέλλες, ο Κυριάκος Μητσοτάκης προτάσσει και την επιστολή του προς την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ώστε να σταματήσουν τα «παιχνιδάκια», όπως τα χαρακτήρισε, των πολυεθνικών εταιρειών, που υπερτιμολογούν στην Ελλάδα τα προϊόντα τους. Ένα ακόμη επιχείρημα, που έρχεται να στηρίξει το διακύβευμα των εκλογών ως προς το κόμμα, που θα πρέπει να ισχυροποιηθεί, ώστε να προωθεί αποτελεσματικά, τις ελληνικές διεκδικήσεις στην Ευρώπη. Με το πρόβλημα της ακρίβειας, όχι μόνο να αναγνωρίζεται ως μείζον, αλλά και να προβληματίζει την κυβέρνηση, προτάσσεται ως μοναδική απάντηση η αύξηση μισθών και συντάξεων, που έχει ήδη αρχίσει.

Έχοντας ήδη θέσει την καθημερινότητα στην κορυφή των κυβερνητικών προτεραιοτήτων, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει επιλέξει να βάλει σε πρώτο πλάνο, σε κάθε παρέμβασή του –είτε τηλεοπτική, είτε μιλώντας με πολίτες κατά τις περιοδείες του- τις πολιτικές, που υλοποιούνται και αφορούν σε ένα ευρύ φάσμα, από την υγεία και την παιδεία, έως τα φαινόμενα βίας, πεδία στα οποία δέχεται κριτική η κυβέρνηση από την αντιπολίτευση, χωρίς, ωστόσο, όπως σημειώνουν κυβερνητικά στελέχη, να υπάρχουν σαφείς προτάσεις.

Στο πλαίσιο αυτό, χαρακτηρίζει κεντρική προτεραιότητα τετραετίας την αναμόρφωση του ΕΣΥ σε όλα τα επίπεδα, προτάσσει τα θέματα της παιδείας, χαρακτηρίζοντας τεράστια πρωτοβουλία το ψηφιακό φροντιστήριο, που μειώνει τις ανισότητες μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου σχολείου, ευρωπαϊκή την εικόνα των ελληνικών γηπέδων μετά τα μέτρα, που έχουν ληφθεί και μιλά για μια τετραετία μεγάλων αλμάτων, περιγράφοντας το κυβερνητικό του πρόγραμμα στη δεύτερη θητεία του, θέτοντας ως χρονοδιάγραμμα για να αλλάξει η Ελλάδα, όπως λέει χαρακτηριστικά, τον ορίζοντα τετραετίας.

Στον απόηχο τεσσάρων νέων δημοσκοπήσεων, που τις προηγούμενες ημέρες είδαν το φως της δημοσιότητας, στο κυβερνητικό επιτελείο εκτιμούν ότι ο στόχος του 33% -του ποσοστού, δηλαδή, των προηγούμενων ευρωεκλογών- είναι απολύτως εφικτός για τη Νέα Δημοκρατία. Στο δίλημμα της κάλπης αυτό, που όπως φαίνεται θα υπερισχύσει, θα είναι η πρόσκληση στους πολίτες να επαναβεβαιώσουν τη στήριξή τους στην κυβέρνηση, ώστε να μην υπάρξει περιθώριο αμφισβήτησής της την επόμενη ημέρα, αλλά και να μην επιστρέψει, όπως είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο «τοξικός λαϊκισμός».

Η πρόσκληση αυτή είναι σαφές ότι απευθύνεται προς πάσα κατεύθυνση, με τον ίδιο τον πρωθυπουργό να μιλά ευθέως για τους πολίτες, που αυτοπροσδιορίζονται ως κεντρώοι, να κάνει λόγο για φιλελεύθερη οικονομική και κοινωνική πολιτική από την κυβέρνησή του και ταυτόχρονα να απευθύνεται στο πατριωτικό αίσθημα, κατηγορώντας τα κόμματα εκ δεξιών της Νέας Δημοκρατίας για εργαλειοποίηση της πίστης και του πατριωτισμού.