Στην προεδρική εκλογική αναμέτρηση του Νοεμβρίου του 2020 στις Ηνωμένες Πολιτείες, 63 εκατομμύρια Αμερικανοί ψηφοφόροι ψήφισαν «δι’ αλληλογραφίας». Η συμμετοχή στις προεδρικές εκλογές έφθασε περίπου το 70%. Αντίστοιχα, στις εθνικές εκλογές του Ιουνίου, στη χώρα μας, η συμμετοχή μετά βίας άγγιξε το 54%. Στη δεύτερη Κυριακή των περιφερειακών εκλογών, η αποχή –καταρρίπτοντας ίσως κάθε προηγούμενο– άγγιξε το 65%. Η καθιέρωση της επιστολικής ψήφου κρίνεται από την κυβέρνηση ως «η πιο ισχυρή απάντηση στην αποχή και στην αδράνεια των πολιτών».
Η απόφαση του Κυριάκου Μητσοτάκη για καθιέρωση της επιστολικής ψήφου στις επερχόμενες ευρωεκλογές του Ιουνίου, μπορεί να αποτέλεσε έκπληξη, ως προς τον χρόνο εφαρμογής της, δεν αποτέλεσε, ωστόσο, μια βιαστική απόφαση. Η προετοιμασία έχει αρχίσει εδώ και πολύ καιρό και ουσιαστικά αποτελούσε το επόμενο βήμα μετά την ψήφιση του νόμου για την ψήφο των αποδήμων.
Οι αυστηρές προϋποθέσεις, που ο πρώτος νόμος έθετε για τη συμμετοχή τους στις διπλές εκλογές του Μαΐου και του Ιουνίου, οδήγησαν σε μια καθόλου επιτυχημένη «πρώτη φορά». Τον Ιούλιο με νέο νόμο, η κυβέρνηση κατήργησε κάθε περιορισμό, δίνοντας πλέον τη δυνατότητα να όλους να ψηφίσουν στις επόμενες αναμετρήσεις.
Η κάλπη των ευρωεκλογών θα είναι η πρώτη στην οποία θα εφαρμοστούν δύο κομβικές τομές, πρώτον, η καθολική συμμετοχή των αποδήμων και δεύτερον, η καθιέρωση της επιστολικής ψήφου και μάλιστα, για όλους, είτε βρίσκονται εκτός, είτε εντός Ελλάδας. Η κυβέρνηση και ο Πρωθυπουργός κάνουν λόγο για ένα σημαντικό βήμα και μια ιστορική τομή εκσυγχρονισμού και διεύρυνσης της δημοκρατικής διαδικασίας, εντάσσοντας και την ρύθμιση αυτή στο πλαίσιο των μεταρρυθμίσεων, που η κυβέρνηση επιχειρεί να προωθήσει σε κάθε επίπεδο.
Σε κάθε περίπτωση, η απόφαση της κυβέρνησης αλλάζει τα δεδομένα. Αφενός γιατί με έναν τρόπο διευρύνει το εκλογικό σώμα, όχι τυπικά, αλλά ουσιαστικά, αφού στις ευρωεκλογές θα έχουν τη δυνατότητα να συμμετέχουν οι απόδημοι –ακόμη και εκείνοι, που ζουν μακριά από τα εκλογικά τμήματα, που θα έχουν οριστεί στη χώρα τους– περισσότεροι νέοι, πολλοί εκ των οποίων μέσα στο καλοκαίρι εργάζονται στον τουριστικό κλάδο μακριά από τον τόπο κατοικίας τους, άνθρωποι με προβλήματα, που καθιστούν απαγορευτική τη μετακίνησή τους και τη φυσική τους παρουσία στα εκλογικά κέντρα. Στην κυβέρνηση εκτιμούν ότι πρόκειται για εκατοντάδες χιλιάδες ψηφοφόρους.
Η νέα ρύθμιση προβλέπεται να ισχύσει προς ώρας μόνο σε ευρωεκλογές και δημοψηφίσματα, καθώς θα χρειαστεί άλλο νομοθέτημα για την καθιέρωση της επιστολικής ψήφου σε εθνικές εκλογές.
Το ενδιαφέρον στρέφεται στη στάση, που θα τηρήσουν τα κόμματα στη Βουλή κατά τη συζήτηση και ψήφιση του νομοσχεδίου του Υπουργείου Εσωτερικών. Υπενθυμίζεται ότι τον περασμένο Ιούλιο, την άρση των περιορισμών για τους απόδημους είχαν στηρίξει Νέα Δημοκρατία, ΠΑΣΟΚ, Νίκη και Πλεύρη Ελευθερίας, ενώ κατά είχαν ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ και ΚΚΕ.
Παρών είχαν δηλώσει Ελληνική Λύση και Σπαρτιάτες. Έχει, πάντως, ενδιαφέρον ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν απορρίπτει εκ των προτέρων την ρύθμιση, θεωρώντας ότι απαντά στο αίτημά του για διευκόλυνση στη συμμετοχή των εκλογέων, ζητά ωστόσο να απαντηθούν πιθανά συνταγματικά κωλύματα, για τη διασφάλιση της μυστικότητας της ψήφου, καθώς και οι ασφαλιστικές δικλείδες, που η κυβέρνηση σημειώνει ότι έχουν επιλυθεί. Αντίθετο, εμφανίστηκε το ΚΚΕ, που και στο παρελθόν έχει απορρίψει ως επιλογή την επιστολική ψήφο.
Το μεγάλο ερώτημα για τα κομματικά επιτελεία και τους δημοσκόπους, είναι ο αντίκτυπος, που η διευκόλυνση της συμμετοχής και κατ' επέκταση, η διεύρυνση της εκλογικής βάσης, μπορεί να έχει στα ποσοστά των κομμάτων. Τα αποτελέσματα των αποδήμων στις εθνικές εκλογές του Ιουνίου ήταν συντριπτικά υπέρ της Νέας Δημοκρατίας, που έλαβε 43,2% έναντι 16,6% του ΣΥΡΙΖΑ και 6,9% του ΠΑΣΟΚ - γεγονός, που προφανώς προσμετρήθηκε και για την καθιέρωση της επιστολικής ψήφου. Ιδιαιτέρως υψηλά, ήταν τα ποσοστά του ΜέΡΑ25, που ήταν στην Τρίτη θέση με 12% και του ΚΚΕ με 11,9%.
Παρά τα σενάρια, που αναπτύχθηκαν όλο το προηγούμενο διάστημα, περί διαίρεσης της χώρας σε περιφέρειες, οι ευρωεκλογές του Ιουνίου θα διεξαχθούν με τη χώρα να λογίζεται ως μία περιφέρεια, όπως συμβαίνει από το 1981. Η κυβέρνηση επέλεξε να διατηρήσει και το σύστημα του σταυρού, με τον Κυριάκο Μητσοτάκη να εξηγεί πως «τον πρώτο λόγο στην εκλογή κάθε εθνικού αντιπροσώπου, είτε μιλάμε για το εθνικό κοινοβούλιο είτε μιλάμε για την ευρωβουλή, πρέπει τελικά να τον έχει ο πολίτης, όχι ο αρχηγός κάθε παράταξης μέσω μιας λίστας προ-διορισμένων βουλευτών που ουσιαστικά θα επιλέγει ο ίδιος».
Η πολυαναμενόμενη ανακοίνωση του τρόπου διεξαγωγής των ευρωεκλογών ανοίγει για την κυβέρνηση και τα κόμματα της αντιπολίτευσης το κεφάλαιο του πολιτικού διακυβεύματος της κάλπης. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έδωσε, ήδη, το στίγμα της στρατηγικής του, μιλώντας για «πολλαπλό στοίχημα», έβαλε στο «κάδρο» την πολιτική σταθερότητα της χώρας, «χωρίς αμφισβητήσεις που θα μπορούσαν να ναρκοθετήσουν την αναπτυξιακή της τροχιά», όπως είπε, δημιουργώντας έξι μήνες πριν την εκλογική αναμέτρηση το πολιτικό πλαίσιο στο οποίο θα κινηθεί.
Ήδη από τώρα, βάζει στην ατζέντα την ψήφο των πολιτών με πολιτικά κριτήρια, ζητώντας επιβεβαίωση της εντολής, που έδωσαν στην κυβέρνηση τον περασμένο Ιούνιο. Χαρακτηρίζοντας τη Νέα Δημοκρατία «παράταξη της Ευρώπης», μάλιστα, έδειξε ότι θα θέσει στην κρίση των ψηφοφόρων και τις επιδόσεις της κυβέρνησής του σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αναφερόμενος ουσιαστικά στο Ταμείο Ανάκαμψης, τους ευρωπαϊκούς πόρους για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων από τις πυρκαγιές και τις πλημμύρες και τις αμυντικές συμμαχίες στο πλαίσιο της ΕΕ.
Στόχος της κυβέρνησης, ο περιορισμός της αποχής, αλλά κυρίως της χαλαρής ψήφου, που ευνοείται στην κάλπη των ευρωεκλογών. Αντίστοιχα κομβική είναι η αναμέτρηση για όλες τις πολιτικές δυνάμεις. Για τον ΣΥΡΙΖΑ αποκτά υπαρξιακά χαρακτηριστικά, καθώς θα βρίσκεται με νέο πρόεδρο στο τιμόνι του, έχοντας περάσει μια μακρά περίοδο εσωστρέφειας και έντονων αναταράξεων, αναμένοντας να δει αν η πτωτική πορεία των ποσοστών του, που καταγράφεται στις δημοσκοπήσεις, θα αποτυπωθεί και στην κάλπη.
Για το νέο κόμμα των 11 βουλευτών, που έχουν αποχωρήσει από την αξιωματική αντιπολίτευση θα είναι το πρώτο κρας-τεστ, που θα δείξει αν υπάρχει τελικά κενό να καλυφθεί, στον πολιτικό χάρτη. Για το ΠΑΣΟΚ, η κάλπη του Ιουνίου θα είναι η ευκαιρία, που ανέμενε για να υλοποιήσει τον στόχο του, να επανέλθει, δηλαδή, στη δεύτερη θέση.