«Φρένο» στην πολυγλωσσία υπουργών αλλά και στελεχών που τις τελευταίες ημέρες προκαλεί σύγχυση αναφορικά με τα περιοριστικά μέτρα της πανδημίας και το ενδεχόμενο να ανοίξει ο δρόμος για «Πάσχα στο χωριό» βάζει ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Τα αλληλοσυγκρουόμενα μηνύματα που φτάνουν στους πολίτες δυσκολεύουν τη διαχείριση και τον σχεδιασμό των επιφορτισμένων με την αρμοδιότητα να παρακολουθούν τα δεδομένα που θα οδηγήσουν και στις τελικές αποφάσεις.
Το γεγονός ότι η όποια επιλογή σχετικά με τις διαπεριφερειακές μετακινήσεις αποτελεί μια δύσκολη εξίσωση και ουσιαστικά η περίοδος που διανύει η χώρα έχει μετατραπεί σε μια άσκηση ισορροπίας ενόψει και της έναρξης της καλοκαιρινής περιόδου, οδήγησε τον πρωθυπουργό να στείλει ένα σαφές μήνυμα κατά τη διάρκεια της ομιλίας του στη χθεσινή συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του κόμματός του.
Συγκεκριμένα, με αφορμή τα αυτοδιαγνωστικά τεστ και τα όσα λέγονται στη δημόσια σφαίρα, ο Κυρ. Μητσοτάκης έκοψε κάθε συζήτηση περί συγκεκριμένων ημερομηνιών επαναλειτουργίας της αγοράς και άλλων δραστηριοτήτων. «…(Τα σελφ τεστ) είναι, όμως, ένα σημαντικό πρόσθετο αμυντικό όπλο δίπλα στα υπόλοιπα, στη μάσκα, στις αποστάσεις, στην ατομική υγιεινή. Και για το λόγο αυτό θα σας παρακαλούσα όλους, πρώτα από όλα τα μέλη της κυβέρνησης αλλά και όλους τους συναδέλφους, να μη γίνονται πρόωρες εκτιμήσεις για τα μέτρα τα οποία λαμβάνονται», ανέφερε χαρακτηριστικά ο πρωθυπουργός.
Σύμφωνα με καλά πληροφορημένη πηγή, η αναφορά αυτή δεν ήταν τυχαία ούτε ως προς τη διατύπωση ούτε και ως προς τη χρονική συγκυρία. Ήδη από τη συνεδρίαση του πρωινού καφέ στο Μέγαρο Μαξίμου που προηγήθηκε της κοινοβουλευτικής ομάδας, ο κ.Μητσοτάκης είχε δείξει τις προθέσεις του. Σύμφωνα με πληροφορίες αφορμή της έντονης ενόχλησης του πρωθυπουργού ήταν δημοσιεύματα στον ηλεκτρονικό και έντυπο τύπο τα οποία έκαναν λόγο για συγκεκριμένες ημερομηνίες ανοίγματος δραστηριοτήτων. Κάποια από αυτά τα σενάρια μάλιστα εδράζονταν σε εκτιμήσεις μελών του υπουργικού συμβουλίου, τα οποία χωρίς δεύτερη σκέψη δημοσιοποιούσαν τις θέσεις τους.
Η στάση αυτή ορισμένων υπουργών και υφυπουργών προκάλεσε τη δυσαρέσκεια του κ.Μητσοτάκη, καθώς εκτιμάται ότι στέλνονται λάθος μηνύματα προς την κοινωνία σε μία στιγμή που απαιτούνται λεπτές και «ζυγισμένες» κινήσεις. Όπως ξεκαθαρίζει στενός του συνεργάτης στο Liberal η ενόχληση του πρωθυπουργού δε συνδέεται με την ανάγκη των πολιτών για χαλάρωση των μέτρων, την οποία όπως επιμένει η ίδια πηγή, συμμερίζεται πλήρως ο ίδιος.
Στο Μέγαρο Μαξίμου γνωρίζουν ότι ο επόμενος μήνας θα αποτελέσει βαρόμετρο για το κατά πόσο η χώρα θα καταφέρει να αλλάξει σελίδα με ομαλό τρόπο ή οι συνέπειες της πανδημίας θα την «κυνηγάνε». Ο κ.Μητσοτάκης έχει δώσει ρητή εντολή να αποφεύγονται οι υπερβολικές διατυπώσεις και οι επικοινωνιακές κορώνες, ζητώντας χαμηλούς τόνους.
«...H εγρήγορση συνεχίζεται και έχει τεράστια σημασία να συνεχίσουμε να βαδίζουμε με υπευθυνότητα στο δρόμο που χαράξαμε, συνδυάζοντας από τη μια την προστασία της υγείας μας με την προσεκτική επαναλειτουργία δραστηριοτήτων στην οικονομία, στην καθημερινότητα, στην εκπαίδευση. Να αποφύγουμε, δηλαδή, υπερβολές που θα μας ανάγκαζαν να κάνουμε βήματα πίσω», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Παρά το γεγονός ότι σιγά - σιγά διαφαίνεται σταθεροποίηση της όλης κατάστασης με τα εξιτήρια να είναι περισσότερα από τα εισιτήρια στα νοσοκομείο, στην κυβέρνηση κανείς δε μιλάει για αποκλιμάκωσης της πανδημίας. Η οδηγία του πρωθυπουργικού γραφείου είναι ότι χαλάρωση δεν υπάρχει γιατί διαφορετικά θα δοθεί λάθος μήνυμα στους πολίτες. Κάτι που αν συμβεί ενδεχομένως να αποβεί μοιραίο για την όλη διαχείριση της πανδημίας.
Σε κάθε περίπτωση εμφανίσθηκε να αποσαφηνίζει τη θέση του και να στέλνει ένα μήνυμα με πολλούς αποδέκτες προκειμένου να μη δημιουργούνται εντυπώσεις στους πολίτες αλλά και να μην καλλιεργείται κλίμα πριν οι ειδικοί αποτυπώσουν τα επιδημιολογικά δεδομένα και τα ενδεχόμενα που προκύπτουν από αυτά. Προτεραιότητα παραμένει η προστασία της δημόσιας υγείας αλλά και το άνοιγμα της χώρας την καλοκαιρινή τουριστική περίοδο χωρίς φυσικά αυτό να σημαίνει ότι η αναζήτηση βαλβίδων αποσυμπίεσης της κόπωσης της κοινωνίας δεν αποτελεί ένα από τα κεντρικά ζητούμενα.