«Η Ελλάδα είναι η χώρα που κατεξοχήν έχει στρατηγική σχέση με τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων», ανέφερε ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης, μιλώντας νωρίτερα στη Βουλή.
«Έχουμε καταφέρει, αυτή τη στιγμή, να έχουμε άριστες σχέσεις, με όλα τα κράτη», υπογράμμισε ο κ. Γεραπετρίτης και προσέθεσε: «Αυτό συμβαίνει γιατί η παρούσα κυβέρνηση διέπεται, σε ό,τι αφορά την εξωτερική πολιτική, από στάση αρχής, κανόνων. Ποτέ δεν θα φανούμε ασυνεπείς. Και αυτό είναι κάτι που μας πιστώνεται διότι μπορούμε να συνομιλούμε με όρους συνέπειας και ακεραιότητας με όλους ακόμα και όταν υπάρχουν ανταγωνιστές στην ίδια περιοχή».
Ο υπουργός Εξωτερικών προσήλθε στη Βουλή, προκειμένου να απαντήσει σε επίκαιρη ερώτηση της βουλευτού της Νέας Αριστεράς Σίας Αναγνωστοπούλου, για την στρατηγική της κυβέρνησης στα Δυτικά Βαλκάνια και ειδικότερα για την στάση της κυβέρνησης στην ένταξη του Κοσσόβου στο Συμβούλιο της Ευρώπης, στην εφαρμογή της Συμφωνίας των Πρεσπών και τη σχέση με την Αλβανία, ιδίως μετά τη συμμετοχή του κ. Μπελέρη, στο ευρωψηφοδέλτιο της Νέας Δημοκρατίας.
Η Σία Αναγνωστοπούλου ανέφερε ότι ενώ οι γεωπολιτικές αναταράξεις είναι κρίσιμες και δεν αφήνουν κανένα περιθώριο εφησυχασμού, η ελληνική κυβέρνηση φαίνεται «χαμένη στον βαλκανικό ορίζοντα» και αντί να έχει μια σταθερή στρατηγική πολιτική στο τι θέλει να κάνει, είτε μένει αδρανής, όταν όλα κινούνται γύρω ή όταν κινείται, προκαλεί προβλήματα.
«Η Ελλάδα είναι η επισπεύδουσα χώρα σε ό,τι αφορά των ευρωπαϊκή, ενωσιακή και ευρωατλαντική πορεία των Δυτικών Βαλκανίων. Βεβαίως αντιλαμβανόμαστε ότι η πορεία αυτή τελεί υπό προϋποθέσεις, είναι η πολιτική διεύρυνσης της ΕΕ και η διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης, με σαφή αναφορά στο κράτος δικαίου και στη δημοκρατία, στον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων, και στον σεβασμό των μειονοτήτων», είπε ο υπουργός Εξωτερικών και προσέθεσε ότι «η Ελλάδα διατηρεί εξαιρετικές σχέσεις με όλα τα κράτη μέλη των Δυτικών Βαλκανίων, ιδιαιτέρως με τις παραδοσιακά φιλικές χώρες, όπως η Σερβία και το Μαυροβούνιο, με τις οποίες έχουμε αναπτύξει ιδιαίτερες συμφωνίες συνδεσιμότητας, σε επίπεδο μεταφορών και ενέργειας».
«Η πολιτική αρχών μάς έχει επιτρέψει να είμαστε δίκαιοι συνομιλητές σε δύσκολες συνθήκες, όπως είναι η σχέση μεταξύ Βελιγραδίου και Πρίστινας, αλλά βεβαίως να μπορούμε να συνομιλούμε με τη Βοσνία Ερζεγοβίνη αλλά και το Κόσσοβο», είπε επίσης ο Γιώργος Γεραπετρίτης.
Κόσσοβο
Η βουλευτής της Νέας Αριστεράς αναφέρθηκε στο Κόσσοβο. «Πιστεύετε ότι αυτή η διπλή πολιτική, η εισήγηση της κυρίας Μπακογιάννη και η υπερψήφιση της ένταξης του Κοσσόβου στο Συμβούλιο της Ευρώπης, η υπερψήφιση από τους βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας, χωρίς να πληροί το Κόσσοβο τις προϋποθέσεις της διεθνούς συμφωνίας των Βρυξελλών, είναι για το καλό της περιοχής; Για το συμφέρον της χώρα μας;», ήταν το πρώτο ερώτημα που έθεσε η κυρία Αναγνωστοπούλου στον υπουργό Εξωτερικών, επισημαίνοντας μάλιστα ότι η Κύπρος ψήφισε κατά και «έχει πολύ σημαντικό έρεισμα» που ψήφισε κατά.
«Ειδικά, σε ό,τι αφορά το Κόσσοβο, η θέση της ελληνικής κυβέρνησης παραμένει απολύτως σταθερή», είπε ο υπουργός Εξωτερικών και προσέθεσε: «Αντιλαμβανόμαστε ότι στο πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης και της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης και της αρμόδιας επιτροπής, υπάρχει συγκεκριμένη διαδικασία, η οποία είναι κοινοβουλευτική διαδικασία και δεν αφορά τις κυβερνήσεις. Η Ελλάδα εξαρχής τήρησε μια στάση η οποία ήταν ιδιαιτέρως συνεπής. Όπως ακριβώς απείχαμε από τη διαδικασία εκείνη με την οποία η αίτηση του Κοσσόβου, για την ένταξη στο Συμβούλιο της Ευρώπης, παραπέμφθηκε από την Επιτροπή υπουργών στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση, για γνωμοδότηση, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο θα ψηφίσουμε και όταν θα έρθει η ώρα στην επιτροπή υπουργών. Θυμίζω ότι ουσιαστικά λόγω του συστήματος, επί τη βάση της πλειοψηφίας που απαιτείται, για να γίνει πλήρες μέλος, η αποχή αυτή στην πραγματικότητα λογίζεται ως άρνηση».
«Ξέρετε πολύ καλά ότι η απάντησή σας για το Κόσσοβο δεν μπορεί να πείσει κανέναν», σχολίασε η Σία Αναγνωστοπούλου και προσέθεσε: «Έχουμε δηλαδή μια διπλή πολιτική; Έχουμε την κυρία Μπακογιάννη, ως εισηγήτρια, και τρεις βουλευτές της ΝΔ, που υπερψηφίζουν την ένταξη, χωρίς να πληρούνται οι προϋποθέσεις της Συμφωνίας των Βρυξελλών, του 2013. Ανοίγει ένα κακό προηγούμενο, ενώ η χώρα μας είναι παραδοσιακά και σταθερά, και καλώς κάνει, υπέρ της τήρησης των διεθνών συμφωνιών. Ανοίγει ένα κακό προηγούμενο και σε σχέση με τις απαλλοτριώσεις, έχουμε και το θέμα των περιουσιακών στην Αλβανία, αλλά έχουμε και το θέμα της Κύπρου.
Κάτι λένε οι Κύπριοι, πρέπει να το ακούσουμε πάρα πολύ σοβαρά. Γιατί ναι μεν είναι διαφορετική περίπτωση η μια από την άλλη, νομικά και από άποψη διεθνούς δικαίου, αλλά το ξέρετε καλύτερα από μένα, ότι σε καταστάσεις τέτοιες, όταν καταπατώνται διεθνείς συμφωνίες, ακόμα και με ανίσχυρα επιχειρήματα, μπορεί να δημιουργήσουν δυναμική. Εσείς θα καταψηφίσετε ή θα πείτε "παρών" ή θα απέχετε από την ψηφοφορία. Η Ελλάδα όμως έχει ήδη δώσει στίγμα, γιατί η Ελλάδα πρωταγωνίστησε και αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό για το Κόσσοβο».
«Βρισκόμαστε σε διαρκή συνεννόηση με την Κύπρο για τα μείζονα ζητήματα εθνικής πολιτικής. Δεν αφιστάμεθα. Αντιθέτως, έχουμε καταφέρει στο πλαίσιο και της συνεργασίας αυτής, να έχουμε σημαντικές επιτυχίες. Από τις πιο τελευταίες είναι η συμπερίληψη στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου δύο παραγράφων σε σχέση με τις ευρωτουρκικές σχέσεις, που αναφέρουν ρητά την πρόοδο του Κυπριακού», απάντησε ο Γιώργος Γεραπετρίτης.
Για δε το Κόσσοβο, ο υπουργός Εξωτερικών είπε ότι η ελληνική στάση είναι διαρκής και καθαρή. «Είπαμε εξαρχής ότι εμείς δεν θεωρούμε ότι θα μπορέσει, υπό τις παρούσες συνθήκες, το Κόσσοβο να ενταχθεί στους διεθνείς οργανισμούς. Υπάρχει ειδική μνεία στις Συμφωνίες της Αχρίδας, μεταξύ ακριβώς Σερβίας και Κοσσόβου, που αναφέρεται στο ζήτημα της ένταξης σε διεθνείς οργανισμούς. Εγώ όμως δεν θα αναφερθώ σε αυτό. Θα αναφερθώ στο γεγονός ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν πρόκειται να συμφωνήσει στην ένταξη του Κοσσόβου, μολονότι με το Κόσσοβο εμείς διατηρούμε τις αναγκαίες διμερείς σχέσεις, έτσι ώστε να έχουμε σχέσεις καλής γειτονίας. Το τι έπραξε ο κάθε βουλευτής, θα μου επιτρέψετε να πω ότι είναι ένα θέμα και κοινοβουλευτικής ανεξαρτησίας. Η Ελλάδα όμως εκφράζεται από την κυβέρνησή της και η κυβέρνηση αυτή είναι απολύτως συνεπής, ήδη από την στιγμή της υποβολής τής αίτησης από το Κόσσοβο έως και την τελική κρίση του Συμβουλίου υπουργών, όποτε αυτή λάβει χώρα».
Η συμφωνία των Πρεσπών
Σε σχέση με τη Συμφωνία των Πρεσπών, η βουλευτής της Νέας Αριστεράς είπε ότι είναι στον αέρα και αντί η ελληνική κυβέρνηση να έχει πιέσει για τη λειτουργική εφαρμογή της Συμφωνίας, «ούτως ώστε οποιαδήποτε κυβέρνηση και να έρθει στη Βόρεια Μακεδονία, να μην μπορεί να ξεφύγει από τη Συμφωνία», δεν έχει προχωρήσει τίποτα, ούτε τα τρία μνημόνια έχουν υπογραφεί, ούτε καμία διακρατική, ανώτατο συμβούλιο, έχει γίνει, ούτε τα σχολικά βιβλία, ούτε τα εμπορικά σήματα. «Κύριε υπουργέ έχουμε την αίσθηση ότι στο θέμα της Βόρειας Μακεδονίας, η κυβέρνηση είναι όμηρος της ακροδεξιάς της πτέρυγας και του κ. Σαμαρά», είπε η Σία Αναγνωστοπούλου.
«Η συνθήκη των Πρεσπών, αποτελεί αιρεσιμότητα για την πρόοδο της προενταξιακής διαδικασίας της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας στην ΕΕ», ανέφερε ο Γιώργος Γεραπετρίτης και προσέθεσε: «Εμείς εξαρχής είχαμε διατυπώσεις τις επιφυλάξεις, σε ό,τι αφορά ιδιαιτέρως, τα θεμελιώδη τεχνικά μέρη της Συμφωνίας των Πρεσπών. Όμως η Συμφωνία αυτή είναι υπερκείμενη συνθήκη, έναντι οποιουδήποτε νόμου. Κάθε δε αντίθετη διάταξη νόμου δεν εφαρμόζεται. Άρα ουσιαστικά είναι υπερκείμενο κείμενο. Εμείς παρακολουθούμε πάρα πολύ στενά την εξέλιξη της συμφωνίας αυτής». Ο υπουργός Εξωτερικών επισήμανε ότι στις 27 Μαρτίου 2024 έγινε η 8η συνεδρίαση της μικτής επιστημονικής επιτροπής εμπειρογνωμόνων, για ιστορικά, αρχαιολογικά και εκπαιδευτικά θέματα. Στο κλίμα αυτό, ο κ. Γεραπετρίτης είπε ότι «υπάρχει παρακολούθηση» και τα μνημόνια «θα έρθουν στον πολιτικό χρόνο που θα κρίνει η κυβέρνηση». Επισήμανε παράλληλα ότι «οφείλει να υπάρξει πιστή τήρηση, εκ μέρους και της γειτονικής χώρας».
«Η κυβέρνηση επιμένει εδώ και πέντε χρόνια, για τα πρωτόκολλα τα οποία δεν έχουν κυρωθεί από τη Βουλή, να μας λέει ότι αυτό θα γίνει όταν κρίνει η κυβέρνηση. Πείτε μου, ένα διάστημα αποσταθεροποίησης είναι καλό για τη χώρα μας; Η Συμφωνία των Πρεσπών προβλέπει κάθε χρόνο ανώτατο διακρατικό συμβούλιο. Δεν έχει γίνει ποτέ», σχολίασε η βουλευτής της Νέας Αριστεράς και υπογράμμισε τη σημασία που έχει στη διπλωματία οι συμφωνίες και οι συνεργασίες να είναι διαρκείς.
«Βεβαίως το κράτος έχει συνέχεια. Βεβαίως ανακύπτουν τα ζητήματα για τα οποία είχαμε εκφράσει τις επιφυλάξεις μας και θα δούμε πώς θα πάνε οι εκλογές στη γειτονική χώρα. Παρά ταύτα, εμείς εκφράζουμε τη συνέχεια του κράτους», είπε ο υπουργός Εξωτερικών και προσέθεσε: «Αποδεχόμεθα απολύτως τη Συμφωνία των Πρεσπών. Δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά διότι αυτό είναι συνταγματική επιταγή. Από την άλλη πλευρά, εμείς θα παρακολουθούμε στενά την εξέλιξη και τη συμμόρφωσή της. Διότι για να μπορέσει να υπάρξει εξέλιξη, να κυρωθούν τα πρωτόκολλά και να υπάρχει η όποια προβλεπόμενη πρόοδος, σε ό,τι αφορά δευτερογενή πρωτόκολλα ή μνημόνια, θα πρέπει να υπάρξει συμφωνία και των δύο μερών και θα πρέπει να υπάρξει πλήρης συμμόρφωση με τις επιταγές της συμφωνίας των Πρεσπών».
Αλβανία
«Θεωρείτε επιτυχία ή αποτυχία της κυβέρνησης να φτάσει να βάλει στο ευρωψηφοδέλτιο της Νέας Δημοκρατίας, τον κ. Μπελέρη, με το γνωστό πολιτικό παρελθόν, ενώ τα θέματα με την Αλβανία είναι ανοιχτά, αναφέρομαι στην εθνική μειονότητα, στη Χάγη και την ΑΟΖ», είπε η κυρία Αναγνωστοπούλου.
«Η Ελλάδα είναι επί της αρχής υπέρ της ένταξης της Αλβανίας στην ΕΕ και βεβαίως αισθανόμαστε ότι η πολιτική που έχουμε ακολουθήσει είναι σύμφωνη με τα συμφέροντα της ελληνικής μειονότητας στην Αλβανία. Το κράτος δικαίου δεν είναι ένα διμερές ζήτημα. Εμείς το έχουμε αναγάγει σε ευρωπαϊκό ζήτημα. Η Ελλάδα, με δήλωσή της, διετύπωσε την επιφύλαξη και θα συνεχίσει να το πράττει, εφόσον υπάρχουν ζητήματα που ανάγονται στο κράτος δικαίου», απάντησε ο υπουργός Εξωτερικών.
«Έχουμε μια πλήρη αποτυχία της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Είδαμε τον κ. Μητσοτάκη, με φιέστες με τον κ. Ράμα, πριν από τις δημοτικές εκλογές. Και αμέσως μετά είδαμε όλα αυτά που έγιναν με τις δημοτικές εκλογές, με εκλεγμένο δήμαρχο κλπ.», είπε η κ. Αναγνωστοπούλου και πρόσθεσε: «επειδή ήμουν στην τότε κυβέρνηση που τέθηκε ως κριτήριο μπήκε στα συμπεράσματα, το κράτος δικαίου και τα δικαιώματα της εθνικής μειονότητας. Πέτυχε ή δεν πέτυχε, η κυβερνητική πολιτική αυτά τα χρόνια. Και η ένταξη του κ. Μπελέρη στο ψηφοδέλτιο της ΝΔ, τι σηματοδοτεί παρά μόνο κλείσιμο στο μάτι σε ένα ακροδεξιό ακροατήριο».
«Το ζήτημα της συμπερίληψης στο ψηφοδέλτιο του κ. Μπελέρη είναι κάτι το οποίο αφορά το κόμμα και δεν αφορά την κυβέρνηση», απάντησε ο κ. Γεραπετρίτης και προσέθεσε: «Όμως εγώ θέλω να επισημάνω- αποτελεί δικαίωμα του κάθε κόμματος να έχει υποψηφίους ή όχι; Αν ναι, τότε καλό θα ήταν να μου απευθύνετε ερώτηση σε σχέση με το αν θεωρείτε σωστή τη στάση της κυβέρνησης σε ό,τι προέκυψε μετά την 14η Μαΐου 2023. Διαφωνείτε σε κάτι στη στάση της ελληνικής κυβέρνησης η οποία ήταν εκείνη η οποία αναβάθμισε το ζήτημα, από διμερές σε ευρωπαϊκό; Διαφωνείτε στο γεγονός ότι εμείς θέσαμε με ρητή δήλωση ότι πρέπει να υπάρξει πολύ συστηματική έρευνα για την τήρηση των προβλεπόμενων προϋποθέσεων που είναι σεβασμός θεμελιωδών ελευθεριών, σεβασμός κράτους δικαίου, σεβασμός των δικαιωμάτων των μειονοτήτων, σεβασμός πολιτικών δικαιωμάτων, για να προχωρήσει η ενταξιακή διαδικασία; Είναι διαχρονική απαίτηση των ελληνικών κυβερνήσεων αυτά. Σας διαβεβαιώ ότι θα συνεχίσουμε να έχουμε την στάση αυτή. Τα ζητήματα που έχουν να κάνουν με τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου, δεν χωρούν εκπτώσεις. Και όταν έρθει η στιγμή, η Ελλάδα, ως ένα πολύ ισχυρό μέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας, θα έχει ένα πολύ δυνατό λόγο, οποτεδήποτε υπάρξει το ζήτημα της αξιολόγησης στην πρόοδο αυτή».