Πολλοί υποστηρίζουν πως η μάχη δόθηκε για ένα πουκάμισο αδειανό. Και ίσως η άποψή τους δεν είναι μη υποστηρίξιμη, αφού η ολομέλεια του ΣτΕ έκρινε πως ουδεμία διαφορά επιτρέπεται να έχει ως προς τις νομικές συνέπειες –συνταξιοδοτικές, κληρονομικές, γονικές άδειες κ.λπ.– το σύμφωνο συμβίωσης από τον γάμο… (Βέβαια πολλοί εκ των πολιτικών που ανέδειξαν αυτό το επιχείρημα, το οποίο βασίζεται στη λογική πως το σύμφωνο συμβίωσης αντιμετωπίζει επιτυχημένα υπαρκτά κοινωνικά προβλήματα, το είχαν με πάθος καταπολεμήσει τη στιγμή της «υιοθέτησής» του.)
Εν πάση περιπτώσει η –από πολλές πλευρές ασφαλώς υποστηρίξιμη– νομοθετική εξομοίωση της συμβίωσης των ομόφυλων ζευγαριών με τα υπόλοιπα, είτε ολοκληρώθηκε με την πρόσφατη νομοθέτηση του γάμου είτε προϋπήρχε, δημιουργεί προβλήματα. Κοινωνικά και πολιτικά. Ειδικότερα…
Α. Τα κοινωνικά προβλήματα
Πολλοί αναφέρουν, και ίσως να υπάρχουν πράγματι, μελέτες ειδικών που τείνουν να το καταδείξουν –όχι αναγκαία πως η ανατροφή από ομόφυλους γονείς οδηγεί νομοτελειακά προς την ομοφυλοφιλία, η οποία είναι πλέον γνωστό πως έχει πρωτίστως γονιδιακό υπόστρωμα, αλλά– πως τα παιδιά αυτής της κατηγορίας αντιμετωπίζουν σε σχέση με τα υπόλοιπα μεγαλύτερες ψυχολογικές δυσκολίες ή προβλήματα αφομοίωσης ρόλων και κοινωνικής προσαρμογής. Πολλώ μάλλον που σε ορισμένα περιβάλλοντα καμιά βουλησιαρχία –των «προοδευτικών» πολιτών ή της πολιτείας– δεν μπορεί να αποκλείσει κακοποιητικές συμπεριφορές εκ μέρους ομηλίκων ειδικά στην κρίσιμη εφηβική ηλικία.
Επιπρόσθετα, η ύπαρξη μεγάλου αριθμού παιδιών με γονείς του ίδιου φύλου θα είχε και μια ευρύτερη κοινωνική παρενέργεια: τον αναπόφευκτο κλονισμό ασφαλειών, τόσο απαραίτητων στις τρυφερές ηλικίες. Πώς θα επηρεάζονται, πράγματι, τα άλλα τετράχρονα ή πεντάχρονα που θα βλέπουν τον –πιθανότατα έναν μόνο– συμμαθητή τους στο νηπιαγωγείο να συνοδεύεται, εναλλακτικά ή ταυτόχρονα, από δύο μπαμπάδες ή δύο μαμάδες.
Υπάρχει, ωστόσο, μια περίπτωση –είτε πρόκειται μερί γάμου ομοφύλων είτε περί συμφώνου– που ο αποκλεισμός της τεκνοθεσίας δεν είναι απλώς βάρβαρος, είναι αδιανόητος: όταν πρόκειται για τεκνοθεσία (από τον/την άλλο/η σύζυγο) του ήδη υφιστάμενου βιολογικού ή θετού παιδιού του/της συντρόφου του.
Τη δυνατότητα τεκνοθεσίας σε αυτή την περίπτωση οι πάντες μη εθελότυφλοι και ενδιαφερόμενοι για το παιδί θα όφειλαν να επικροτήσουν… Η πλήρης νομική εξομοίωση, όμως, και ως προς το δικαίωμα τεκνοθεσίας των γάμων ομοφύλων και ετεροφύλων υποχρεώνει τις αρμόδιες αρχές -δικαστικές και μη- να προτιμήσουν ως θετούς γονείς π.χ. ένα ζεύγος πάμπλουτων ομοφύλων, που θα προσφέρει στο υιοθετούμενο υψηλή ποιότητα ζωής και ευκαιρίες μόρφωσης, από ένα μικρών οικονομικών δυνατοτήτων «παραδοσιακό» ζευγάρι.
Δυστυχώς, η υιοθετηθείσα νομοθεσία δεν διαφοροποιεί το δικαίωμα για τεκνοθεσία των ομόφυλων γονέων στις δύο περιπτώσεις. Δεν αναφέρει καν –ως κριτήριο για την επιλογή του ζεύγους το οποίο θα προτιμηθεί για τον ρόλο των θετών γονέων– την προτίμηση υπέρ εκείνων, ανδρόγυνου δηλαδή, που θα συγκροτούσαν με την υιοθεσία μια «παραδοσιακή» οικογένεια.
Β. Τα πολιτικά προβλήματα
Για το ΠΑΣΟΚ –με τις αναλογικά περισσότερες διαφοροποιήσεις βουλευτών του από αυτούς του κυβερνητικού κόμματος, κατεξοχήν δε βουλευτές επαρχίας– αναδεικνύεται η βαθιά αντίφαση ανάμεσα στην κληροδοτημένη από το χθες «προοδευτική» φυσιογνωμία του και τη συντηρητική, ηλικιωμένη και κυρίως αγροτική και παραδοσιακή έως «παλαιόπιστη» εκλογική βάση του.
Για τον ΣΥΡΙΖΑ τώρα: Με την εξαρχής αναμενόμενη «πολιτική πατροκτονία» –επί της ουσίας με τη χρήση προς Πολάκη από τον Κασσελάκη της αποδιδόμενης στον ντε Γκωλ φράσης «θα σε εκπλήξω με την αγνωμοσύνη μου»– δύο τινά είναι δυνατά: Ή ο σημερινός κομματικός αρχηγός, αποδεικνύοντας πως, εκτός επικοινωνιακού ταλέντου έχει και κότσια, θα εμπεδώσει καλύτερα την ηγετική του οντότητα (με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει και για τη μάχη του με τον Ανδρουλάκη για τη δεύτερη θέση στο ισχυρό πολιτικό δίπολο…) Ή θα δρομολογηθεί ένας εσωκομματικός εμφύλιος τόσο βίαιος που το κόμμα θα βγει αναπόφευκτα πολυτραυματίας. Κάτι που θα οδηγήσει στην αντίθετη έκβαση τον ανταγωνισμό για τη δεύτερη θέση.
Τέλος, ως προς τη ΝΔ: Ο κ. Σαμαράς ορθώς ανέδειξε την «ενοχοποίηση» κάθε φωνής αποκλίνουσας από την πολιτικώς ορθή «προοδευτική» ρητορεία. Και άλλες επιτυχείς επισημάνσεις έκανε. Ωστόσο, υπονόμευσε τα πολλά λογικά που ανέδειξε για το νομοσχέδιο., επειδή δεν μπόρεσε να μην προβάλει μια συνολική ακροδεξιά ατζέντα, με αναφορές έως και τις συνθήκες των Πρεσπών.
Κυρίως όμως επειδή, επιτιθέμενος –τόσο εκτός τόπου και χρόνου: έντονη η ψυχολογική παρόρμηση– στον Μητσοτάκη για την ελληνοτουρκική προσέγγιση έδειξε να εναντιώνεται περισσότερο στη συνολική πολιτική του πρωθυπουργού (ή να ζηλοφθονεί την πολιτική ηγεμονία του) παρά να συγκρούεται με τη συγκεκριμένη πολιτική επιλογή του. Πώς παραμένει, άραγε, υπό αυτόν τον αρχηγό, που και τους παραδοσιακούς θεσμούς καταλύει και σχεδόν ως εθνομειοδότη τον αντιμετωπίζει;
Πάντως, προς ώρας –παρά τα ηθικοθεσμικά ατοπήματα (παρακολουθήσεις), τις διαχειριστικές ανεπάρκειες (Τέμπη ή ακρίβεια) και το, αναιρετικό της υποτιθέμενης κυβερνητικής αποφασιστικότητας, φιάσκο της πανεπιστημιακής αστυνομίας– καμία εσωκομματική διαφοροποίηση δεν φαίνεται ικανή να οδηγήσει σε αμφισβήτηση της ηγεμονίας του σημερινού πρωθυπουργού. Εύλογα, με τους ρυθμούς ανάπτυξης ταχείς, την ανεργία σχετικώς τιθασευμένη, τον πληθωρισμό να μην ξεπερνάει τον ευρωπαϊκό μ.ο. και τα περιθώρια για παροχές να μη δείχνουν ακόμη πλήρως εξαντλημένα, ενώ μάλιστα ο Έλληνας κυβερνήτης διεθνώς αναγνωρίζεται και ως παράγων διεθνοπολιτικής ισορροπίας στην περιοχή.
*Ο καθηγητής Θανάσης Διαμαντόπουλος είναι συγγραφέας του έργου «ΧΩΡΙΣ ΣΤΕΜΜΑ, Η Αβασίλευτη του Μεσοπολέμου», που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πατάκη.