Για τη θέση της Ελλάδας στον σύγχρονο κόσμο
Shutterstock
Shutterstock

Για τη θέση της Ελλάδας στον σύγχρονο κόσμο

Ένα από τα κορυφαία ζητήματα που θα έπρεπε να απασχολήσουν τη διπλή αυτή εκλογική αναμέτρηση, δεν είναι άλλο από το πως βλέπουν τα κόμματα τη θέση της χώρας στο σύγχρονο κόσμο και, ιδιαίτερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Μπορεί το ζήτημα να αναφέρεται αλλού εκτενέστερα κι αλλού πιο περιορισμένα, στα εκλογικά προγράμματα των κομμάτων, ωστόσο, το ζήτημα αυτό δεν απασχόλησε καθόλου την προεκλογική δημόσια συζήτηση. 
Παραμένει, όμως το ερώτημα, καθώς η χώρα, αφού ταλαιπωρήθηκε επί μία σχεδόν δεκαπενταετία, πρώτα υφιστάμενη την κρίση και την παραλίγο χρεοκοπία και στη συνέχεια, τους πειραματισμούς μιας ομάδας μαθητευόμενων μάγων, δείχνει πως ξεπερνάει τη φάση του αποτόμου ριζοσπαστισμού και της ανερμάτιστης πολυλογίας περί ενός άλλου κόσμου που είναι εφικτός.

Η ελληνική κοινωνία άλλαξε πολύ κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ακολουθώντας την πορεία του εκκρεμούς από τη μία άκρη στην άλλη. Η κρίση, τελικά, λειτούργησε και παιδευτικά, διδάσκοντας – με τον δύσκολο, είναι αλήθεια, τρόπο – στην κοινωνία πως δεν υπάρχουν ούτε αστείρευτες οικονομικές πηγές, ούτε μαγικές λύσεις με νταούλια και ζουρνάδες. 

Το διάστημα που πέρασε, παρά την υγειονομική κρίση, την υβριδική απειλή και το τεταμένο κλίμα με την Τουρκία, την ενεργειακή κρίση που προκάλεσε ο πόλεμος στην Ουκρανία, η Ελλάδα υποδέχτηκε πολλές νέες άμεσες ξένες επενδύσεις, ένα μεγάλο τμήμα των οποίων αφορά στις νέες τεχνολογίες, την βιοϊατρική κ.λπ. 
Στο πλαίσιο, λοιπόν, του δημόσιου διαλόγου, θα ήταν χρήσιμο να μαθαίναμε τις απόψεις των κομμάτων για το πως βλέπουν την Ελλάδα στον παγκόσμιο καταμερισμό της εργασίας.

Οραματίζονται να την δουν ως χώρα που θα παλεύει για να γίνει οικονομία εντάσεως γνώσης ή απλά θα περιοριστεί στη θλιβερή θέση της χώρας, η οικονομία της οποίας θα είναι εντάσεως εργασίας.

Αν επιλέξουμε το δεύτερο, τότε δεν χρειάζεται καμία παρέμβαση στο εκπαιδευτικό σύστημα. Έτσι κι αλλιώς, η σημερινή του κατάσταση δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες των καιρών, με ορισμένες φωτεινές εξαιρέσεις. Η τεχνική και επαγγελματική εκπαίδευση, η οποία κάποτε έβγαζε στελέχη για τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας, σήμερα παραπαίει μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας.

Τα προγράμματα πολλών πανεπιστημιακών σχολών, καταρτισμένα πρόχειρα και με στόχο τη βολή των ημετέρων, είναι απαρχαιωμένα και δεν είναι καθόλου γοητευτικά για τους νέους ανθρώπους Αν επιλέξουμε την πρώτη επιλογή, τότε θα πρέπει να γίνουν ριζικές και καινοτόμες αλλαγές στο εκπαιδευτικό σύστημα από το νηπιαγωγείο μέχρις διδακτορικές σπουδές. Η οικονομία της χώρας χρειάζεται πολλά, καλά εκπαιδευμένα στελέχη, για να μπορέσει να γίνει ανταγωνιστική και να περάσει σε άλλο επίπεδο, βελτιώνοντας, ταυτόχρονα, την θέση των πολιτών. 

Ανάλογες θα πρέπει να είναι οι αλλαγές που πρέπει να γίνουν και στον τομέα της δημόσιας υγείας, τόσο σε επίπεδο πρόληψης (τομέας στον οποίο η κυβέρνηση της Ν.Δ. έχει να επιδείξει κάποιες βελτιώσεις), όσο και σε επίπεδο πρωτοβάθμιας φροντίδας. Όσο κι αν φαίνεται άσχετο, η εξοικονόμηση εκατομμυρίων ανθρωποωρών από ένα καλό, αποτελεσματικό και βιώσιμο δημόσιο σύστημα υγείας είναι τεράστιο πλεονέκτημα για την οικονομία, για την προσέλκυση επενδύσεων και ανθρώπων. 

Για να γίνουν αυτά, χρειάζεται να συνεχιστούν οι αλλαγές στη νοοτροπία των πολιτών, αλλαγές που είναι ήδη διακριτές και διαφέρουν πολύ, από εκείνη που βλέπαμε τα πρώτα χρόνια της κρίσης, όταν κυριαρχούσε ο θυμός και η άρνηση.

Ο Έλληνας, παρόλα τα ελαττώματά του, είναι και εργατικός και φιλοπρόοδος, απλά θέλει, όπως όλοι οι άνθρωποι, κίνητρο για να ξεδιπλώσει τα ταλέντα και τις αρετές του. Όσο, όμως, υπάρχουν περιπτώσεις άγριας εκμετάλλευσής του, χωρίς την κατάλληλη ανταμοιβή, τόσο θα παρατηρούμε φαινόμενα αρνητικού ισοζυγίου ανθρώπινων πόρων, σε τομείς όπως ο τουρισμός. Και στο πεδίο αυτό, μεγάλη είναι η ευθύνη της εργοδοτικής πλευράς.

Τα πράγματα, ίσως, αλλάξουν προς το καλύτερο, με την επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου και της δυνατότητας απασχόλησης του εργατικού δυναμικού για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Η απελευθέρωση της κρουαζιέρας, έχει, μέχρι στιγμής, θετικά αλλά όχι επαρκή αποτελέσματα. 

Μία κυβέρνηση που θα απολαμβάνει όχι μόνο κοινοβουλευτικής αυτοδυναμίας, αλλά και ευρύτερων κοινωνικών συναινέσεων, θα μπορέσει, αν θέλει, - γιατί το εκλογικό αποτέλεσμα της περασμένης Κυριακής αυτό δείχνει – να προχωρήσει σε γενναίες και τολμηρές μεταρρυθμίσεις που είναι το βασικό, κύριο και αποκλειστικό διακύβευμα των επόμενων εκλογών.