Του Σάκη Μουμτζή
Ως γνωστόν ο Άδωνις Γεωργιάδης δέχτηκε κριτική γιατί, με παρέμβαση του, αναβλήθηκε πλειστηριασμός πρώτης κατοικίας. Κατηγορήθηκε πως καταφεύγει σε πρακτικές Λαφαζάνη και ασκεί πολιτική με άξονα την δημοτικότητα του.
Ας δούμε όμως τα γεγονότα.
Η τράπεζα έβγαλε σε πλειστηριασμό ένα αγροτεμάχιο με κτίσμα στον Μαραθώνα. Ο πατέρας της οικογένειας είχε χάσει την ζωή του πέρσι σε μια πυρκαγιά. Το δάνεια δεν εξυπηρετείτο εδώ και πολύ καιρό και δεν είχε ρυθμιστεί.
Ήταν ολοφάνερο πως επρόκειτο για μια μικρή ιδιοκτησία μιας οικογένειας αναξιοπαθούσης. Κανονικά οι μηχανισμοί της τράπεζας θα έπρεπε να εξαιρέσουν από την διαδικασία του πλειστηριασμού το εν λόγω ακίνητο, για κοινωνικούς λόγους.
Δεν το έπραξαν.
Ο αρμόδιος υπουργός τι έπρεπε να πράξει; Να αφήσει να διαπραχθεί μια κοινωνική αδικία, υπακούοντας στα κελεύσματα μιας απροσδιόριστης «πολιτικής ορθότητας» ή να αποτρέψει το γεγονός;
Είναι προφανές, πως αν δεν παρενέβαινε όλο το πολιτικό κόστος θα το εισέπραττε η κυβέρνηση και ο Α.Γεωργιάδης θα εγκαλείτο, στην συνέχεια, γιατί δεν την προστάτεψε.
Μα είναι επιτρεπτό μια φιλελεύθερη κυβέρνηση να υπολογίζει το πολιτικό κόστος; Θα αναρωτηθεί ο αναγνώστης.
Ας βάλουμε λοιπόν τον δάκτυλον επί τον τύπον των ήλων.
Η ζωή είναι μια διαρκής μέτρηση του ισοζυγίου κόστους/οφέλους. Υπάρχει το προσωπικό κόστος, το αισθηματικό κόστος, το οικονομικό κόστος κ.ο.κ.
Έτσι υπάρχει και το πολιτικό κόστος. Όποιος πολιτικός δεν το υπολογίζει, δεν κάνει για πολιτική. Ας ασχοληθεί με κάτι άλλο.
Η πολιτική παράγεται για να απευθυνθεί στα εκατομμύρια των πολιτών και όχι στη μικρή παρέα των ομοϊδεατών μας. Συνεπώς, ο πολιτικός πριν λάβει μια απόφαση επιβάλλεται να συνυπολογίζει το κόστος της. Εννοείται, πως έτσι λειτουργούν οι πολιτικοί που ανήκουν σε κόμματα εξουσίας, πολύ δε περισσότερο οι πολιτικοί που ασκούν κυβερνητική εξουσία.
Οι πολιτικοί των κομμάτων του 1% ή του 2% μπορούν ανέξοδα να υποστηρίζουν ό,τι θέλουν. Μπορούν να υπόσχονται την απόλυση χιλιάδων δημοσίων υπαλλήλων ή τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας. Έχουν την πολυτέλεια, την δογματική προσήλωση στις αρχές τους να την μετατρέπουν σε πολιτικό σύνθημα. Σε πολιτική εξαγγελία.
Το ακροατήριο τους είναι η παρέα τους.
Ο Α.Γεωργιάδης, είναι υπουργός ενός μεγάλου και μαζικού κόμματος. Ενός κόμματος που ιστορικά εκφράζει ένα σημαντικό μέρος των λαϊκών στρωμάτων. Συνεπώς, με την πολιτική του, οφείλει να προασπίσει αυτήν την ιδεολογική και πολιτική φυσιογνωμία της Νέας Δημοκρατίας.
Ή να το πω πιο «χύμα». Η Νέα Δημοκρατία δεν είναι κόμμα του «φιλελευθεράτου». Κρίνει και αποφασίζει όχι με τον δογματισμό ενός ιδεολογικοποιημένου γκρουπούσκουλου, αλλά με τον πραγματισμό του μεγάλου κόμματος.
Όσο προωθεί τις επενδύσεις και τείνει το χέρι στον επιχειρηματία, άλλο τόσο θα πρέπει να ασχολείται με τα προβλήματα των εκατοντάδων χιλιάδων αναξιοπαθούντων.
Προχθές ο Α.Γεωργιάδης προστάτεψε την κυβέρνηση του, γιατί αυτή θα χρεωνόταν πολιτικά τον πλειστηριασμό και όχι η απρόσωπη τράπεζα, ενώ συγχρόνως έστειλε μήνυμα, πως η κυβέρνηση είναι παρούσα, βλέπει, κρίνει και παρεμβαίνει.
Άλλωστε ο φιλελευθερισμός δεν απευθύνεται μόνον τους έχοντες. Προστατεύει και αυτούς που λύγισαν από την οικονομική κρίση.
Είναι κρίμα όλους αυτούς τους ανθρώπους να τους χαρίσουμε στην Αριστερά.