Είναι πρωτόγνωρη η κατάσταση των πολιτικών μας πραγμάτων. Οι αριθμοί το καταγράφουν, η παρατήρηση το επιβεβαιώνει.
Στη χώρα, μια κοινοβουλευτική Δημοκρατία, δεν υπάρχει αντιπολίτευση. Μοιάζει υπερβολική αυτή η πρόταση. Και εύκολα ο αντίλογος θα μπορούσε να προσπεράσει τους δημοσκοπικούς δείκτες – προσωρινοί πάντα – και να επιχειρήσει μια αντίκρουση σε αυτήν την ακραία διαπίστωση. Δεν υπάρχει ΣΥΡΙΖΑ; Με τους βουλευτές του να κινούνται στη Βουλή και στα κανάλια; Το ΚΙΝΑΛ; Δεν έχει μια παρουσία, δεν παίρνει πρωτοβουλίες, δεν έχει δράση; Και όμως δεν υπάρχει Αντιπολίτευση.
Δύο σχεδόν χρόνια μετά τις βουλευτικές εκλογές του Ιουλίου του 2019, είναι καταφανής η πολιτική κυριαρχία της κυβέρνησης. Και η ερμηνεία δεν είναι ότι το κυβερνητικό σχήμα με μια σχετική επάρκεια και αξιοπρέπεια χειρίστηκε την έκτακτη συνθήκη της πανδημίας. Δεν θα αρκούσε αυτό. Κάτι πιο ουσιαστικό συμβαίνει. Κάτι περισσότερο καταλυτικό έχει συντελεσθεί.
Η διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, μαζί με τις μεθόδους κατάκτησης της εξουσίας, μαζί με την ήττα της στην κάλπη, παρέσυρε μια ολόκληρη εποχή. Έναν τρόπο και μια μέθοδο αντιπολίτευσης, ένα πνεύμα πολιτικής σύγκρουσης, έναν τρόπο αρνητισμού και τυφλής απόρριψης. Ο κυβερνητικός ΣΥΡΙΖΑ εμποδίζει τον αντιπολιτευτικό ΣΥΡΙΖΑ να υπάρξει. Παρασύρει η δυναμική αυτή και το ΚΙΝΑΛ. Το απορροφά.
Οι εκλογές του 2019, το έχω συχνά ισχυριστεί, είναι οι πιο σημαντικές μετά το 1974. Αποτελούν τομή. Η νίκη της Νέας Δημοκρατίας οφείλεται στο ότι βρέθηκε να κομίζει τα πολιτικά οφέλη αυτής της μεταβολής στις αντιλήψεις, την ώρα που η μεταβολή αυτή έψαχνε τρόπο να εκφραστεί. Κυρίως ως απόρριψη του ΣΥΡΙΖΑ.
Με αυτά ως δεδομένα, μια αποτελεσματική αντιπολίτευση σήμερα συνοδεύεται από δύσκολες απαιτήσεις. Η πρώτη είναι η συνειδητοποίηση της αιτίας αυτής της κατάστασης. Προϋποθέτει την αμφισβήτηση των πρωταγωνιστών. Για να μπορέσει να κάνει αντιπολίτευση ο ΣΥΡΙΖΑ και να ακουστεί, δεν μιλάμε για θόρυβο, αλλά για πολιτική πειστική ουσία, θα πρέπει να απαρνηθεί τον παλαιό εαυτό του. Στην πολιτική, χωρίς ριζική αυτοκριτική δεν υπάρχει ανάσταση νεκρών.
Αυτό δεν φαίνεται στον ορίζοντα. Ούτε υπάρχει η πολιτική δυνατότητα για μια αναγέννηση του ΣΥΡΙΖΑ μέσα στις νέες συνθήκες της εποχής. Το παλαιό απερρίφθη. Οι δημοσκοπήσεις καταγράφουν τη σταθερότητα και τη διάρκεια αυτής της απόρριψης.
Η απουσία αντιπολιτευτικής δυναμικής – κριτική, εναλλακτικότητα – προσθέτει αδράνεια σε ένα «πολιτικό σύστημα» που υπάρχει εναγκαλισμένο μαζί της. Έτσι θα πορευθούμε. Οι συνθήκες πολιτικής ασφάλειας που συνοδεύουν την κυβέρνηση πολλαπλασιάζουν και τις ευθύνες της. Για πολλά δεν υπάρχει ήδη δικαιολογία. Και δεν αργεί η ώρα του απολογισμού.
* Ο Λευτέρης Κουσούλης είναι Πολιτικός Επιστήμονας