Η απέραντη μεταρρυθμιστική μοναξιά του Κυρ. Μητσοτάκη
Eurokinissi
Eurokinissi

Η απέραντη μεταρρυθμιστική μοναξιά του Κυρ. Μητσοτάκη

Η πενθήμερη συζήτηση στη Βουλή επί του κρατικού προϋπολογισμού για το 2024, έβαλε μια ακόμη σφραγίδα στην πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα η οποία έχει διαμορφωθεί στη χώρα κατά την τελευταία πενταετία διακυβέρνησης από τη Νέα Δημοκρατία. 

Συμπυκνώνεται στην εικόνα του πρωθυπουργού που σφυρηλατεί συνεχώς και με επιμονή τη σχέση εμπιστοσύνης με την κοινωνία, επενδύει στην αξιοπιστία και την αποτελεσματικότητα της κυβέρνησης του, την ώρα που αρχηγοί των κομμάτων της αντιπολίτευσης παραθέτουν εκθέσεις ιδεών και εμφανίζουν τους πολίτες ως ένα τσούρμο χειραγωγημένους και μαζοχιστές που ενώ ζουν στην «Κόλαση» αλλά παρόλα αυτά αρνούνται να τους ακολουθήσουν στο δρόμο προς τον Παράδεισο που τους υποδεικνύουν. 

Η καταληκτική ομιλία Μητσοτάκη, εκτός από τις δυο μεγάλες ανακοινώσεις για την αύξηση κατά 20% όλων των εφημεριών  στο ΕΣΥ από τις αρχές του χρόνου και τη νομοθέτηση μέχρι το τέλος Ιανουαρίου των μη κρατικών πανεπιστημίων, εμπεριείχε εκ νέου την ανάληψη συγκεκριμένων πολιτικών δεσμεύσεων για δομικές μεταρρυθμίσεις και πολιτικές, που θα καθορίσουν την πορεία της χώρας, και πέραν της θητείας της παρούσας κυβέρνησης. 

Ο κ. Μητσοτάκης διαβεβαίωσε ότι δε θα επιτρέψει ποτέ η χώρα να βιώσει οικονομική κρίση σαν αυτή που πέρασε και να βρεθεί στο διεθνές περιθώριο. Θα προχωρά με σύνεση και ρεαλισμό, με την κοινωνία ενωμένη και ένα ισχυρό κράτος που θα εκσυγχρονίζεται διαρκώς.

 Θεμέλιος λίθος, όπως είπε, για τις δομικές αλλαγές είναι η δυναμική και εξωστρεφής εθνική οικονομία, με  ένα παραγωγικό μοντέλο που αλλάζει μέσα σε ένα ευνοϊκό περιβάλλον το οποίο διαμορφώνει η πολιτική σταθερότητα. 

«Η εμπιστοσύνη είναι αυτή που γεννά εμπιστοσύνη» τόνισε ο πρωθυπουργός, με την αναφορά να ξεκινά από την επίτευξη του εθνικού στόχου της επενδυτικής βαθμίδας, να κουμπώνει στην εκλογική επίδοση της ΝΔ στις εθνικές εκλογές και να επιβάλει συγκεκριμένη πορεία στο μέλλον. 

«Η λέξη αυτή κρύβεται πίσω και από το 41% που με τόση ευκολία επιμένετε να απαξιώνετε»  παρατήρησε, απαντώντας στη συνέχεια επί της ουσίας και με συγκεκριμένα στοιχεία στην κριτική και στις αιτιάσεις που διατυπώθηκαν από τους αρχηγούς των κομμάτων. 

Σε έναν άτυπο διάλογο με τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ - που εμφανίστηκε στη Βουλή στη συζήτηση του προϋπολογισμού να περιγράφει το «όραμά» του για «ποιότητα ζωής που αξίζει ο ελληνικός λαός», «καθολικό σεβασμό στα δικαιώματα του ανθρώπου, «αναδιανομή του πλούτου», «μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων», «ισότητα στην πρόσβαση στα κοινωνικά αγαθά» -  ο πρωθυπουργός περιέγραψε ουσιαστικά ένα συνεκτικό σχέδιο που έχει ορίζοντα δεκαετίας.  

«Να σκεφτούμε τι θα γίνει μετά το 2032» τόνισε και προκάλεσε τον κ. Ανδρουλάκη να απαντήσει  σχετικά με την εξαγγελία του ΠΑΣΟΚ για επαναφορά του ΕΚΑΣ. « Από που θα τα βρείτε, ποιους θα φορολογήσετε, και ποιες δαπάνες θα κόψετε;» ρώτησε τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ που περιέγραψε την ιδέα για την επαναφορά του ΕΚΑΣ ως θεσμική παρέμβαση ουσία σε αντίθεση με «τα ψίχουλα των passes». Από την ομιλία- έκθεση  του αρχηγού του ΠΑΣΟΚ, η μόνη πρότασή του με ουσιαστικό περιεχόμενο, είναι να ανοίξει τώρα ένας ολοκληρωμένος θεσμικός διάλογος για την κλιματική κρίση καθώς αυτή, τα επόμενα χρόνια αναμένεται να ανατρέψει τους δημοσιονομικούς σχεδιασμούς.  

Η προειδοποίηση του πρωθυπουργού, ότι «οι αιτίες της χρεοκοπίας εξακολουθούν να υπάρχουν» και πως για το λόγο αυτό πρέπει να τρέξουμε τις μεγάλες δομικές μεταρρυθμίσεις, όπως είναι ο περιορισμός της φοροδιαφυγής, η ταχύτητα στην απονομή της δικαιοσύνης, η διαρκής αναβάθμιση των υπηρεσιών του κράτους, ήταν ηχηρή. 

Ακούστηκε στην αίθουσα του κοινοβουλίου, αλλά είναι αμφίβολο αν την εισέπραξε η αντιπολίτευση στη διάσταση και στη βαρύτητα που έχει. 

Λαμβάνοντας υπόψη τις παρεμβάσεις των αρχηγών της αντιπολίτευσης -  όπως πχ της κ. Ζωής Κωνσταντοπούλου που επανέλαβε την πρόταση αποκήρυξης του χρέους και εγγραφής στον προϋπολογισμό των γερμανικών αποζημιώσεων ύψους  300 δις ή του κ. Νατσιού που ζήτησε να σταματήσει η απολιγνιτοποίηση – είναι πλέον σαφές και καθαρό, ότι στο γήπεδο των μεταρρυθμίσεων, ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση δε θα βρει συμπαίκτες. 

Ιδεολογικές εμμονές, πολιτικές σκοπιμότητες και συμφέροντα, εντός και εκτός της χώρας, θα υπαγορεύσουν τα «ναι μεν αλλά» και τα γνώριμα παιχνίδια για μη αναδοχή της ευθύνης της σύγκρουσης, με τις παθογένειες που κρατάνε τη χώρα σε τροχιά απόκλισης από το δυτικό κόσμο.