Σήμερα, η χώρα γιορτάζει την 28η Οκτωβρίου, την ημέρα που η Ιταλία κήρυξε τον πόλεμο στην Ελλάδα. Στα σχολικά βιβλία αναφέρουν το Έπος του ελληνοϊταλικού πολέμου και εκεί σταματάει η αφήγηση.
Ίσως, κάποτε, βρεθεί κάποιος ευσυνείδητος κυβερνήτης και κάποιοι υπεύθυνοι και έντιμοι εκπαιδευτικοί και πουν την πραγματική αλήθεια. Την 28η Οκτωβρίου γιορτάζουμε όχι μόνο την κήρυξη του πολέμου και την είσοδο της Ελλάδας σε αυτόν στο πλευρό των συμμάχων, αλλά και την αρχή μιας τρομερής, τραγικής και ηρωικής δεκαετίας, κατά τη διάρκεια της οποίας ο ελληνικός λαός πολέμησε νικηφόρα τους τρεις ολοκληρωτισμούς του 20ού αιώνα: τον φασισμό, τον ναζισμό και τον κομμουνισμό.
Πηγαίνοντας τότε στον πόλεμο ο ανθός της ελληνικής κοινωνίας χαμογελούσε και τραγουδούσε, παρόλο που γνώριζε πως μόνος του θα αντιμετωπίσει τον εχθρό, έχοντας την υποστήριξη μικρών στρατιωτικών δυνάμεων των συμμάχων, κυρίως Βρετανών και Αυστραλών. Κανείς δεν διανοήθηκε, τότε, να ζητήσει τον λόγο από κανένα, σηκωθήκαν όλοι και πήγαν να κάνουν το καθήκον τους. Το έκαναν και με το παραπάνω.
83 χρόνια αργότερα.
Διάβασα αυτές τις ημέρες τις δημοσκοπήσεις που δημοσιεύτηκαν και διαπίστωσα πως ένα ποσοστό της τάξης του 65,4% δηλώνει πως η χώρα μας θα πρέπει να τηρήσει αυστηρή ουδετερότητα στον πόλεμο που διεξάγει το Ισραήλ κατά της τρομοκρατικής οργάνωσης ΧΑΜΑΣ και των άλλων τρομοκρατικών οργανώσεων της Μέσης Ανατολής που χρηματοδοτούνται, εκπαιδεύονται και εξοπλίζονται από τους μουλάδες του Ιράν.
Βολική στάση, δεν μπορεί να πεις κανείς. Ο σύγχρονος νεοέλληνας, όταν βρίσκεται στην ανάγκη, σπεύδει να ζητήσει βοήθεια από τους συμμάχους επικαλούμενος τα πάντα: από το αρχαίο κλέος μέχρι την προσφορά του στον παγκόσμιο πολιτισμό. Κι εκείνοι ανταποκρίνονται, όπως την τελευταία φορά, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ έκλεισε τις τράπεζες και η χώρα αιωρούνταν πάνω από το χείλος του υπαρξιακού γκρεμού, κάθε Παρασκευή, προσγειώνονταν στο στρατιωτικό αεροδρόμιο της Ελευσίνας, τα βαριά μεταγωγικά αεροσκάφη που μετέφεραν ευρώ για να γεμίσουν τα ΑΤΜ και να μπορεί στοιχειωδώς να εξυπηρετεί τις ανάγκες του ο πληθυσμός.
Μα και τότε, ένα περίπου ίδιο ποσοστό, δηλαδή 62% ψήφισε, ουσιαστικά, την έξοδο από την Ε.Ε., το ευρώ και τη συμμετοχή της χώρας στους δυτικούς θεσμούς. Εκ του ασφαλούς πάντα, γιατί μόλις ζόρισαν τα πράγματα, έκαναν όλοι αυτοί την αναγκαία κωλοτούμπα, προκειμένου να συνεχίζουν να ζουν στην καμάρια αμεριμνησία τους.
Το ίδιο φαινόμενο παρατηρήθηκε και με τον πόλεμο στην Ουκρανία. Ανέβηκαν στα κάγκελα οι κομμουνιστές (λείπει ο Μάρτης από τη Σαρακοστή;), οι ακροδεξιοί, οι αυτοαποκαλούμενοι φιλελεύθεροι και ασκούσαν κριτική για τη βοήθεια που έστειλε η χώρα στον ηρωικό και σκληρά αγωνιζόμενο κατά του ρωσικού ιμπεριαλισμού Ουκρανία.
Το αστείο, στα όρια του τραγικού, είναι πως όλοι αυτοί ενώ υμνούν τον ηρωισμό και την αντίσταση του ελληνικού λαού στους ξένους εισβολείς, θεωρούν πως έχουν το δικαίωμα να υπαγορεύσουν τη συνθηκολόγηση και την υποταγή σε άλλους λαούς που αγωνίζονται για την ελευθερία και την ανεξαρτησία τους. Υποκριτική, ανέντιμη και ανήθικη στάση, η οποία αποτελεί και τον θεμέλιο λίθο της αντιπατριωτικής τους στάσης.
Κι έτσι, φτάσαμε στο παράδοξο, εκείνοι που βγάζουν σπυριά ακούγοντας τις λέξεις πατρίδας, πατριωτισμός, έθνος, να το παίζουν ουδέτεροι στον πόνο και στον αγώνα του άλλου και να ομνύουν στο Έπος στο οποίο είτε δεν συμμετείχαν, είτε ήταν στην αντίπαλη πλευρά.
Πρόκειται για αποτέλεσμα της στρεβλής αφήγησης της ιστορίας, για την οποία φταίνε πολλοί. Φταίει, κατά κύριο λόγο, η συντηρητική παράταξη, η οποία δεν θέλησε να δώσει την ιδεολογική μάχη για να υπερασπιστεί την ιστορία, φταίει και η αριστερή παράταξη, η οποία ενώ κουβαλάει πολλές αμαρτίες, αντί να δηλώσει πως αναθεωρεί και προβληματίζεται έστω για αυτές, μας τις παρουσιάζει ως ηρωισμούς και επιτεύγματα ενός επικού αφηγήματος της τραγωδίας που η ίδια προκάλεσε.
Αυτό δημιουργεί έναν διπολισμό σε ένα μεγάλο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας, το οποίο προτιμά να ζει σε μία διαρκή αμεριμνησία με εγγύηση του κράτους πως τίποτα δεν θα ταράξει το βίο του, ενώ στη δύσκολη στιγμή θα προστρέξουν πάλι προς βοήθεια οι σύμμαχοι, τους οποίους όλο το προηγούμενο διάστημα έβριζε και διακωμωδούσε.
Με τα μελανά σύννεφα να πυκνώνουν στον κόσμο, αργά ή γρήγορα, όλοι θα κληθούν να πάρουν θέση. Και τότε, θα μετρηθούμε. Ξανά. Για άλλη μία φορά.