Τέσσερα δίπολα θα συγκριθούν στις επόμενες κάλπες, όταν οι πολίτες βρεθούν με τα ψηφοδέλτια στα χέρια και θα χρειαστεί να αποφασίσουν ποιον θέλουν για πρωθυπουργό, τον Κ. Μητσοτάκη ή τον Αλ. Τσίπρα. Εξέλιξη - καθήλωση, πρόοδος - οπισθοχώρηση, χτίζω - γκρεμίζω, πράττω - υπόσχομαι.
Τα έθεσε ο Κ. Μητσοτάκης, στην εισηγητική ομιλία του στο Συνέδριο της ΝΔ, κουμπώνοντας πάνω σε αυτά, τις προεκλογικές δεσμεύσεις του 2019 που έγιναν κυβερνητικό έργο, εμμέσως τα «πεπραγμένα» της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ αλλά και την κυβερνητική ατζέντα του, με ορίζοντα το 2027.
Μέχρι να κληθεί ο πολίτης να αναλάβει με την ψήφο του την ευθύνη για την πορεία της χώρας, ευθύνη που πηγάζει για όλους τους πολίτες, απ' την ίδια την ουσία της Δημοκρατίας, η εξίσωση που καλείται να λύσει η κυβέρνηση είναι πολύπλοκη.
Οι εξωτερικοί παράγοντες, όπως ο πόλεμος στην Ουκρανία, η ανατροπή των δεδομένων στον ενεργειακό χάρτη, η Τουρκία που καιροφυλακτεί, εντείνουν τις αβεβαιότητες και τους κινδύνους και εκεί ακριβώς είναι που βρίσκει πεδίον λαμπρόν τυφλής αντιπολίτευσης, η αξιωματική αντιπολίτευση.
Η απόφαση - πρόθεση της κυβέρνησης, να σταθεί δίπλα στον κάθε πολίτη, με μέτρα στήριξης, για να αποτραπεί η διεύρυνση των ανισοτήτων και των ρηγμάτων μέσα στα οποία θεριεύει ο λαϊκισμός, οφείλει να σταθμίζει το μακροπρόθεσμο συμφέρον της χώρας.
Κάθε βήμα του «σήμερα» δεν μπορεί να υπονομεύσει το «αύριο».
Το είπε και προφανώς θα επιμείνει σε αυτό ο πρωθυπουργός. Εκτός από τους λόγους εθνικής ευθύνης και προσωπικής συνέπειας ο Μητσοτάκης έχει έναν ακόμη βασικό λόγο.
Κάθε πισωγύρισμα που θα συμβεί τώρα, εκείνος και η επόμενη κυβέρνηση του – οποιασδήποτε σύνθεσης και μορφής – θα πρέπει να το διορθώσει. Από που θα ρωτήσει κάποιος ευλόγως, προκύπτει τέτοια βεβαιότητα για το αποτέλεσμα της κάλπης;
Η απλή αναλογική, σίγουρα θα προκαλέσει μια πρόσκαιρη πολιτική ταλαιπωρία, ωστόσο δεν θα ακυρώσει τη λογική.
Όσα πολιτικά σενάρια και να βγουν από συρτάρια και εγκεφάλους, τίποτα δεν προδίδει ότι ο κ. Τσίπρας, μπορεί να ανατρέψει στη συνείδηση της συντριπτικής πλειοψηφίας των ψηφοφόρων την πεποίθηση ότι είναι, ακατάλληλος για πρωθυπουργός.
Ακόμη και αν λάβει πλήρη άφεση αμαρτιών για τη διαδρομή από το 2015 έως το 2019, με τη συνειδητή παραπλάνηση, την πλήρη υποτίμηση της αντίληψης των πολιτών, η επιστροφή του στον άκρατο λαϊκισμό, τα νέα χαζά ψέματα, οι απλοϊκές συνταγές, αλλά πρωτίστως η ακραία άγνοια του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης για το «1+ 1 = 2» της οικονομίας και της πολιτικής, τον ακυρώνουν ως εναλλακτική επιλογή.
Είναι βεβαίως πολιτικό «ζώο» γι’ αυτό η στρατηγική του έχει αποκλειστικό στόχο να «πρωθυπουργεύσει» μέσα στο ΣΥΡΙΖΑ χωρίς «ΚΑΝΕΝΑ» απέναντί του.
Τα προνόμια του αρχηγού της αντιπολίτευσης, θα του είναι αρκετά μέχρι το 2027, που θα είναι μόνον 53 ετών. Αν έχει καταφέρει μέχρι τότε να απαλλαγεί από την ιδεολογική μούχλα, τα παρωχημένα δόγματα και συνθήματα που οδηγούν στην καθήλωση, τη συντήρηση, την απραξία και το γκρέμισμα. Η «Δεξιά» - όπως υποτιμητικά αποκάλεσε τη ΝΔ, ο Δ. Τζανακόπουλος στο χαιρετισμό του στο Συνέδριο – έχει υφαρπάξει την προοδευτική ατζέντα του και με τον «ακραίο νεοφιλελευθερισμό» της υλοποιεί το μεγαλύτερο πρόγραμμα στήριξης της κοινωνίας και των πολιτών.
Και εάν το σχέδιο Μητσοτάκη πετύχει, χωρίς δημοσιονομικές περιπέτειες και λογαριασμούς που πρέπει να πληρωθούν μεταχρονολογημένα, η ακύρωση του ΣΥΡΙΖΑ θα είναι ολοκληρωτική.