Η επόμενη μέρα και οι επιλογές του Αλ. Τσίπρα

Η επόμενη μέρα και οι επιλογές του Αλ. Τσίπρα

Η επόμενη μέρα δεν αφορά μόνο την Κυβέρνηση που λαμβάνει τις αποφάσεις και έχει την ευθύνη για τον γενικότερο σχεδιασμό ως προς την αντιμετώπιση των νέων συνθηκών που διαμορφώνει στην οικονομία η πανδημία του κορονοϊού. Αφορά και την αντιπολίτευση. Μείζονα και ελάσσονα, η στάση της οποίας θα κριθεί επίσης από τους πολίτες. Ο εύκολος δρόμος της πόλωσης και του λαϊκισμού και η επανάληψη φαινομένων 2012 και 2014 που δείχνει να επιλέγεται από τον Αλ. Τσίπρα δεν οδηγεί πουθενά.

Κάθε κυβέρνηση για να επιτύχει στο έργο της χρειάζεται μια ισχυρή αντιπολίτευση. Με θέσεις και προτάσεις αλλά και σκληρή κριτική όπου απαιτείται. Ο έλεγχος κάθε κυβέρνησης είναι απαραίτητος όπως και η επισήμανση των λαθών που όμως, ειδικά σε περιόδους κρίσης όπως αυτή που βρίσκεται σε εξέλιξη παγκοσμίως και που σύντομα θα μετουσιωθεί σε οικονομική, δεν δύναται να λαμβάνει στοιχεία λαικού δικαστηρίου.

Η υπόθεση με τα voucher του υπουργείου Εργασίας ανέδειξε ένα λάθος της κυβέρνησης. Ο πρωθυπουργός έσπευσε να το διορθώσει παρεμβαίνοντας προσωπικά. Από εκεί και πέρα η προσπάθεια να μετουσιωθεί σε «λάβαρο» σε έναν «ανένδοτο αγώνα» του Αλέξη Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ δείχνει ότι ο πολιτικός λόγος της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης γυρίζει στο παρελθόν. Στην πόλωση και τον λαϊκισμό.

Η προσπάθεια να αποδοθούν ευθύνες προσωπικά στον Κυριάκο Μητσοτάκη και η επαναφορά στο προσκήνιο της σκανδαλολογίας το επιβεβαιώνουν. «Τεράστιο σκάνδαλο», «οικονομικό σκάνδαλο πρώτου μεγέθους», επιχειρηματίες, Ν.Δ. και ΜΜΕ ήταν οι λέξεις κλειδιά που χρησιμοποίησε στην ανάρτησή του ο Αλ. Τσίπρας μετά την απόφαση του πρωθυπουργού να αποσύρει το αμφιλεγόμενο πρόγραμμα τηλεκατάρτισης των επιστημόνων.

Ανάρτηση που έρχεται να προστεθεί στη συνέντευξη που παραχώρησε στο newsbomb μέσω της οποίας και επισήμως αποποιείται το ρόλο της «υπεύθυνης» αντιπολίτευσης και επιλέγει να αναζητήσει πολιτικό οξυγόνο μέσω της πόλωσης.

Ο Αλ. Τσίπρας παίρνει ο ίδιος τη σκυτάλη από τους πραιτοριανούς, που επιτίθεντο διαρκώς στην κυβέρνηση και με οδηγό την υπόθεση των voucher επιχειρεί να απευθυνθεί στο κομματικό του ακροατήριο και να επαναπατρίσει όλους όσοι εμφανίζονται να στηρίζουν τις πρωτοβουλίες του Κυριάκου Μητσοτάκη.

«Κατασπατάληση δημοσίου χρήματος» είναι η φράση που έρχεται να προστεθεί στα όσα ήδη έχουν αποδοθεί στην κυβέρνηση από τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ για στήριξη των επιχειρηματιών, των ιδιοκτητών ιδιωτικών κλινικών και άλλων τινών σε συνδυασμό με τις καταγγελίες για ενέργειες που πλήττουν τους εργαζόμενους.

Στον ΣΥΡΙΖΑ, όπως φαίνεται και από την αντίδραση του Αλέξη Τσίπρα, εκτιμούν πως βρήκαν την «κερκόπορτα» που θα ρίξει τα τείχη που υψώθηκαν από την κυβέρνηση απέναντι στον κορονοϊό και την πανδημία. Το πρόγραμμα των 37 δισ. Ευρώ και του «δώστα όλα τώρα» δεν έτυχε ανάλογης αντιμετώπισης. Είναι ενδεικτικό πως ακόμη και οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ σε μεγάλο ποσοστό το χαρακτήρισαν ανεδαφικό και ανεφάρμοστο.

Η επίκαιρη ερώτηση που κατέθεσε είναι ενδεικτική των προθέσεών του για υψηλούς τόνους το προσεχές διάστημα. Το θέμα των Voucher εκλαμβάνεται ως πολιτική νίκη. Έστω και μικρή. Έστω και ανεπαίσθητη. Θα δώσει όμως στον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ, τουλάχιστον στο εσωτερικό του κόμματος όπου η γκρίνια έχει αυξηθεί, ανάσα. Το πολιτικό οξυγόνο που αναζητεί και το οποίο θα χρησιμοποιηθεί για μια γενικευμένη σύγκρουση που θα στηριχθεί στην οικονομική κρίση που θα ακολουθήσει αυτή της πανδημίας.

Πρέπει να σημειωθεί πάντως ότι ο ΑΛ. Τσίπρας είχε επιλέξει εξ αρχής τη διπλή γραμμή στην υπόθεση της διαχείρισης της υγειονομικής κρίσης. Ο ίδιος επιχείρησε να εμφανισθεί ως ο εκφραστής της «αντιπολίτευσης της ευθύνης» ενώ τα κορυφαία του στελέχη εξαπέλυαν διαρκώς επιθέσεις. Σε καμία περίπτωση δεν επιχείρησε να στείλει έστω ένα μήνυμα. Ούτε καν με το στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ στη Μυτιλήνη που ανέμενε πότε ο αριθμός των νεκρών από τον κορονοϊό θα έφτανε αυτόν των νεκρών από την τραγωδία στο Μάτι για να χαρεί και να ζητήσει... ποινικές ευθύνες.

Πλέον, βλέποντας πως η αντίστροφη μέτρηση για την άρση των περιοριστικών μέτρων ξεκινά, ενεργοποιεί το «μετά θα λογαριαστούμε».

Η όποια προσπάθεια πάντως να κεφαλαιοποιηθεί πολιτικά η υγειονομική κρίση και κυρίως η οικονομική που ακολουθεί δύσκολα θα έχει την ίδια ανταπόκριση με αυτή της περιόδου 2012 – 2014 που οδήγησε τον ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία. Οι πλατείες δύσκολα ξαναστήνονται. Οι πολίτες είναι υποψιασμένοι και οι υποσχέσεις όπως και τα προγράμματα Θεσσαλονίκης αυτή τη φορά δεν υιοθετούνται άκριτα.

Παρόλα αυτά η απουσία προτάσεων και θέσεων, καθώς και ο φόβος πρόωρων εκλογών οδηγεί στον μονόδρομο του λαικισμού που είναι περισσότερο εύπεπτος για το στενό κομματικό ακροατήριο. ΓΙ αυτό και η αναφορά από τον ίδιο στο 2012. Όταν η κρίση έφερε το κόμμα του στην αξιωματική αντιπολίτευση μέσα από τις πλατείες των αγανακτισμένων.

Η κυβέρνηση «οδηγεί τη χώρα με μαθηματική ακρίβεια πίσω στο 2012. Και αυτό δεν είναι θέμα ιδεοληψίας ή ανικανότητας. Είναι αποτέλεσμα σχεδιασμού, από αυτούς που βλέπουν την κρίση ως ευκαιρία μίας νέας μεγάλης αναδιάρθρωσης της οικονομίας στα μέτρα τους» ήταν η αναφορά του και περιλαμβάνεται στην περίληψη που έχει αναρτήσει στο διαδίκτυο.

Σε κάθε περίπτωση οι πολίτες γνωρίζουν πως η επόμενη ημέρα θα είναι δύσκολη. Η σταδιακή άρση των περιορισμών θα δείξει και το μέγεθος της ζημιάς στην οικονομία. Σε αυτή την φάση αναμένει προτάσεις και λύσεις. Η επαναφορά της σκανδαλολογίας δεν αλλάζει τα δεδομένα, όπως δεν την άλλαξε και η υπόθεση του «μεγαλύτερου σκανδάλου εκ συστάσεως του ελληνικού κράτους» που αποτέλεσε για τον ΣΥΡΙΖΑ σημαία πολιτική.

Η κυβέρνηση θα κριθεί από τα μέτρα που έλαβε για την πανδημία και από ότι πράξει στο πλαίσιο της αντιμετώπισης της ύφεσης. Της οικονομικής κρίσης που θα κάνει αισθητή την παρουσία της. Θα κριθεί όμως και η αντιπολίτευση. Ειδικά η αξιωματική, το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα που σχεδόν έναν χρόνο αναζητεί... περπατησιά και δείχνει να επιχαίρει για τα δεδομένα που δημιουργεί ο κορονοϊός.