Η εθνική γραμμή του Κωνσταντίνου Καραμανλή και οι αμφισβητίες της

Η εθνική γραμμή του Κωνσταντίνου Καραμανλή και οι αμφισβητίες της

Η κριτική που ασκείται στην κυβέρνηση όσον αφορά τα θέματα άμυνας και εξωτερικής πολιτικής με προμετωπίδα τις σχέσεις με την Τουρκία, δεν βασίζεται πάνω σε πραγματικά γεγονότα. Αντιθέτως, εδράζεται πάνω σε δήθεν προθέσεις, σε δήθεν φήμες, σε δήθεν κρυφές ατζέντες και σε δήθεν υπόγειες διεργασίες. Και η κριτική αυτή κορυφώνεται, μέσω  καταγγελιών για δήθεν παρεκκλίσεις της κυβερνητικής πολιτικής από τις βασικές εθνικές γραμμές που πρώτος είχε οριοθετήσει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής.  

Ας δούμε όμως τις εθνικές γραμμές που είχε χαράξει ο Κωνσταντίνο ήδη από το 1974, όταν οι πληγές από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο και την κατοχή του 35% ήταν ακόμα χαίουσες, όπως αυτές περιγράφονται στο έργο «Κωνσταντίνος Καραμανλής – Αρχείο – Γεγονότα & Κείμενα» το οποίο εκδόθηκε το 1995 από το Ίδρυμα Κωνσταντίνος Γ. Καραμανλής (ΙΚΚ).

Διάλογος με Τουρκία

Μετά την πρώτη συνάντηση Καραμανλή – Ντεμιρέλ το 1975, η κοινή ανακοίνωση των δυο πλευρών ανέφερε:  «Οι δύο πρωθυπουργοί απεφάσισαν ότι τα προβλήματα αυτά πρέπει να επιλυθούν ειρηνικώς μέσω διαπραγματεύσεων και όσον αφορά το θέμα της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου, μέσω του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης.»

Το Αιγαίο δεν είναι Ελληνική λίμνη

Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είχε αναφερθεί σε συζήτηση του με τον Μπουλέντ Ετσεβίτ στο γεγονός ότι «το Αιγαίο δεν είναι Ελληνική λίμνη» και  στο γεγονός ότι «στο Αιγαίο υπάρχουν χωρικά ύδατα και διεθνή ύδατα», καθώς και ότι εξ αυτού «η Τουρκία έχει ορισμένα δικαιώματα στην υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου». 

Τα 12 μίλια

Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είχε διατυπώσει ρητά προς στον Μπουλέντ Ετσεβίτ την μη πρόθεση της Ελλάδας να  επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα, εάν διευθετηθούν όλες οι διαφορές που υπάρχουν μεταξύ των δύο χωρών.

Η Χάγη

Όσον αφορά την προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ήταν αυτός που είχε τονίσει ότι «εάν εις το τέλος του διαλόγου δεν μπορούμε να επιτύχουμε οποιαδήποτε συμφωνία, τότε θα πρέπει να προσφύγουμε στο Διεθνές Δικαστήριο ή σε διαιτησία».  

Αυτά. Απλά, δωρικά και λιτά. Όπως ήταν άλλωστε λιτός και περιεκτικός ο λόγος του Κωνσταντίνου Καραμανλή.

Και να τα ξεκαθαρίζουμε τα πράγματα. Αφού όλοι συμφωνούμε ότι η εθνική ατζέντα του Κωνσταντίνου Καραμανλή ήταν ορθή όταν ακόμα η εθνική πληγή από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο και την κατοχή του 35% του εδάφους της μεγαλονήσου ήταν ακόμα ανοικτή, πως είναι δυνατόν να μην είναι ορθή σήμερα;

Η πλευρά των πρώην πρωθυπουργών που σήμερα ασκούν αντιπολίτευση, υποστηρίζουν ότι ο διάλογος και οι διαπραγματεύσεις, η ύφεση, οι χαμηλοί τόνοι και τα ήρεμα νερά ενέχουν τον κίνδυνο να δημιουργηθεί σταδιακά η εντύπωση της αποδοχής της διευρυνόμενης τουρκικής ατζέντας και διεκδικήσεων, άρα βήμα - βήμα της δημιουργίας προηγούμενου. Και ότι μέσω της διαχρονικής διολίσθησης οδηγούμαστε σε έκπτωση των πάγιων εθνικών θέσεων που εδράζονται στέρεα επί του Διεθνούς Δικαίου. 

Δηλαδή οι πρώην πρωθυπουργοί πιστεύουν ότι ο διάλογος θα οδηγήσει στην ελληνική υποχώρηση και στην αποδοχή της τουρκικής ατζέντας. Επομένως, οι συζητήσεις είναι επιζήμιες. Ήταν όμως επιζήμιες οι επαφές, που είχε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής με τον Ντεμιρέλ και τον Ετσεβίτ; Ή μήπως ήταν επιζήμιες οι επαφές που είχε ο Κώστας Καραμανλής όταν συναντούσε και συνομιλούσε με τον πρόεδρο Ερντογάν, πριν και μετά από την κουμπαριά τους, το 2004; 

Το ερώτημα είναι εάν θέλουμε διάλογο ή όχι; Εάν θέλουμε ήρεμα νερά ή ένα Αιγαίο σε αναστάτωση; 

Τι άλλο υποστηρίζει η πλευρά των πρώην πρωθυπουργών; Ο Κώστας Καραμανλής στο Πολεμικό Μουσείο είχε αναφέρει ότι είναι αδύνατη και αδιανόητη η σύναψη συνυποσχετικού που θα κρύβει τεχνηέντως και εκ του πονηρού, υπό το πρόσχημα της προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης για την οριοθέτηση της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας, την εκχώρηση με ασαφείς και διπλωματικά ευρηματικές διατυπώσεις, δικαιώματος στο ΔΔ να αποφανθεί περί του εύρους των χωρικών υδάτων ή ακόμα και της εδαφικής κυριαρχίας νήσων και βραχονησίδων. Τι θα πει αυτό; Τίποτα απολύτως. Άλλωστε εκφράσεις όπως «τεχνηέντως» και «εκ του πονηρού», είναι από μόνες τους ασαφείς και έωλες, όπως και οι «δήθεν φήμες» που συνόδευαν τις αντίστοιχες ενστάσεις του Αντώνη Σαμαρά.

Το ερώτημα είναι εάν θα προσφύγουμε στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης ή όχι, εφόσον μέσω του διαλόγου δεν επιτευχθεί λύση στο θέμα της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ;

Θα ήταν ενδιαφέρον και γόνιμο, αν οι αγανακτισμένοι πρώην πρωθυπουργοί, μας εξηγούσαν:

  • Γιατί δεν επέκτειναν τα χωρικά ύδατα στα 12 μίλια στο Αιγαίο επί της δικής τους πρωθυπουργία; 
  • Γιατί δεν μετέτρεψαν το Αιγαίο, σε κλειστή ελληνική θάλασσα επί πρωθυπουργίας τους, αφού είναι τόσο εύκολο;
  • Και εάν δεν έχουν να δώσουν κάποια απάντηση, γιατί δεν προτείνουν ανοικτά, τη δική τους επιλογή για την επίλυση των προβλημάτων με την Τουρκία; Αφού δεν θέλουν ούτε διαπραγματεύσεις και συζητήσεις, αλλά ούτε και προσφυγή στα Διεθνή Δικαστήρια, τι θέλουν; Τι έχουν να προτείνουν; Ποια είναι η δική τους επιλογή;

Ας την παρουσιάσουν ανοικτά στους πολίτες, με τα υπέρ της και τα κατά της. Και ας εξηγήσουν στους πολίτες, για ποιον λόγο δεν την είχαν προτιμήσει αυτήν την τρίτη επιλογή, όταν οι ίδιοι κυβερνούσαν τη χώρα. Διότι είναι πολύ βαριά η μοναδική τρίτη επιλογή. Αυτή του πολέμου. 

Ένα σημείο που χρήζει περαιτέρω διευκρίνησης από την πλευρά των πρώην πρωθυπουργών είναι το που βλέπουν να στέκεται η χώρα μας σήμερα. Διότι η αμφισβήτηση της κυβερνητικής πολιτικής και των πάγιων ευρωπαϊκών θέσεων της Ελλάδας αφενός στο μέτωπο της Ουκρανίας και αφετέρου στο μέτωπο της Μέσης Ανατολής, θέτουν σε αμφισβήτηση τον ακρογωνιαίο λίθο της εθνικής πολιτικής της Ελλάδας, όπως την είχε χαράξει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Που δεν είναι άλλος από το «ανήκομεν εις τη Δύσιν».


* Όποιος θέλει να προσεγγίσει την αλήθεια όσον αφορά τις θέσεις και τις ρήσεις  του Κωνσταντίνου Καραμανλή που προαναφέρθηκαν, ας μελετήσει το έργο «Κωνσταντίνος Καραμανλής – Αρχείο – Γεγονότα & Κείμενα» το οποίο εκδόθηκε το 1995 από το Ίδρυμα Κωνσταντίνος Γ. Καραμανλής (ΙΚΚ) και συγκεκριμένα τον 8ο τόμο «Αναστήλωση της Δημοκρατίας 1974 -1977», Περίοδος Α’, 24 Ιουλίου 1974  - 3 Σεπτεμβρίου 1975 και τον 10ο τόμο «Η Ελλάδα στην Ευρώπη 1977-1980», Περίοδος Α’, 23 Οκτωβρίου 19977 – 31 Δεκεμβρίου 1978.