Των Γιάννη Μαστρογεωργίου και Γιώργου Παπούλια
Προσφυγικό και αξιολόγηση είναι οι δύο μυλόπετρες που πιέζουν την Ελλάδα και δημιουργούν συνθήκες πίεσης στο πολιτικό σύστημα της χώρας. Από την εξέλιξη των δύο αυτών μετώπων θα διαφανεί και ο πολιτικός ορίζοντας των επόμενων μηνών.
Παράλληλα, οι προσπάθειες στον «ενδιάμεσο» χώρο μεταξύ ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ περιορίζονται έως τώρα στην ανίχνευση προθέσεων, ενώ η πολυπόθητη ανάπτυξη παραμένει για ένα ακόμα κρίσιμο διάστημα στον …προθάλαμο.
Η Ελλάδα και πρώτη και τελευταία στο μνημόνιο και το αίνιγμα της «δημοσιονομικής στρατηγικής»
Η Ελλάδα βιώνει μία παλιά πλέον κρίση, τη δημοσιονομική και εσχάτως μία νέα πιο απρόβλεπτη και ετεροκαθοριζόμενη, την προσφυγική.
Προφανώς, οι δύο κρίσεις τέμνονται. Οι Θεσμοί δεν θέλουν να πιέσουν άλλο την Ελλάδα, εξαιτίας του προσφυγικού. Η ανάγκη της Ευρώπης να στεγανοποιήσει τις εισόδους προσφύγων ρίχνει το βάρος στην Ελλάδα. Το βάρος αυτό αφαιρείται από τη δημοσιονομική κρίση μέσω μίας τυπικά πιο «αναίμακτης» πορείας αξιολόγησης. Φαίνεται ότι οι Θεσμοί έχουν προεξοφλήσει, εξαιτίας του προσφυγικού και της παντελούς απουσίας αναπτυξιακού σχεδίου (παραγωγικοί τομείς, ιδιωτικοποιήσεις, κλπ) από την Κυβέρνηση, χαμηλούς ή αρνητικούς ρυθμούς ανάπτυξης, οπότε θα ήταν ανέφικτο να ζητούν και πρωτογενή πλεονάσματα αρκετών δισ. το χρόνο.
Η μεγάλη εικόνα πάντως αποτυπώνει το γεγονός ότι η Ελλάδα μπήκε πρώτη στο Μνημόνιο και παραμένει ακόμα εκεί τελευταία!
Τη στιγμή λοιπόν, που η Κύπρος αποχωρεί από το δικό της πρόγραμμα, τρία θέματα μένουν ανοικτά για την αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος. Η αξιολόγηση καλύπτει θέματα όπως η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος, η δημοσιονομική στρατηγική και η εγκαθίδρυση και λειτουργία του ταμείου ιδιωτικοποιήσεων. Δημοσιονομική στρατηγική σημαίνει με απλά λόγια ότι δεν θα ληφθούν άμεσα νέα επώδυνα μέτρα, αλλά θα συζητηθεί η ανάγκη λήψης τους εν ευθέτω χρόνω και αφού έχουν δρομολογηθεί τα υπόλοιπα προαπαιτούμενα.
Η δημοσιονομική, λοιπόν, στρατηγική δεν θα αναζητήσει απτά μέτρα...αλλά χρόνο...χρόνο ωφέλιμο για την Κυβέρνηση, για τις ζυμώσεις μεταξύ των εταίρων και κυρίως για την παρακολούθηση της παράλληλης προσφυγικής κρίσης.
Το ΔΝΤ αναμένεται να μην ζητήσει επιπλέον μέτρα, αλλά αντάλλαγμα με μεγαλύτερες παραχωρήσεις στο ζήτημα της ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους από το ευρωπαϊκό σκέλος των Θεσμών. Για να ανοίξει όμως η συζήτηση για το χρέος τον Απρίλιο αυτό σημαίνει πως η αξιολόγηση θα πρέπει να κλείσει πιο πριν κάτι που φαίνεται σήμερα δύσκολο, καθώς θα χρειαστεί ακόμα πολιτικό «μασάζ» στο εσωτερικό.
Το ζήτημα της ελάφρυνσης του χρέους θα κριθεί εν πολλοίς από τη μεταρρυθμιστική ενάργεια και ενέργεια που θα δείξει – αν δείξει- η Κυβέρνηση, από τις πληγές που θα της αφήσει η ψήφιση του ασφαλιστικού και του φορολογικού και από τις παράλληλες εξελίξεις στο προσφυγικό. Σαφέστατα μεγάλο ρόλο θα διαδραματίσουν και οι προθέσεις των ετέρων, με τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών να υψώνει ξανά τείχη στο θέμα της απομείωσης, προτάσσοντας τον …σκόπελο της έγκρισης του γερμανικού κοινοβουλίου.
Η τραπεζική οδός της επανεκκίνησης
Ακόμη και αν κλείσουν μαζί δημοσιονομικά και συνταξιοδοτικό, τα «κόκκινα δάνεια» θα εξελιχθούν σε μία ακόμα δύσκολη υπόθεση για την Κυβέρνηση, καθώς το ΔΝΤ εξακολουθεί να υποστηρίζει ότι η ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών δεν επαρκεί για να τους επιτρέψει να βοηθήσουν στην ανάκαμψη της οικονομίας, ρίχνοντας χρήμα στην αγορά. Η οικονομία μας για να πάρει πάνω, όπως λένε, χρειάζεται ή μείωση χρέους για να ανασάνει ή περικοπή δημοσίων δαπανών για να απαλλαγεί ο ιδιωτικός τομέας από δυσβάστακτο κόστος ή τραπεζική χρηματοδότηση. Με δεδομένο ότι τη μείωση του χρέους δεν τη δέχονται οι ευρωπαίοι δανειστές, αντίστοιχα το κόψιμο των δημόσιων δαπανών δεν το δέχεται η Κυβέρνηση, θα πρέπει να δοθεί δυνατότητα στις τράπεζες να κάνουν εκείνες αυτό που πρέπει, μέσα από μία πολύ πιο αποτελεσματική διαχείριση των κόκκινων δανείων που διαθέτουν και που τις βραχυκυκλώνουν.
Τακτικισμοί ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ μπροστά στις εξελίξεις
Οι πολιτικές εξελίξεις με δεδομένη λοιπόν, την εξέλιξη των δύο παράλληλων κρίσεων (προσφυγικό-αξιολόγηση) τείνουν να ξεδιπλωθούν ως εξής: Η μεν Κυβέρνηση θα κερδίσει πολιτικό χρόνο ενώ θα χρειαστεί να λάβει μέτρα μόνο για το ασφαλιστικό, μεταθέτοντας για το τέλος του έτους τα δημοσιονομικά μέτρα για την κάλυψη των ελλειμμάτων της περιόδου 2016-2018.
Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το προβάδισμα της Νέας Δημοκρατίας διευρύνεται, τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ συρρικνώνονται ενώ ο κ. Μητσοτάκης υπερτερεί σε δείκτες όπως η καταλληλότητα έναντι του εν ενεργεία πρωθυπουργού. Εδώ πρέπει να σημειώσουμε την κάμψη που παρουσιάζει ο αρχικός ενθουσιασμός που ακολούθησε την εκλογή του Κ. Μητσοτάκη. Κάμψη που εν μέρει οφείλεται στις προσπάθειες του νέου αρχηγού να ισορροπήσει ανάμεσα στις αλλαγές στο κόμμα και τη φυσιογνωμία του. στην αντιπολιτευτική ρητορική, στην υπεύθυνη κατάθεση προτάσεων και στην αδημονία μερίδας οπαδών να επανέλθει το κόμμα στην εξουσία…Σημείο καμπής θα είναι το προγραμματισμένο Συνέδριο, από όπου θα πρέπει να προκύψει το ανανεωμένο πολιτικό πρόσωπο της ΝΔ, αν θέλει να διατηρήσει ακέραιο το δημοσκοπικό της προβάδισμα, αλλά και την προσδοκία ότι η εκλογή του κ. Μητσοτάκη κάτι διαφορετικό μπορεί να σημαίνει για το έτερο «κουρασμένο» μεγάλο κόμμα της μεταπολίτευσης… Επίσης, η εξέλιξη στο θέμα που έχει ανακύψει με τον Υπουργό κ. Παπαγγελόπουλο που προέρχεται από το χώρο της ΝΔ, θα επηρεάσει και την εσωκομματική δυναμική, δημιουργώντας παράπλευρα γεγονότα.
Μπροστά σε αυτά τα δεδομένα, η Κυβέρνηση ελπίζει στην επικοινωνιακή διαχείριση του προσφυγικού, με αιχμή τις εκδηλώσεις αλληλεγγύης του ελληνικού λαού και σε μία ανάκαμψη της οικονομίας, εάν τελικώς υπάρξει έστω και μικρή αύξηση της τουριστικής κίνησης. Ωστόσο, η «σαλαμοποίηση» της αξιολόγησης και η χορήγηση των υποδόσεων ανάλογα με την προώθηση των μεταρρυθμίσεων, θα κρατά σε διαρκή ομηρία την Κυβέρνηση, που θα πρέπει να λαμβάνει υπόψιν κάθε έκθεση προόδου των Θεσμών, με τον κίνδυνο κάθε φορά να πρέπει λάβει νέα μέτρα, προκειμένου να συνεχίζεται η χρηματοδότηση της χώρας.
Ως αντίβαρο στα μέτρα λιτότητας, η κυβέρνηση θα συνεχίσει τη «μάχη» με τα ΜΜΕ και όσα η ίδια θα χαρακτηρίζει ως «συμφέροντα», που όπως έχουμε αναφέρει, αποτελεί ίσως τη μόνιμη μάχη που μπορεί σε επίπεδο εντυπώσεων – ακόμα- να δώσει με κάποιες αξιώσεις. Ο «πόλεμος» κατά της διαπλοκής, μπορεί να εξελιχθεί όμως και σε παγίδα γιατί όπως έγραφε ο Μακιαβέλι: «ο πόλεμος αρχίζει όποτε θέλεις, αλλά δεν τελειώνει όταν το επιθυμείς».
Η οικονομία στην αναμονή, η κοινωνία σε τέλμα
Οι παραπάνω εκτιμήσεις προοιωνίζονται μία δύσκολη, όμως, κατάσταση πιθανής τελμάτωσης για την κοινωνία και την οικονομία. Η μεν Κυβέρνηση θα κερδίσει σημαντικό πολιτικό οξυγόνο η δε οικονομία όμως, θα βρεθεί για ακόμα μία φορά στο hold. Ενώ θα έπρεπε ταχέως να προχωρούν οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, η Κυβέρνηση θα προσπαθήσει να εξαργυρώσει τα …χάδια της αξιολόγησης, μεταθέτοντας επώδυνα για εκείνη, αναγκαία για την ανάπτυξη, μέτρα στο απροσδιόριστο μέλλον. Οι δεσμεύσεις του περσινού καλοκαιριού δεν θα σταθεί εφικτό να προσπεραστούν, μόνο να μετατεθούν. Κάθε αναβολή δεν θα συνιστά λύση, αλλά επιπλέον κόστος για την οικονομία, την αγορά, τις θέσεις εργασίας και την πολυπόθητη ανάπτυξη. Ταυτόχρονα μάλιστα με την έξοδο από τα μνημόνια και τη νέα πλεύση στις διεθνείς αγορές, χωρών όπως η Κύπρος -που βρέθηκαν αρκετά μετά την Ελλάδα σε προγράμματα διάσωσης, η χώρα μας δείχνει πως ακόμα δεν καταφέρνει να αντιμετωπίσει ουσιαστικά και με αποτελεσματικά γενεσιουργά αίτια που την οδήγησαν στην κρίση και συνεχίζει να πορεύεται στη βάση του εκάστοτε πολιτικού-τακτικίστικου συμφέροντος των κυβερνώντων της και του λοιπού πολιτικού συστήματος.
Το κεντροαριστερό κρυφτούλι
Μέσα σε αυτό το ρευστό πολιτικό περιβάλλον δρομολογούνται και κάποιες νέες προσπάθειες δημιουργίας πλαισίου συνεννόησης στο χώρο ανάμεσα στη ΝΔ και το ΣΥΡΙΖΑ. Μετά την πρόταση της Προέδρου του ΠΑΣΟΚ προ μηνός, προστέθηκε η πρόταση από τον Πρόεδρο πλέον του ΠΟΤΑΜΙΟΥ, Στ. Θεοδωράκη για το «κοινοβούλιο του Κέντρου». Η συζήτηση έως τώρα περιορίζεται αφενός στην κατοχύρωση της συνέχειας της ύπαρξης των υφιστάμενων κομμάτων (δεν διαλυόμαστε, δεν αναστέλλουμε τη δράση μας) και αφετέρου στο κάλεσμα στις «δυνάμεις της κοινωνίας» (να γίνει από τα κάτω μία κίνηση που να δώσει ώθηση).
Και τα δύο είναι δύσκολο έως αδύνατο και να γίνουν και να οδηγήσουν σε κάτι νέο.
Εκτίμηση μας είναι ότι οι πολίτες νιώθουν έντονη απωθητική διάθεση για κάθετι το πολιτικό. Αν υπήρχε μία πιθανότητα να στρέψει κανείς το βλέμμα σε μία νέα προσπάθεια αυτή θα έπρεπε να είναι η τρανταχτή απόφαση – πρόθεση δημιουργίας ενός νέου κόμματος με μεταρρυθμιστικό προφίλ, με αναγνωρισμένα λόγω του έργου τους στελέχη πρώτης γραμμής πλαισιωμένα από ακόμα περισσότερα νέα πρόσωπα που θα σηκώσουν και το βάρος της οργανωτικής δουλειάς και της λειτουργίας του νέου φορέα. Ενός νέου φορέα που θα προκαλέσει το ενδιαφέρον μερίδας των πολιτών που έχει συνειδητά επιλέξει την αποχή και την αδράνεια απέναντι στα υπάρχοντα σχήματα και τους δρώντες πολιτικούς, θα «στεγάσει» πολιτικά τους –συνεχώς αυξανόμενους- απογοητευμένους ψηφοφόρους της σημερινής κυβέρνησης και ταυτόχρονα θα καταφέρει να αποτελέσει μια αξιόπιστη και αποτελεσματική εναλλακτική λύση συμμετοχής στην μελλοντική διακυβέρνηση, η οποία θα κομίσει την αναγκαία προγραμματική και εφαρμόσιμη μεταρρυθμιστική τόλμη.
Η συγκόλληση απλώς των σχημάτων δεν θα οδηγήσει πουθενά. Το 2 και το 3 στην πρόσθεση δίνουν 5, στον πολλαπλασιασμό όμως, δίνουν 6! Χρειάζεται μία πολλαπλασιαστική διαδικασία που θα υπερβαίνει την απλή πρόσθεση, που ενέχει και τον κίνδυνο να εξελιχθεί…σε αφαίρεση.
Η εκτίμηση μας είναι ότι αν δεν προκύψουν σύντομα προοπτικές δημιουργίας νέου φορέα, τότε ο ενδιάμεσος χώρος θα συμπιεστεί και θα εξαερωθεί με τη μερίδα των αντικυβερνητικών να στρέφονται στον Κ. Μητσοτάκη και τη μερίδα των παραδοσιακά αντιδεξιών να στρέφονται στο ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό δεν αφορά απολύτως το ΠΑΣΟΚ του οποίου το ιστορικό βάθος θα του διασφαλίζει μία μόνιμη παρουσία στη Βουλή, αλλά σε καμία περίπτωση δεν θα θυμίζει κάτι από το μεγάλο κόμμα του παρελθόντος.
Όλα τα υπόλοιπα είναι προφάσεις εν αμαρτίαις και μετάθεση των ευθυνών μεταξύ των συμμετεχόντων στη συζήτηση.
Η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία ως… αποκριάτικο κοστούμι για το ΣΥΡΙΖΑ
Σφήνα στην παραπάνω συζήτηση μπαίνει η πρό(σ)κληση που αφορά το ΣΥΡΙΖΑ και την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία.
Πριν από 5 μήνες το ΔΙΚΤΥΟ σε συνεργασία με το FEPS (ίδρυμα σκέψης ευρωπαίων σοσιαλιστών), πραγματοποίησε μία ενδιαφέρουσα ημερίδα στην Αθήνα, με θέμα την αναζήτηση προοδευτικών λύσεων για τη χώρα. Πώς η ευρωπαϊκή, αλλά και η ελληνική σοσιαλδημοκρατία ανταποκρίνεται στις σύγχρονες προκλήσεις.
Συμμετείχαν η Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και ο Επικεφαλής του κινήματος το ΠΟΤΑΜΙ. Ο ΣΥΡΙΖΑ αν και εκλήθη δεν παρέστη. Δεν θέλησε να συνομιλήσει με τα ελληνικά κόμματα που συμμετέχουν μαζί στην κοινοβουλευτική ομάδα των ευρωπαίων σοσιαλιστών στο Ευρωκοινοβούλιο.
Εσχάτως, ο κ. Τσίπρας υπό την επίνευση του Ματέο Ρέντσι και με την αρωγή του Φρ. Ολάντ (ο καθένας για τους δικούς του λόγους και σκοπούς) καλείται στην ευρωπαϊκή οικογένεια των σοσιαλιστών Ηγετών.
Καλό είναι να αποσαφηνίσουμε ορισμένα πράγματα. Σημασία δεν έχει μόνο το τι λες ότι είσαι ή πως σε βλέπουν οι άλλοι. Σημασία έχει τι κάνεις στην πράξη! Είναι, δηλαδή, ο ΣΥΡΙΖΑ έκφραση της σοσιαλδημοκρατίας επειδή τάχα εφαρμόζει μνημόνιο; Είναι, δηλαδή ο Σλοβάκος Πρωθυπουργός Φίκο σοσιαλδημοκράτης τη στιγμή που κηρύττει τον πόλεμο στο Ισλάμ κ στην Ελλάδα;
Προφανώς ο τακτικισμος υπερέχει της ιδεολογικής ταυτότητας. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι μπορεί όσο και αν το επιθυμεί έλληνας ή ευρωπαίος να βαφτίσει το κρέας ψάρι. Και όσο και αν ικανοποιεί τους ελιγμούς κάποιων, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει σχέση με την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία ούτε ως ριζοσπαστική απόληξη της.
* Ο κ. Γιάννης Μαστρογεωργίου είναι Διευθυντής του Δικτύου. Ο κ. Γιώργος Παπούλιας είναι Πολιτικός Επιστήμονας, συνεργάτης του Δικτύου.