Ο Πρωθυπουργός μετά την καλοκαιρινή ραστώνη επανήλθε στον εβδομαδιαίο απολογισμό του μέσω Facebook, γράφοντας πως αν επέλεγε δύο λέξεις για να σηματοδοτήσει τη δεύτερη τετραετία, αυτές θα ήταν «μεταρρυθμιστική επιτάχυνση».
Παράλληλα στην ίδια ανάρτηση απευθυνόμενος στους ψηφοφόρους (και «διακριτικά», σε υπουργούς και υφυπουργούς) έγραψε «Έχουμε απόλυτη επίγνωση ότι το 41% που μας δώσατε δεν είναι λευκή επιταγή αλλά ισχυρό αίτημα να αλλάξουμε όσα μας ταλαιπωρούν, όσα μας πληγώνουν και όσα μας θυμώνουν».
Η «μεταρρυθμιστική επιτάχυνση» στην παρούσα φάση μοιάζει με εντολή ή ευχή, πάντως δεν διαπιστώνεται επί του πεδίου. Αντιθέτως, επαξίως φωτογραφίζει τη δράση λίγων υπουργών μεταχρονολογημένα, κατά την πρώτη τετραετία, μεταξύ των οποίων ο Πιερρακάκης, η Κεραμέως, ο Χατζηδάκης, ο Άδωνις και δυο τρεις άλλοι.
Η δράση των ανωτέρων με πρώτιστη την «επέλαση» Πιερρακάκη στην ψηφιοποίηση τομέων του δημοσίου, η επιτυχής διαχείριση των εργαλειοποιημένων μεταναστών στον Έβρο, ο εγκλεισμός της πανδημίας και η παροχή των διαφόρων «pass», απέκρυψαν τη μεγάλη εικόνα. Το επί μέρους σκίασε το όλον, ήτοι την επιδεινούμενη μακαριότητα του αποδιαρθρωμένου - και - από τον ΣΥΡΙΖΑ κρατικού μηχανισμού.
Άλλωστε η ανάμνηση της συριζαϊκής διακυβέρνησης και ο φόβος της ολικής επαναφοράς της, αρκούσαν για να αποδώσει ο ψηφοφόρος εύσημα στη νεοδημοκρατική διακυβέρνηση. Τον ωθούσαν να επιδείξει έναντί της ανοχή και απαντοχή.
Το αντίπαλον δέος, πληγωμένο καθοριστικά αλλά όχι θανάσιμα, προσπαθεί πλέον να επουλώσει τις πληγές του. Θα αναδείξει αρχηγό σε μια ή δυο εβδομάδες, αλλά η ανασυγκρότησή του θα πάρει επί μακρόν, έως ότου ο νέος αρχηγός επιβάλλει την πυγμή του στις αλλότριες τάσεις που θα αγωνίζονται να του επιβληθούν.
Ωστόσο, ως τις επόμενες εκλογές χρόνος άπλετος υπάρχει να επιβάλει την παρουσία του και να παρουσιάσει ένα αξιόπιστο κυβερνητικό σχήμα, εφόσον και ο ίδιος αποτινάξει τη μουχλιασμένη «ιδεολογική» σκόνη που του παρουσιάζει δυσδιάκριτη την σύγχρονη πραγματικότητα.
Και αν είναι η Αχτσιόγλου ενδεχομένως να το κατορθώσει. Είναι αρκετά ευπροσάρμοστη, αν θυμηθούμε ότι η πρώτη ενέργεια που έκανε το απόγευμα που είχε ανακοινωθεί η υπουργοποίησή της, ήταν να σβήσει όλα τα ρωμαλέα αντιμνημονιακά tweet της.
Το τρίτο κόμμα, σοβαρότερο εν τοις πράγμασι, με σημαίνον κυβερνητικό παρελθόν και εξ αυτού κληρονομημένη κουλτούρα κρατικής διοίκησης, παραμένει θαμπό. Τεκμηριωμένο στις προτάσεις του, έλκει μια κάποια εμπιστοσύνη, αλλά ως εκεί. Δεν συναρπάζει. Ακόμη επιζεί εκλογικά ρευστοποιώντας την τεράστια πρόσοδο και ιστορική φόρτιση.
Ωστόσο, υπάρχει η αναλλοίωτη αλήθεια ότι «τα πάντα ρει» και το τοπίο ως τις επόμενες εκλογές ενδέχεται να είναι πλήρως διαφορετικό.
Το rotation των κυβερνητικών στελεχών δεν ήταν ίσως το πιο αναγκαίο, για μια κυβέρνηση εκτάκτου ανάγκης όπως είναι η κυβέρνηση Μητσοτάκη στην επαύριον της μνημονιακής εποχής. Μπορεί η υπουργική μονιμότητα να δημιουργεί προσωπικά «κάστρα» τα οποία προσπάθησε να κατεδαφίσει ο Πρωθυπουργός, αλλά οι νέοι υπουργοί χρειάζονται αναγκαίο χρόνο προκειμένου να ενημερωθούν στο αντικείμενό τους, να σχεδιάσουν και να δράσουν (πρώην υπουργός του ΠΑΣΟΚ είχε υπολογίσει αυτόν τον χρόνο περίπου στο εξάμηνο. Όταν συμπίπτει και με θερινή περίοδο, ο χρόνος αυτός διογκώνεται).
Το πρόβλημα είναι ότι επείγουσες ανάγκες δεν έχουν… κατανόηση στις υπουργικές ατζέντες. Επιβάλουν τη δυναμική τους και προκαλούν για τη λύση τους.
Ο Πρωθυπουργός θα πρέπει να εγκύψει εκ νέου στα προβλήματα κρατικής ανασυγκρότησης. Η δομή του κράτους, η νοοτροπία και η μακαριότητα του προσωπικού, υπονομεύουν τις προθέσεις του. Οι mega φωτιές για παράδειγμα, οφείλονται και στην κλιματική αλλαγή. Αλλά όχι μόνο σε αυτή.
Η πρόληψή τους δεν ήταν κυρίως έργο της κεντρικής κυβέρνησης. Ήταν όμως έργο της ο αμείλικτος έλεγχος των επιφορτισμένων φορέων (περιφέρειες, δήμοι κλπ) που έχουν την ευθύνη της πρόληψης. Μέσα στην αγχώδη, σχεδόν ετήσιας διάρκειας, προεκλογική περίοδο, δεν το έκανε. Πώς άλλωστε να δυσαρεστήσει τους ιμάντες μεταφοράς ψήφων;
Η «μεταρρυθμιστική επιτάχυνση» είναι η μόνη που θα ευνοήσει τον Μητσοτάκη να εγγράψει το όνομά του στη χορεία -και την ιστορία- των μεταρρυθμιστικών πρωθυπουργών της χώρας. Η διατήρηση ισορροπιών, η ικανοποίηση μικρών θυλάκων κοινωνικής φηφοδοτικής δύναμης, οι συμβιβασμοί, θα ανακυκλώνουν την αναποτελεσματική διακυβέρνηση.
Ως πρωθυπουργός βρέθηκε μια αιχμιακή στιγμή. Η πλειοψηφία δεν τον ψήφισε για τις μεταρρυθμίσεις. Λίγοι ήταν αυτοί που καταλάβαιναν ότι οι παγωμένες στο χρόνο δομές ήταν αντιπαραγωγικές για τη δημόσια οικονομία, άρα και για τους ίδιους. Τον ψήφισε για να απαλλαγεί από τη βάσανο του ΣΥΡΙΖΑ.
Αλλά αυτή είναι η ευκαιρία του. Η επίκαιρη αδυναμία της αντιπολίτευσης παραμένει απλώς επίκαιρη. Τίποτα δεν προδικάζει ότι θα είναι μόνιμη.