Του Γιάννη Σιδέρη
Ουδέν νεώτερον από τη συνέντευξη Τύπου του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ. Ήταν απλώς μια θεσμική, τυπική διεκπεραίωση, που παρήλθε, ως μη γενόμενη. Ο πρωθυπουργός απέπνεε την εικόνα της κατήφειας και της αμηχανίας, για ένα μέλλον που δεν μπορεί να διαμορφώσει ο ίδιος, και το οποίο παραπέμπει στις καλές προθέσεις των δανειστών ή… στη θεά τύχη.
Από την πολύωρη συνέντευξη συνήχθη ότι δεν υπάρχει κάποιο διαρθρωμένο πρόγραμμα ελληνικών δράσεων για να ξεφύγει η Οικονομία από το γκρίζο τοπίο της κατηφορικής αποσάθρωσης. Εναποθέτει τις ελπίδες του στο μέγιστο στόχο της μείωσης του χρέους, που θα άρει το επαχθές βάρος και θα επιτρέψει στο ελατήριο της οικονομίας να εκτιναχθεί. Υποστήριξε ότι είμαστε κοντά στη λύση, αλλά δεν τεκμηρίωσε με στοιχεία πόθεν αιτιολογείται αυτό. Χρησιμοποίησε μόνο το… παράπονο του φτωχού και αδικημένου «που έχει κάνει πολύ σκληρή προσαρμογή».
Φυσικά η ρύθμιση του χρέους εμπλέκεται όχι μόνο στις «εκλογικές αναμετρήσεις άλλων χωρών», όπως είπε, αλλά και στο κατά πόσο η χώρα έχει πραγματοποιήσει όσα έχει συνυπογράψει, αλλά αρνείται να ακολουθήσει.
Το μεγάλο πρόβλημα που αναδύθηκε είναι ότι η χώρα είναι έρμαιο των διαθέσεων των δανειστών. Δεν υπάρχει εναλλακτική, οπότε αν δεν υπάρξει ρύθμιση θα συνεχίσει να σέρνεται σε μια σισύφεια πορεία μέσα σε ένα άνυδρο τοπίο, χωρίς τέλος.
Ο πρωθυπουργός δεν ήταν πειστικός στο θέμα της ΕΛΣΤΑΤ, που άκαιρα ανέκυψε και υπονομεύει την κυβερνητική θέση ενόψει της δεύτερης αξιολόγησης. Ανήγαγε το θέμα σε διαμάχη που αφορά τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, και όχι τον ΣΥΡΙΖΑ! Ο ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκε στην εξουσία το ''15 «και αναγκαστήκαμε και πήγαμε σε μια συμφωνία χωρίς περιθώριο αμφισβήτησης των στοιχείων». Τώρα λοιπόν που τα αμφισβητούν οι κ.κ. Παπάς, Βούτσης, Κυρίτσης, Σκουρλέτης, κ.α. είναι αργά. Ο προϋπολογισμός του ''16, ο προϋπολογισμός του ''17 που θα κατατεθεί φέτος, ο σχεδιασμός του μεσοπρόθεσμου προγράμματος, οι διαπραγματεύσεις για την πρώτη αξιολόγηση που έγιναν και αυτές που θα γίνουν για τη δεύτερη, αλλά και η πολυπόθητη συζήτηση για τη μείωση του χρέους, θα στηριχθούν σε αυτά τα στοιχεία που «αφορούν τη διαμάχη ΝΔ –ΠΑΣΟΚ και όχι τον ΣΥΡΙΖΑ.
Στο επίκαιρο θέμα των καναλιών, ήταν σκληρά επιθετικός, ενώπιον ανθρώπων που χάνουν τη δουλειά τους. Υποστήριξε ότι τα κανάλια δεν τα κλείνει η κυβέρνηση αλλά… οι ιδιοκτήτες τους, και υποστήριξε ότι δεν διαμαρτυρήθηκαν οι εργαζόμενοι των καναλιών όταν έχασαν τη δουλειά τους οι συνάδελφοί τους της ΕΡΤ, γεγονός που απάγει της αληθείας, καθώς καθημερινά οι δημοσιογράφοι της ΕΡΤ ήταν στα δελτία ειδήσεων των ιδιωτικών καναλιών. Παράλληλα, τροφοδότησε τον κοινωνικό αυτοματισμό, ενώ υποστήριξε ότι η αγορά αυτορυθμίζεται, αυτός ένας αριστερός. Μα εδώ δεν πρόκειται περί αυτορρύθμισης της αγοράς αλλά για πολιτική απόφαση κατάργησης καναλιών. Εντυπωσιακό -και άκομψο- ήταν ότι σχεδόν προεξόφλησε την θετική απόφαση του ΣτΕ για το διαγωνισμό!
Τρεις παρατηρήσεις
Ενδεικτικά τα ανωτέρω. Το μείζον, όπως αναδύθηκε συμπερασματικά από την συνέντευξη, είναι πως έχει υπάρξει μια ποιοτική μεταβολή. Από το σύνολο των επαφών του στο εσωτερικό και διεθνώς, αλλά και από τις απαντήσεις στην συνέντευξη, προκύπτει ότι για πρώτη φορά δεν έκανε ασκήσεις αριστερής ρητορικής σχετικά με το μνημόνιο. Αποτελεί αυτό μια ένδειξη ότι πλέον έχει ενσωματωθεί στην λογική της εφαρμογής του -έστω και με δυσκολία για εσωκομματικούς και διαχειριστικούς λόγους.
Μια άλλη παρατήρηση αφορά στην απουσία οποιασδήποτε αναφοράς στις διαφορές του ΣΥΡΙΖΑ από την σοσιαλδημοκρατία, την οποία κατακεραύνωνε μέχρι πρόσφατα, όπως και για την κεντροαριστερά για την οποία μιλούσε απαξιωτικά. Αυτά σημαίνει ότι αποβλέπει στη λογική της «αλληλοενσωμάτωσης», δηλαδή σε δυνάμεις του ΠΑΣΟΚ, του ΣΥΡΙΖΑ, ακόμη και της Ένωσης Κεντρώων που μπορούν να συνυπάρχουν και να συγκυβερνούν. Για την παλιά γλώσσα του ΣΥΡΙΖΑ, αυτό σημαίνει «υποταγή του Τσίπρα στην λογική της αστικής διαχείρισης».
Η τρίτη παρατήρηση αφορά την δύσκολη περίοδο που ανοίγεται για την Ευρώπη και την Ελλάδα από την διαφαινόμενη αποδυνάμωση της Μέρκελ, την ενίσχυση της ακροδεξιάς και την υπερίσχυση ακραίων λογικών στην Γερμανία για το προσφυγικό. Αυτό αποτελεί κακό οιωνό για τη χώρα μας, καθώς οι Γερμανοί του AfD έχουν ως βασική θέση τους την διακοπή των δανείων προς την Ελλάδα και την έξοδο της χώρας μας από την ευρωζώνη. Το τι μέλλει γενέσθαι θα φανεί στη σύνοδο της Μπρατισλάβα, την Παρασκευή.
Εν τέλει: Η περίοδος του «ηρωισμού» έχει περάσει ανεπιστρεπτί για τον κ. Τσίπρα και τώρα βιώνει την περίοδο της ενσωμάτωσης. Αν αυτό βγάλει τη χώρα από την χρεοκοπία και την καθήλωση, θα είναι θετικό και θα το εισπράξει πολλαπλώς και για χρόνια. Αν όχι, δεν θα αποφύγει τη δυσχερή θέση του απολογούμενου στη χώρα και το κόμμα του…