Η χώρα αυτή, κατά περιόδους, ακόμη και όταν οι συνθήκες ήταν δύσκολες ή και ζοφερές, ευτύχησε να έχει στους κόλπους της, ανθρώπους που θυσίασαν περιουσίες ολόκληρες, προκειμένου να αφήσουν κάτι στους απογόνους για να τους διευκολύνουν τη ζωή και να τους μνημονεύουν. Είναι οι γνωστοί εθνικοί ευεργέτες.
Η προσφορά τους, δεν είχε μόνο υλική υπόσταση, αλλά και ηθική. Δημιουργούσε ένα παράδειγμα βίου, μια διαρκή υπόμνηση της υπεροχής του συλλογικού έναντι του ατομικού, της προσφοράς στην πατρίδα, στην κοινωνία, στα κοινά χωρίς να περιμένουν ανταπόδοση.
Ονόματα όπως ο Α. Συγγρός, ο Γεώργιος Αφέρωφ, ο Κωνσταντίνος Ζάππας, ο Αποστόλης Αρσάκης, ο Ιωάννης Λεοντής (Βαρβάκης), ο Ιωάννης Γεννάδιος, ο Ζώρζης Δρομοκαΐτης, ο Γεώργιος Ζαρίφης, οι Ζωσιμάδες, ο Μαρίνος Κοραλένιος, η Ευθυμία Κουμουνδούρου, ο Γρηγόριος Μαρασκλής, ο Εμμανουήλ Μπενάκης, ο Ιωάννης Σισμανόγλου, ο Βασίλης Σιβιτανίδης, ο Μιχαήλ Τοσίτσας, ο Παναγής Χαροκόπος, ο Ευγένιος Ευγενίδης, ο Πρόδρομος Μποδοσάκης Αθανασιάδης, ο Αριστοτέλης Ωνάσης, ο Γιάννης Λάτσης, ο Σταύρος Νιάρχος, άφησαν πίσω τους έργα, ιδρύματα, υποτροφίες, δωρεές, εμπλουτίζοντας την ιστορία και την κοινωνία. Δικαίως του μνημονεύουμε κάθε 30 Σεπτεμβρίου, από το 2007 που καθιερώθηκε ως ημέρα μνήμης του.
Σε αντιδιαστολή με τότε, σήμερα, είμαστε υποχρεωμένοι να κάνουμε μία πικρή διαπίστωση. Ένα μεγάλο μέρος της επιχειρηματικής ελίτ, φαίνεται πως έχει λησμονήσει τον παιδαγωγικό της ρόλο στην κοινωνία.
Ελέγχοντας αμέσως ή εμμέσως μεγάλους ειδησεογραφικούς ομίλους, ανέχονται (;) ή/και εγκρίνουν την μετάδοση εκπομπών, οι οποίες κάθε άλλο παρά λειτουργούν εποικοδομητικά. Τα λεγόμενα «πρωινάδικα» ή «μεσημεριανά» αλλά και πολλά μεταμεσονύχτια προϊόντα, είναι παράδειγμα προς αποφυγή ως προς έναν από τους βασικούς ρόλους που πρέπει να διαδραματίζουν τα ΜΜΕ, αυτόν της διαπαιδαγώγησης, της αισθητικής αγωγής, του ηθικού παραδείγματος.
Στο σύνολό τους, οι εκπομπές αυτές καλλιεργούν την α-πολίτικη ή/και την αντί-πολιτική στάση των πολιτών, δημιουργώντας έτσι ένα φιλόξενο και γόνιμο περιβάλλον για την ανάπτυξη και προώθηση ιδεολογιών εχθρικών προς τις αρχές και αξίες της ανοιχτής κοινωνίας.
Είναι το περιβόλι, όπου ανθίζουν τα άνθη του κακού και μεταφέρουν τη θανατηφόρα γύρη τους στην κοινωνία. Είναι το εκκολαπτήριο αντιλήψεων, οι οποίες, σε τελική ανάλυση θα στραφούν πρώτα απ’ όλα στις ίδιες τις ελίτ της κοινωνίας, στο όνομα του αντισυστημικού αγώνα.
Στο όνομα της ελευθερίας του Λόγου, παρουσιαστές και διασκεδαστές, ενδεδυμένοι τη λεοντή του δημοσιογράφου, εκστομίζουν απερίγραπτες ανοησίες, εκφέρουν γνώμη επί παντός του επιστητού, κρίνουν, δικάζουν και καταδικάζουν μέσα από τις τηλεοπτικές οθόνες. Η κουλτούρα των τηλεοπτικών «παραθύρων», ενός ιδιόμορφου και αντιαισθητικού καφενέ, αποτελεί πεδίο δόξης λαμπρό για κάθε είδους εθισμένων στην τηλεοπτική προβολή, την ανούσια υπερβολή και τη μηδαμινή συμβολή σε άκρως σημαντικά ζητήματα. Η αποθέωση του μηδέν στην επικράτεια του τίποτα.
Η ανάδειξη θετικών παραδειγμάτων, σοβαρών προτάσεων, ποιοτικών προτάσεων μουσικής, θεάτρου, λογοτεχνίας, κινηματογράφου, αποτελούν για τις «συλλογικότητες» αυτές, terra incognita.
Όπως οι τηλε-ευαγγελιστές στις ΗΠΑ αποτέλεσαν τον μηχανισμό διάδοση των «μετα-πολιτικών» θεωριών του Τραμπ, έτσι και οι εκπομπές αυτές μεταφέρουν το μήνυμα της «αντισυστημικής στάσης» των πολιτών. Ανάμεσα στο αβυσσαλέο ντεκολτέ μιας παρουσιάστριας και την εξομολόγηση των ερωτικών περιπετειών ενός καλεσμένου, εμφιλοχωρούν η απαξία της πολιτικής στάσης απέναντι στην πραγματικότητα, η αμφισβήτηση των προσπαθειών για ένα καλύτερο αύριο και τα εγκώμια ενός τρόπου ζωής που οδήγησε τη χώρα στην τελευταία της χρεοκοπία.
Το είδαμε, άλλωστε, κατά την περίοδο της πανδημίας, όταν έδιναν βήμα για να αναπτύξουν τις αντιεπιστημονικές και αντικοινωνικές τους απόψεις διάφοροι ψευδεπίγραφοι «επιστήμονες» αντιεμβολιαστές, θέτοντας σε κίνδυνο την υγειονομική ασφάλεια ολόκληρης της κοινωνίας.
Το ερώτημα που τίθεται αβίαστα είναι απλό: γιατί το ανέχονται αυτό οι ιδιοκτήτες των ΜΜΕ; Μία απάντηση θα ήταν: γιατί αυτό θέλει ο κόσμος. Η απάντηση, όμως, αυτή, δεν αντέχει στον έλεγχο της κριτικής, ακόμη και αν χρησιμοποιήσουμε το «Ευαγγέλιο» αυτού του χώρου, τις τηλεοπτικές μετρήσεις. Είναι άφθονα τα παραδείγματα ποιοτικών εκπομπών που προσελκύουν την προσοχή του κοινού. Στη συντριπτική του πλειονότητα, ωστόσο, ανήκουν στην κρατική τηλεόραση, η οποία φαίνεται πως ανταποκρίνεται στον παιδαγωγικό της ρόλο.
Ίσως, είναι η ώρα, τώρα πριν είναι αργά και θεριέψει το τέρας του αντισυστημισμού, αυτό το τμήμα της ελίτ, να αναστοχαστεί και να αναθεωρήσει τη στάση της. Η επίκληση μόνο των επιχειρηματικών συμφερόντων, δεν επαρκεί για την αιτιολογία αυτής της ανοχής/στάσης.
Η κοινωνία για να πάει μπροστά, θα πρέπει να διαθέτει πάντα ένα ενεργό, λειτουργικό και αποτελεσματικό κοινωνικό συμβόλαιο με την ελίτ. Ένα συμβόλαιο το οποίο θα διασφαλίζει τόσο την εύρυθμη λειτουργία, όσο και την καλλιέργεια της έντιμης, βάσει αρχών πολιτική δράση και αντιπαλότητα, τη συμμετοχή των πολιτών στα κοινά, τον ορθό λόγο και την ανάδειξη της εθνικής ταυτότητας μέσα στην ευρωπαϊκή οικογένεια.
Ίσως είναι η ώρα, τώρα πριν είναι αργά και θεριέψει το τέρας του αντισυστημισμού, αυτό το τμήμα της ελίτ, να αναστοχαστεί και να αναθεωρήσει τη στάση της. Η επίκληση μόνο των επιχειρηματικών συμφερόντων, δεν επαρκεί για την αιτιολογία αυτής της ανοχής/στάσης. Μόνο τότε θα διασφαλίσουν ότι οι επόμενες γενιές θα διατηρήσουν μνήμη αγαθή για τα πεπραγμένα της απέναντι στην πατρίδα, την κοινωνία και το μέλλον.