Την έκθεση «Ένδυμα Ψυχής» εγκαινίασε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου στο Μουσείο της Ακρόπολης, επίκεντρο της οποίας είναι η παραδοσιακή ελληνική φορεσιά, μια έκθεση με εικαστικό βάθος και μεγάλη πολιτισμική σημασία.
«Με ιδιαίτερη χαρά εγκαινιάζω σήμερα την έκθεση «Ένδυμα Ψυχής», την τόσο δημιουργική επαναπροσέγγιση της εθνικής μας ενδυμασίας, χάρη στην έμπνευση του φωτογράφου Βαγγέλη Κύρη και του καλλιτέχνη της βελόνας Ανατόλι Γεωργίεφ. Χαίρομαι πολύ που η έκθεση αυτή βρίσκει στο Μουσείο της Ακρόπολης τον χώρο για να αναπτυχθεί πλήρως, χάρη στην πρωτοβουλία του Ιδρύματος Μαριάννας Β. Βαρδινογιάννη, με τη σύμπραξη του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου και του Ιστορικού Μουσείου Κρήτης.
Θέλω επίσης να συγχαρώ τον γενικό διευθυντή του Μουσείου της Ακρόπολης Νίκο Σταμπολίδη, που ανταποκρίθηκε ενθουσιωδώς στην ιδέα να φιλοξενηθούν στην αίθουσα περιοδικών εκθέσεων του Μουσείου αυτές οι έξοχες δημιουργίες, συμπληρωμένες μάλιστα με δύο ξεχωριστά έργα που αναφέρονται στην αρχαιότητα. Με αυτή την επιλογή υπογραμμίζεται η διαχρονική ανάγκη του ανθρώπου να διακοσμήσει το ένδυμα, με βάση τη συμβολική λειτουργία του, το προσωπικό γούστο, τις αισθητικές αντιλήψεις, αλλά και τις κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες της εποχής, και γεφυρώνεται η φιλοκαλία των αρχαίων με την καλαισθησία της λαϊκής παράδοσης».
Και συνεχίζει «γιατί επίκεντρο της έκθεσης είναι η παραδοσιακή ελληνική φορεσιά. Λιτή ή βαρύτιμη, καθημερινή ή γιορτινή, ολοκέντητη και χρυσοπλουμισμένη, δεν είναι απλό ένδυμα. Είναι ένα σύνθετο σημειολογικό πορτρέτο του ανθρώπου που τη φορά: κάθε χρώμα, κάθε διακοσμητικό στοιχείο, ακόμα και το είδος των υφασμάτων και η εναλλαγή τους ενέχουν κάποιο συμβολισμό, έκδηλο στην κοινότητα της εποχής, αινιγματικό και σαγηνευτικό για μας, τους επιγόνους. Θαυμασμός μας πλημμυρίζει μπροστά στην ομορφιά αυτών των φορεσιών, δέος στη σκέψη των αμέτρητων ωρών που πέρασαν υφάντρες, κεντήστρες και ραφτάδες με τη σαΐτα και το βελόνι για να δημιουργήσουν τόσο περίτεχνα σχέδια, τόσο λεπτεπίλεπτα στολίδια.
Μας καταλαμβάνει, όμως, ταυτόχρονα, και μια ζωογονητική εντύπωση διαλόγου μ’ αυτά τα ρούχα που κάποτε φορέθηκαν από πρόσωπα ιστορικά – από το γιλέκο του Κολοκοτρώνη και το μεταξωτό αντερί του Δημητρίου Βούλγαρη, ως το μενεξεδί φουστάνι της κυρά-Φροσύνης. Δεν είναι μόνο ότι ατενίζοντάς τα αισθανόμαστε πως ψηλαφούμε τον βίο των προγόνων μας, τα ήθη και τα έθιμά τους, τις θρησκευτικές πεποιθήσεις τους, τις νοοτροπίες και τις ιεραρχήσεις της μικροκοινωνίας τους, όπως και τις αντιλήψεις τους για τον καλλωπισμό και τη διακόσμηση του σώματος.
Είναι και ότι η φωτογραφική τους αναπαράσταση στο σήμερα και η κεντητική επεξεργασία των τυπωμένων στον καμβά φωτογραφιών μας μιλούν για τη διαχρονική αξία της χειροτεχνίας. Για την κατάφαση στο χειροποίητο που διεκδικεί συνεχώς έδαφος στην αποστεγνωμένη από χυμούς τεχνολογική εποχή μας, για την επάνοδο σε αξίες από καιρό λησμονημένες, αυτές που προσέδιδαν νόημα στην καθημερινότητα και περιεχόμενο στις πιο απλές εκδηλώσεις της.
«Το χέρι είναι το παράθυρο προς το πνεύμα», έλεγε ο Καντ. Βλέποντας τα έργα αυτά, τα αυστηρά και ωραία πρόσωπα με τις μοναδικές παραδοσιακές μας φορεσιές απ’ όλη την Ελλάδα πάνω στις οποίες ένα σύγχρονο χέρι έχει προσθέσει με λίγες χρωματιστές κλωστές ένα μοτίβο, ένα πλουμίδι, μια λεπτομέρεια, διακρίνει κανείς την άλω της πνευματικότητας που τα περιβάλλει, μέσα στη δραματική σκηνογραφία που στήνει ο φωτογράφος. Και είναι αυτές οι χειροτεχνικά λεπτοδουλεμένες αναπαραστάσεις ένα νεύμα προς το παρελθόν, που γίνεται γόνιμη σπορά για το μέλλον.
Θέλω να συγχαρώ θερμά τους καλλιτέχνες, καθώς και όλους όσους εργάστηκαν για την πραγματοποίηση αυτής της έξοχης έκθεσης, μιας έκθεσης με εικαστικό βάθος και μεγάλη πολιτισμική σημασία» ανέφερε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας στον χαιρετισμό της.