Για την πανώλη των αιγοπροβάτων και την κατάσταση που επικρατεί μίλησε ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Κώστας Τσιάρας, στο Πρώτο Πρόγραμμα.
Όπως χαρακτηριστικά υπογράμμισε, «Πρέπει λίγο να έχει κανείς μια γνώση σχετικά με το τι ακριβώς συμβαίνει με την πανώλη ως ζωονόσο, η οποία δημιουργεί πολύ μεγάλους κινδύνους για το ζωικό μας κεφάλαιο. Θέλω λοιπόν, να ξεκαθαρίσω μέσα από αυτή μας την επικοινωνία ότι η διακίνηση των ζώων εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης διέπεται από συγκεκριμένους κανόνες και από συγκεκριμένη νομοθεσία. Πιο συγκεκριμένα, ζώα τα οποία διακινούνται εντός Ευρώπης διακινούνται απλά και μόνο με τα πιστοποιητικά και την έκθεση του κτηνιάτρου της χώρας εξαγωγής. Αντιλαμβάνεστε λοιπόν ότι δεν τίθεται κανένα άλλο ζήτημα ελέγχων».
«Έχουμε καταφέρει να περιορίσουμε σε πολύ μεγάλο βαθμό την επέκταση της νόσου»
«Όλα αυτά τα οποία ακούγονται και λέγονται έχουν λειτουργήσει με μια διαδικασία που προβλέπει η ίδια η νομοθεσία και από κει και πέρα, όταν διαπιστώνεται το συγκεκριμένο κρούσμα ή η συγκεκριμένη ζωονόσος, εμείς είμαστε υποχρεωμένοι να εφαρμόσουμε την ευρωπαϊκή οδηγία, την 6 87 του 2020, η οποία προβλέπει συγκεκριμένες δράσεις και συγκεκριμένα βήματα για την αντιμετώπιση της. Γι’ αυτό το λόγο ακριβώς και έχουμε καταφέρει αυτό το χρονικό διάστημα να περιορίσουμε σε πολύ μεγάλο βαθμό την επέκταση της νόσου, κάτι το οποίο θα μπορούσα να σας πω χαρακτηριστικά δεν έχουν καταφέρει άλλες χώρες», επισήμανε.
«Σας λέω λοιπόν, ότι η Ρουμανία, η οποία ανακοίνωσε κρούσμα πανώλης δέκα μέρες μετά την Ελλάδα, έχει προβεί σε θανάτωση περισσότερων από 200 χιλιάδων ζώων. Και σκεφθείτε ότι η Ελλάδα αυτή τη στιγμή έχει προβεί σε θανάτωση πολύ μικρού αριθμού ζώων σε σχέση με την έκταση την οποία θα μπορούσε να έχει πάρει η νόσος. Και ο αριθμός αυτός μπορεί να είναι 15 με 16.000 θανατώσεις ζώων. Από τη στιγμή λοιπόν, που έχουμε βρει τα κρούσματα, θα έχουμε και τον ακριβή αριθμό. Υπάρχει μια επικαιροποίηση των στοιχείων η οποία δίνεται κάθε φορά σε μια κεντρική ενημέρωση. Το ζήτημα όμως, είναι ότι και πάλι ο αριθμός των ζώων που έχουν θανατωθεί σε σχέση με την έκταση που θα μπορούσε να πάρει η νόσος είναι πάρα πολύ μικρός», δήλωσε.
Έπειτα, ο κ. Κώστας Τσιάρας τόνισε ότι «Έχει πολύ μεγάλη σημασία να υπάρχει ουσιαστικά η συνεργασία με όλους τους συναρμόδιους φορείς και κυρίως με τους ίδιους τους κτηνοτρόφους, οι οποίοι θα πρέπει με κάθε τρόπο να είναι σε επικοινωνία με τις κτηνιατρικές αρχές και να αναφέρουν οτιδήποτε μπορεί να υπάρχει σε αυτούς. Ο κίνδυνος δεν αφορά στη δημόσια υγεία. Αφορά στην ίδια την οικονομία, στο ζωικό μας κεφάλαιο, στα οικονομικά δεδομένα των κτηνοτρόφων που μπορεί να βλέπουν τα κοπάδια τους να χάνονται. Αφορά στις συνέπειες των τοπικών κοινωνιών σε ό,τι αφορά την ίδια την οικονομία».
«Εγώ θέλω να είμαι ειλικρινής. Όταν υπάρχουν προϊόντα τα οποία παίζουν έναν πρωταγωνιστικό ρόλο στον εξαγωγικό τομέα, όπως είναι η φέτα ή όπως είναι η γραβιέρα Κρήτης ή τα γαλακτοκομικά γενικότερα, αντιλαμβάνεστε ότι μιλάμε για ένα διακύβευμα που αφορά σε ένα πολύ μεγάλο βαθμό στην εθνική μας οικονομία. Άρα, όσο πιο γρήγορα κλείσουμε τον κύκλο της επέκτασης της πανώλης και καταφέρουμε να την περιορίσουμε, να την απομονώσουμε-και δεν αφορά πλέον σε αν θέλετε μεγαλύτερη διάδοση από αυτή που έχουμε καταγράψει μέχρι τώρα-τόσο μικρότερη θα είναι η ζημιά που θα υποστούμε ως χώρα και τόσο πιο εύκολα θα μπορούμε να επανέλθουμε και στην παγκόσμια αγορά, αλλά πολύ περισσότερο να δημιουργήσουμε μια συγκεκριμένη προοπτική για το ζωικό μας κεφάλαιο (…)», επισήμανε.
Και στη συνέχεια πρόσθεσε «Η ευρωπαϊκή νομοθεσία προβλέπει ότι για να γίνει διακίνηση ζώων μεταξύ χωρών, κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο έλεγχος γίνεται από τη χώρα εξόδου από τη χώρα εξαγωγής. Και εκεί σταματάει, διότι εκεί υπάρχει το δεδομένο της καλής πίστης μεταξύ των χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και η εσωτερική διαδικασία των ελέγχων που αφορούν και στην υγεία των ζώων, αλλά και σε όλα τα δεδομένα τα οποία μπορούν να τα συνοδεύουν. Άρα, λοιπόν, εκεί σταματάει ακριβώς. Προσέξτε όμως, πρέπει να έχουμε υπόψη μας και το εξής: Όταν μιλάμε για την πανώλη, μιλάμε για μία ζωονόσο, ο χρόνος επώασης της οποίας είναι μια ίωση στην πραγματικότητα και διαρκεί είκοσι δύο μέρες».
«Θέλω να σας πω με απλά λόγια ότι θα μπορούσε ενδεχομένως να έχουν εισαχθεί θεωρητικά στην Ελλάδα κάποια ζώα τα οποία να είναι απολύτως υγιή φαινομενικά και μετά από 20 μέρες να εκδηλώσουν τη νόσο. Αυτό είναι κάτι που κανείς δεν μπορεί ούτε να το δει, ούτε να το ελέγξει, ούτε πολύ περισσότερο να το προβλέψει. Τώρα, το να έχουν ελεγχθεί πλημμελώς στη Ρουμανία δεν μπορώ να το γνωρίζω, ούτε μπορώ να δώσω τέτοιου είδους απάντηση, όπως καταλαβαίνετε. Το θέμα είναι ότι έχουμε ήδη προαναγγείλει τη σύσταση μιας ειδικής επιτροπής με εμπειρογνώμονες, οι οποίοι θα μελετήσουν και την επιδημιολογική πορεία της νόσου, αλλά πολύ περισσότερο και την αιτία, το λόγο για τον οποίον έχουμε αυτό το σοβαρό πρόβλημα στο ζωικό μας κεφάλαιο», ανέφερε.
«Και αυτή τη στιγμή μπορώ να σας πω ότι έχουν σταματήσει οι εισαγωγές στην Ελλάδα από τη Ρουμανία. Και αυτό γιατί η ίδια η ρουμανική πλευρά, με δικό της έγγραφο, προφανώς ευαισθητοποιημένη για αυτό που έχει συμβεί στο δικό της ζωικό κεφάλαιο, ζήτησε από μόνη της να σταματήσει αυτή η διαδικασία. Αλλά δεν είναι εκεί το ζήτημά μας (…)», δήλωσε.
Για τις αποζημιώσεις των κτηνοτρόφων
Τέλος, αναφορικά με το τι θα γίνει με τις αποζημιώσεις των κτηνοτρόφων, ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, σημείωσε, «Χθες απέστειλα επιστολή και στους δύο Ευρωπαίους Επιτρόπους Γεωργίας και Αλιείας, αλλά και στην Επίτροπο, την κα Κυριακίδου, που η ευθύνη της είναι τα τρόφιμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, την Κύπρια Επίτροπο, όπως επίσης και σε όλους τους ομολόγους μου, προκειμένου να ληφθεί μια πρόνοια και να αναλάβουμε να πάρουμε κάποια μέτρα και προς την κατεύθυνση των οικονομικών ενισχύσεων για όλους αυτούς τους ανθρώπους που βλέπουν το ζωικό τους κεφάλαιο να απομειώνεται. Αυτό βεβαίως αρχίζει να γίνεται πρόβλημα ευρωπαϊκό και θέλω να πιστεύω ότι θα υπάρξει μια γενικότερη, αν θέλετε θετική προσέγγιση σε αυτό μου το αίτημα».
Και κατέληξε λέγοντας ότι «διότι, ξέρετε, δεν είναι μόνο η πανώλη, η οποία αυτή τη στιγμή δημιουργεί ένα ζήτημα στην ελληνική κτηνοτροφία. Θυμηθείτε πρόσφατα με τον «Ντανιέλ» ότι η περιοχή της Θεσσαλίας, που είναι βασικός πυλώνας της εθνικής μας κτηνοτροφίας και εκεί είδαμε, τότε, εκείνη την περίοδο να υπάρχει μεγάλη απομείωση του ζωικού κεφαλαίου και να υπάρχουν πάρα πολλά προβλήματα με τα ζώα και την κτηνοτροφία. Άρα, μιλάμε για μία χώρα η οποία έχει πολύ ταλαιπωρηθεί τα τελευταία χρόνια σε ό,τι αφορά το ζωικό κεφάλαιο και γι’ αυτό το λόγο ζήτησα και από τους δύο Επιτρόπους, αλλά και από τους ομολόγους μου στην Ευρωπαϊκή Ένωση να πάρουμε από κοινού αποφάσεις προκειμένου να στηρίξουμε την κτηνοτροφία, όπου υπάρχουν τέτοιου είδους προβλήματα, βεβαίως και στη χώρα μας, στην Ελλάδα».