Δεν συμφωνεί με την εφαρμογή του νόμου για την περικοπή των συντάξεων το Κίνημα Αλλαγής, ζητώντας την κατάργηση του. Αυτό διεμήνυσαν οι κ. Χρήστος Πρωτόπαππας και Φίλιππος Σαχινίδης στους εκπροσώπους των θεσμών οι οποίοι ζήτησαν και τους συνάντησαν την περασμένη Τρίτη, σύμφωνα με σημερινή ενημέρωση του Κινήματος.
Σύμφωνα με τις θέσεις του Κινήματος Αλλαγής «οι δεσμεύσεις του κ. Τσίπρα για την επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων της τάξης του 3,5% του ΑΕΠ ως το 2022, καθηλώνουν την οικονομία, υπονομεύουν την προοπτική της ανάπτυξης και την κοινωνική συνοχή»
Τα στελέχη του Κινήματος Αλλαγής κατέστησαν σαφές στους θεσμούς, όπως επισημαίνεται, ότι: «Ήταν μεγάλο λάθος να συμφωνηθεί ότι οι στόχοι για τα πλεονάσματα θα στηριχθούν στην υπερφορολόγηση. Υπέρμετρη φορολογία και υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης δεν συμβαδίζουν, εξοντώνουν νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Η κατάσταση που διαμορφώνεται επηρεάζει αρνητικά την κατανάλωση, αποθαρρύνει τις επενδύσεις. Είναι επιβεβλημένο να αναθεωρηθούν αυτοί οι στόχοι, ώστε να εξασφαλισθεί οριστικά η έξοδος της Ελλάδας από την κρίση. Να δημιουργηθεί δημοσιονομικός χώρος για μείωση της φορολογίας και ανάπτυξη κοινωνικών υποδομών»
Επίσης για το ασφαλιστικό επισημάνθηκε:
«Αποδείχθηκε μοιραίο λάθος για το Ασφαλιστικό Σύστημα της χώρας η εγκατάλειψη το 2015 της μεταρρύθμισης (Λοβέρδου-Κουτρουμάνη). Τη στιγμή μάλιστα που σύμφωνα με τις εκθέσεις της Ε.Ε. διασφάλιζε τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος της χώρας.
Ο νόμος Κατρούγκαλου που έφεραν οι ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ είναι άδικος. Οδηγεί σε περαιτέρω φτωχοποίηση τους συνταξιούχους έχουν υποστεί τις μεγαλύτερες περικοπές από οποιαδήποτε άλλη χώρα της Ε.Ε. Οι "νέες" συντάξεις που εκδίδονται μετά το 2016 με την εφαρμογή του νόμου, είναι σοβαρά μειωμένες. Ήδη περίπου 80.000 "νέοι" συνταξιούχοι το έχουν υποστεί. Παράλληλα έχει γίνει δραματική η κατάσταση των συντάξεων χηρείας, με τις πραγματικά κοινωνικά ανάλγητες διατάξεις του νόμου. Το χειρότερο όμως οδηγεί σε αδιέξοδο το Ασφαλιστικό Σύστημα. Γιατί αντιστρατεύεται κάθε λογική ανταποδοτικότητας των εισφορών, δημιουργεί κίνητρα εισφοροδιαφυγής».
Τονίστηκε ακόμη ότι ο νόμος αυτός δεν πρέπει να εφαρμοστεί και πρέπει να αλλάξει συνολικά. «Ένα νέο δίκαιο, βιώσιμο σύστημα που εγγυάται το μέλλον της Κοινωνικής Ασφάλισης είναι αναγκαίο».
Σε ότι αφορά τις περικοπές του 2019 που έχουν προνομοθετηθεί από την κυβέρνηση στο Κίνημα Αλλαγής δηλώνουν αρνητικοί, διότι, όπως τονίζουν, φτωχοποιούν πέρα από τους νέους συνταξιούχους και τους παλαιότερους. «Για αυτό καταθέσαμε σχετική πρόταση νόμου για την μη εφαρμογή τους και επιμένουμε σε αυτή. Οι συντάξεις όσων είχαν συνταξιοδοτηθεί πριν την εφαρμογή του νόμου Κατρούγκαλου σφαγιάζονται με ευθύνη του κ. Τσίπρα, ως δήθεν αντίβαρο για να κερδίσει τα αντίμετρα όταν γινόταν η συζήτηση για το μεσοπρόθεσμο. Επισημαίνουμε ότι σε ένα τέτοιο σοβαρό θέμα δεν χωρούν "κόλπα'' περί απλής αναβολής του μέτρου, για λίγους μήνες, απλά και μόνο για τις εκλογικές ανάγκες του κ. Τσίπρα» υποστηρίζουν.
Στο Κίνημα Αλλαγής υπογραμμίζουν ότι η περαιτέρω παραμονή της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ «βλάπτει τη χώρα γιατί είναι κατώτερη των αναγκών και ούτε θέλει, ούτε ξέρει, ούτε μπορεί να προχωρήσει τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις για μεγάλες διαρθρωτικές αλλαγές. Αντίθετα ξεκίνησαν ανεξέλεγκτες προσλήψεις με προσωρινές συμβάσεις στο δημόσιο με πολιτικά και αδιαφανή κριτήρια. Έστησαν φωτογραφικές προδιαγραφές για τους γενικούς γραμματείς. Εγκατέλειψαν τον ευαίσθητο κοινωνικά χώρο της υγείας και επιδίδονται σε ιδεοληπτικές παρεμβάσεις και οδηγούν σε σημαντική οπισθοχώρηση την παιδεία και την εκπαίδευση, ενώ διαλύουν με αυθαίρετες παρεμβάσεις την τοπική αυτοδιοίκηση».
«To Κίνημα Αλλαγής είναι παράταξη ευθύνης, παράγοντας πολιτικής σταθερότητας, γέφυρα της αναγκαίας συνεννόησης των πολιτικών δυνάμεων. Αναγκαία προϋπόθεση για την ανάπτυξη, τις προοδευτικές αλλαγές και τη στήριξη αποτελεσματικών πολιτικών κοινωνικής συνοχής. Όμως η χώρα δεν μπορεί να προχωρήσει με το ασφυκτικό πλαίσιο δεσμεύσεων που έχει αναλάβει ο κ. Τσίπρας, χρειάζονται σε συνεννόηση με τους εταίρους οι απαραίτητες βελτιώσεις και αλλαγές», αναφέρουν ζητώντας ως αναγκαία και πολιτική αλλαγής και αλλαγή πολιτικής, ώστε να ανακτηθεί και η αξιοπιστία της χώρας».