Η παραμονή του Κωνσταντίνου Φλώρου στο αξίωμα του Α/ΓΕΕΘΑ, αποτελεί απόδειξη πως η κυβέρνηση έχει πλήρη εμπιστοσύνη στις ικανότητές του και κυρίως πως αποδέχεται την αντίληψη που έχει για την αντιμετώπιση, επί του πεδίου, της τουρκικής προκλητικότητας αν αυτή λάβει τη μορφή πολεμικού επεισοδίου. Επ' αυτού, τα πολλά λόγια είναι φτώχεια. Στους λεονταρισμούς του Ερντογάν απαντάμε με τους εξοπλισμούς των Ενόπλων Δυνάμεων και την αποφασιστικότητά μας που έχει όλα τα χαρακτηριστικά μιας επιτυχούς πολιτικής της αποτροπής.
Να μην έχουμε αυταπάτες. Οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις «δεν έρχονται ξαφνικά ένα βράδυ» όχι γιατί δε θέλουν, αλλά γιατί δεν μπορούν. Γνωρίζουν τι θα αντιμετωπίσουν, αλλά δε γνωρίζουν σε ποιο ή σε ποια σημεία θα αντιμετωπίσουν την ελληνική απάντηση. Αυτό ακριβώς είναι το δόγμα Φλώρου. Επιγραμματικά, οι Τούρκοι θέλουν αλλά δεν μπορούν.
Είναι γεγονός πως οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις δέχονται επιθέσεις από ένα συγκεκριμένο πολιτικό χώρο. Και αυτή η επίθεση έχει δύο σκέλη.
Σκέλος πρώτο: η καταψήφιση όλων των συμφωνιών για τον εξοπλισμό τους. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης έφτασε στο έσχατο σημείο εθνικής ανευθυνότητας να δηλώσει στο Γάλλο πρέσβη πως θα επαναδιαπραγματευτεί την ελληνογαλλική αμυντική συμφωνία, κάτι που σημαίνει σημαντική καθυστέρηση, αν όχι ματαίωση της ενίσχυσης της Αεροπορίας μας και του Ναυτικού μας. Μέχρι και τις αμυντικές δαπάνες του προϋπολογισμού καταψήφισε η αξιωματική αντιπολίτευση. Πλήρης άρνηση που εγείρει ερωτηματικά για τα κίνητρα αυτών των ανθρώπων. Ιδεοληπτικοί ή κάτι άλλο;
Σκέλος δεύτερο: η αήθης επίθεση που δέχτηκε ο ίδιος ο Α/ΓΕΕΘΑ πως το τηλέφωνό του το παρακολουθούσε το Μέγαρο Μαξίμου, μέσω της ΕΥΠ. Αποτελεί πρωτοφανές γεγονός για τα μεταπολιτευτικά χρονικά η απόπειρα να εμπλακεί το στράτευμα στην κομματική αντιπαράθεση, με ταυτόχρονη υπονόμευση της δραστηριότητας της ΕΥΠ.
Είναι απορίας άξιον πώς ένας παρακρατικός μηχανισμός που στήθηκε στο εσωτερικό της ΕΥΠ, επί πολλά χρόνια, δεν έχει εξαρθρωθεί ακόμα. Θύλακες, διάφορα παραμάγαζα, που αυτονομήθηκαν και τώρα παίζουν ένα πολύ συγκεκριμένο παιχνίδι πολιτικής αποσταθεροποίησης. Γιατί το σκάνδαλο δεν είναι οι παρακολουθήσεις -αυτή είναι η δουλειά μιας μυστικής υπηρεσίας-αλλά το γεγονός πως υπάρχουν επίορκα στελέχη της που εκτελούν διατεταγμένη κομματική υπηρεσία, υπονομεύοντας πρωτίστως το κύρος της ΕΥΠ.
Στα οικονομικά εγκλήματα λέμε «παρακολούθησε την πορεία του χρήματος». Στην προκειμένη περίπτωση πρέπει να κάνουμε την αντίστροφη διαδρομή. Να ξεκινήσουμε από τον κλεπταποδόχο της παρανόμως κτηθείσας πληροφορίας -δηλαδή των κλοπιμαίων- για να φτάσουμε στους φυσικούς αυτουργούς. Για να φτάσουμε στους ενόχους.
Με μια τέτοια μεθόδευση επιχειρήθηκε να πληγεί και ο Α/ΓΕΕΘΑ Κωνσταντίνος Φλώρος. Προφανώς, η παρουσία του δεν ενοχλεί μόνον τους Τούρκους, αλλά και κάποιους εντός Ελλάδος. Πάντως, η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων χαιρέτισε την ανανέωση της θητείας του, καθώς με την παρουσία του παρέχει αυτό το αίσθημα της εθνικής ασφάλειας που είναι απαραίτητο σε κάθε κοινωνία. Πολύ δε περισσότερο όταν αυτή συνεχώς απειλείται από έναν επιθετικό γείτονα.