Όταν τον Ιούνιο του 2023 η κυβέρνηση λάμβανε στις εθνικές εκλογές ποσοστό σχεδόν 41%, η ερμηνεία, που δόθηκε από πολλούς, μεταξύ αυτών, και κυβερνητικά στελέχη, ήταν ότι οι πολίτες επιβράβευαν την πολιτική της πρώτης τετραετίας και ταυτόχρονα έδιναν το πράσινο φως για την υλοποίηση του προτεινόμενου κυβερνητικού έργου και των δεσμεύσεων, που αναλάμβανε ο Κυριάκος Μητσοτάκης για έναν «πολυδιάστατο εκσυγχρονισμό».
Η εκλογική αναμέτρηση του 2023 είχε διεξαχθεί στη σκιά της τραγωδίας, που είχε συγκλονίσει το πανελλήνιο την τελευταία ημέρα του Φεβρουαρίου. Με ελάχιστες εξαιρέσεις, ουδείς πίστεψε ότι το αποτέλεσμα της κάλπης ήταν και η οριστική πολιτική κρίση για το τραγικό γεγονός. Αντιθέτως, οι περισσότεροι -και εντός του κυβερνητικού στρατοπέδου- γνώριζαν ότι αντιθέτως, οι πολίτες δεν κρίνουν, αλλά περιμένουν απαντήσεις και κινήσεις, που να υποδηλώνουν ότι το μέγεθος των προβλημάτων γίνεται αντιληπτό από τους κυβερνώντες.
Είναι προφανές ότι αυτό δεν ίσχυε μόνο για την τραγωδία των Τεμπών, για παράδειγμα την κατάσταση του σιδηροδρομικού δικτύου ή την υλοποίηση της σύμβασης 717. Αντίστοιχα, οι πολίτες αναμένουν από την κυβέρνηση λύσεις σε κάθε τομέα της κρατικής λειτουργίας, που κρίνεται ανεπαρκής. Είτε πρόκειται για την υγεία και την παιδεία, είτε για την ενέργεια και την ακρίβεια, είτε για τη φορολογία και τα εισοδήματα. Οι δημοσκοπήσεις των τελευταίων δύο ετών, επιβεβαιώνουν ότι οι πολίτες βρίσκονται σε αναμονή, αλλά και ότι αρκετοί έχουν κάνει ένα βήμα πίσω, όσο αναμένουν τα αποτελέσματα της κυβερνητικής πολιτικής.
Το βέβαιο είναι ότι ακόμη δεν έχουν αναδείξει άλλη πολιτική δύναμη ως εν δυνάμει κυβερνώσα - η Νέα Δημοκρατία παραμένει το πρώτο κόμμα παρά τις απώλειες και το ΠΑΣΟΚ δεύτερο μεν, με ποσοστά, ωστόσο, που αντανακλούν την επιφυλακτικότητα του εκλογικού σώματος. Επιβεβαιώνουν, όμως και ότι η Νέα Δημοκρατία, έως σήμερα, εξακολουθεί να «παίζει» με αντίπαλο τα προβλήματα των πολιτών, τα ανοιχτά θέματα και τις ίδιες τις επιδόσεις της, ένα πλαίσιο, που την πιέζει πολύ περισσότερο από την αντιπολίτευση, που έχει απέναντι της.
Σε αυτήν τη συγκυρία, η υπόθεση της τραγωδίας των Τεμπών έχει μια ξεχωριστή σημασία και σημειολογία. Ένα θέμα με ειδικό βάρος στην κοινή γνώμη, που αγγίζει τον αξιακό κώδικα της ζωής, φορτίζει συναισθηματικά όσο κανένα άλλο και αφορά στο σύνολο της κοινωνίας, χωρίς κανένα πολιτικό, κομματικό ή άλλο πρόσημο. Μπορεί η αντιπολίτευση να βάλλει σύσσωμη κατά της κυβέρνησης, είναι, όμως, η ίδια η κυβέρνηση, που θα πρέπει να επιδιώκει την άμεση διερεύνηση και κατάληξη αυτής της υπόθεσης, χωρίς κανένα εμπόδιο και οι ογκώδεις διαδηλώσεις της περασμένης Κυριακής σε ολόκληρη τη χώρα το επιβεβαιώνουν.
Από την πρώτη στιγμή, το Μέγαρο Μαξίμου και ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχουν «δείξει» προς την πλευρά της Δικαιοσύνης, ως τη μόνη αρμόδια να αποκαλύψει τι οδήγησε στα μοιραία γεγονότα και να υποδείξει τους υπευθύνους. Σε αυτήν τη γραμμή θα παραμείνει ο πρωθυπουργός και στη συνέντευξή του στον Alpha, με την κυβέρνηση ουσιαστικά να αποσαφηνίζει τα τελευταία 24ωρα ότι θα αναζητηθούν και ποινικές ευθύνες πολιτικών προσώπων, μέσω μιας προανακριτικής επιτροπής, αν η δικαιοσύνη υποδείξει εμπλοκή πολιτικών στελεχών. Ταυτόχρονα, για να ολοκληρωθεί η έρευνα, αναμένεται το πόρισμα του ΕΜΠ, προκειμένου να ρίξει φως και στα αίτια της έκρηξης, που ακολούθησε τη σύγκρουση και παραμένει έως σήμερα το πιο θολό σημείο εκείνης της νύχτας.
Η έναρξη της δίκης για την τραγωδία στα Τέμπη το συντομότερο δυνατό, είναι επίσης βούληση της κυβέρνησης, θέμα, όμως, που εξαρτάται και αυτό από τις κινήσεις της Δικαιοσύνης. Το γεγονός, πάντως, ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιλέγει να μιλήσει ο ίδιος στους πολίτες σε αυτή τη χρονική συγκυρία, αποδεικνύει ότι στο κυβερνητικό επιτελείο γίνεται αντιληπτό ότι η υπόθεση αυτή παραμένει πολιτικά «ενεργή», με τον πρωθυπουργό να παίρνει πάνω του τη διαχείρισή της.
Δύο χρόνια μετά το σιδηροδρομικό δυστύχημα, ο δικαστικός επίλογος είναι αυτό, που απομένει, ώστε να ξεκαθαρίσουν ευθύνες και πρόσωπα. Αυτό, ουσιαστικά, θα θέσει και τα πραγματικά δεδομένα της πολιτικής αντιπαράθεσης, που βρίσκεται σε εξέλιξη. Από την κυβέρνηση διαμηνύουν ότι δεν πρόκειται να αποδεχθούν κατηγορίες περί συγκάλυψης, σημειώνοντας ότι καμία κίνηση δεν στηρίζει μια τέτοια κατηγορία και αντιστρέφοντας τα πυρά, επικρίνουν την αντιπολίτευση για εκμετάλλευση του πόνου των συγγενών. Η πολιτική σύγκρουση για το θέμα αναμένεται να κορυφωθεί κατά την προ ημερησίας συζήτηση στη Βουλή, σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών, τις επόμενες ημέρες, με τα κόμματα της αντιπολίτευσης να στρέφονται «πυρ ομαδόν» κατά της κυβέρνησης και προσωπικά του Κυριάκου Μητσοτάκη.